Του Μιχάλη Πουργουρίδη

Τα τραγούδια του Μάνου Λοΐζου (22.10.1937-17.9.1982) έχουν συνδεθεί με πάρα πολλές στιγμές της ζωής μας. Το εύρος της γκάμας του ρεπερτορίου του είναι τόσο μεγάλο και ίσως είναι το χαρακτηριστικό, το οποίο τον κάνει να ξεχωρίζει ως συνθέτης.

Τα 45, μόλις, χρόνια ζωής του, του έκοψαν πολύ νωρίς το νήμα και στέρησαν από τους φίλους του ελληνικού τραγουδιού την παρουσία και τη δημιουργία του. Κάθε δισκογραφική δουλειά του Λοΐζου έχει «ειδικό βάρος» και «υπόσταση». Καμιά δεν μοιάζει με την άλλη. 

Οι ανησυχίες του Μάνου Λοΐζου, οι σκέψεις, οι προβληματισμοί, oι διάφοροι επηρεασμοί και όσα «ήθελε να μας πει» εκφράζονται στο λαϊκό τραγούδι, στο έντεχνο στο ελαφρολαϊκό, στις μπαλάντες και στη μελοποιημένη ποίηση.

Γίνονται εικόνες μέσα από τις ταινίες του σινεμά που επενδύει ο συνθέτης μουσικά («Κουτσή κιθάρα» με τον Νίκο Δαδινόπουλο και τη Δώρα Σιτζάνη στο λιμανάκι της Κερύνειας το 1971 – στην ταινία «Διακοπές στη Κύπρο μας»).

Φτάνουν στα ποπ ακούσματα, που ακούμε στα «Νέγρικά» και τον «Γέρο νέγρο Τζίμ», κλείνονται σ’ ένα ορχηστρικό θρύλο που έμεινε στην ιστορία «Το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας», αγγίζουν την πολιτική υφή της εποχής «Τα τραγούδια μας»(«Τσιμινιέρα»), την κοινωνική αδικία («Τίποτα δεν πάει χαμένο»). Γίνονται «κλασσικά» ελληνικά τραγούδια σε ένα ρεπερτόριο με τον «Κουταλιανό» το «Παλιό ρολόι» το «Μάνα δεν φυτέψαμε» και πολλά άλλα.

Διερωτώμαι ακόμα αν υπάρχει πιο ερωτικό τραγούδι από το «Σ’ ακολουθώ» και το «Όλα σε θυμίζουν» (γραμμένα φυσικά για διαφορετικές περιπτώσεις), και αν μέσα στα δέκα δημοφιλέστερα τραγούδια του Καζαντζίδη δεν μπορεί κάποιος να υπολογίσει και το «Δεν θα ξαναγαπήσω».

Ο πρώτος του δίσκος «Σταθμός»(1968) που κυκλοφορεί όταν ο Μάνος είναι 31 ετών καθορίζει και τον ίδιο, και την δισκογραφία, το ακροατήριο αλλά και τους συνδημιουργούς του. Ο δίσκος «Για μια μέρα ζωής» (1980) έμελλε να είναι ο τελευταίος που κυκλοφορεί όταν ο Μάνος είναι ήδη 43 ετών.

Συμπληρωματικά αναφέρουμε ότι στις «εν ζωή» ηχογραφήσεις των δίσκων του του Μάνου Λοΐζου μπορούμε να θεωρήσουμε και το άλμπουμ «Γράμματα στην αγαπημένη», ο οποίος κυκλοφόρησε μεταθανάτια αλλά γραφόταν και ηχογραφήθηκε πρόχειρα -με μία κιθάρα- τη δεκαετία του 1970.

Αναλογιζόμαστε λέγοντας ότι χωρίς τους έντεκα αυτούς δίσκους η δισκογραφία θα ήταν σίγουρα φτωχότερη και θα μας «έλειπαν» βασικά τραγούδια.

1968 Ο Σταθμός 

1970 Θαλασσογραφίες

1971 Ευδοκία 

1972 Να ‘χαμε τι να ‘χαμε 

1974 Καλημέρα ήλιε

1974 Τα τραγούδια του δρόμου

1975 Τα Νέγρικα (Μαρία Φαραντούρη)

1976 Τα τραγούδια μας 

1979 Πρώτες εκτελέσεις 

1979 Τα τραγούδια της Χαρούλας

1980 Για μια μέρα ζωής 

Πολλές φορές σκέφτομαι γιατί έχουμε «κολλήσει» κυριολεκτικά στα τραγούδια του Λοΐζου; Γιατί διανθίζουν προγράμματα μαγαζιών, ραδιοφωνικών εκπομπών και μουσικών αφιερωμάτων; Γιατί παρουσιάζοντας ένα πρόγραμμα για τον Λοΐζο ξεκινάς από τις πιο όμορφες μπαλάντες και καταλήγεις σε ώριμα, μεστά και δοκιμασμένα λαϊκά και ελαφρολαϊκά τραγούδια που τα ξέρουν όλοι;

Σε επιλογές κομματιών που έχουν διφωνίες, στο «τραγουδάμε» όλοι μαζί, στο θυμόμαστε με μια απίστευτη ευκολία τα λόγια, και αυτό που συμβαίνει πάντα, «το ένα κομμάτι να φέρνει το άλλο». 

Επειδή μας «κερδίζουν» και οι εισαγωγές των τραγουδιών του, οι ενορχηστρώσεις και φυσικά οι επιλογές των στιχουργών και των ερμηνευτών του. Επειδή ακόμα και ‘κείνα που έγραψε ο ίδιος τους στίχους, είναι διαμάντια μοναδικά και σπάνια. Αφήνουν την αίσθηση ότι τέτοια κομμάτια μια φορά γράφονται. Δεν «ξεβάφουν», δεν παραγράφονται, δεν διαγράφονται.

Προτείνοντας ένα και μόνο τραγούδι από τους δίσκους που προανάφερα ξέρω εκ των προτέρων ότι αδικώ τα υπόλοιπα. Θέλω όμως να θυμηθώ κάποια και να τα καταγράψω επειδή με τον έναν ή τον άλλο τρόπο άφησαν το στίγμα τους.

Από τον δίσκο «Σταθμός» το 1968 κρατώ βαθιά μέσα μου το τραγούδι «Η δουλειά κάνει τους άντρες» τονίζοντας ακόμα μια φορά την αναγκαιότητα της ύπαρξης την εποχή εκείνη κομματιών που αντιπροσώπευαν μια κοινωνική τάξη που μοχθούσε, κοπίαζε και έβγαζε το ψωμί της, με τον ιδρώτα της.

Από τις «Θαλασσογραφίες» του 1970 όσες φορές και ν ακούσω το «Έχω έναν καφενέ» είναι από τα κομμάτια που δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τι υπερέχει. Η μελωδία, ο στίχος η ερμηνεία, η εισαγωγή ή καταληκτική φράση του τραγουδιού «γι’ αυτούς που μένουνε και περιμένουνε».

«Το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας» από την ταινία «Ευδοκία»(1971) του Αλέξη Δαμιανού είναι και παραμένει εδώ και 50 χρόνια ακριβώς, ένα από τα πιο αγαπημένα ζεϊμπέκικα όλων των εποχών, όλων των ηλικιών και όλων των χορευτών.

Από τον δίσκο «Να ‘χαμε τι να ‘χαμε»(1970) θα διάλεγα το «Παποράκι του Μπουρνόβα» για την ιστορία που κρύβεται «πίσω» από το τραγούδι και φτάνει μέχρι την Μικρασιατική καταστροφή.

Από το άλμπουμ «Καλημέρα ήλιε» (1973) θα διάλεγα το «Ποιος το ξέρει» (Στίχοι :M.Λοΐζος με την Αλεξίου) γιατί αυτό το κομμάτι το αγαπώ ιδιαίτερα. Ο ρυθμός, η μελωδία, ο στίχος γραμμένος από τον συνθέτη και η δεύτερη φωνή που κάνει στη τραγουδίστρια θυμίζουν όλα, «τις ηλιόλουστες μέρες στις πλατείες του 1970».

Από τον μεταδικτατορικό δίσκο (1974) «Τα τραγούδια του δρόμου» θα έβαζα στο πικ απ να παίξει το «Aκορντεόν» γιατί είναι ένα τραγούδι-σύνθημα των μαθητικών μας χρόνων. Είναι ένα κομμάτι που τραγουδιέται στις παρέες αν και έχει πολιτικό χρώμα και χαρακτήρα και ένα κομμάτι που πρέπει να έχει στη φαρέτρα ένας μουσικός για να το πει σε εκδηλώσεις αντίστασης εναντίον κάθε μορφής φασισμού.

Τα «Νέγρικα» (1975) αποτελούν από μόνα τους ένα σημείο αναφοράς σε εποχές όπου το κοινό δεν είχε σχέση ούτε με το μουσικό ύφος του δίσκου ούτε με τον στίχο. Όμως ο στίχος του Νεγρεπόντη, η τζαζ-ροκ διάθεση του Λοΐζου και η επιβλητική φωνή της Φαραντούρη έγραψαν ιστορία. Η ιστορία του «Γέρο νέγρο Τζιμ» είναι ακόμα και στις μέρες μας πάντα επίκαιρη και τη συναντάμε-συμβολικά-καθημερινά σε όλο το φάσμα της κοινωνίας μας.

Ώρα να πάμε και στον δίσκο «Τα τραγούδια μας». Ο πιο «κλασικός» δίσκος της εργατικής τάξης και ίσως ο μόνος αυτής της θεματολογίας που άντεξε μέσα στα χρόνια, μια και τα περισσότερα τραγούδια εξακολουθούν ν’ ακούγονται ακόμη και σήμερα στις εκάστοτε πορείες και απεργίες συνδικάτων και ομοσπονδιών. Κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1976 με ερμηνευτή τον Γιώργο Νταλάρα. Η επιλογή μας από το άλμπουμ αυτό είναι το πρώτο κομμάτι. «Λιώνουν τα νιάτα μας» γιατί είναι «ματζορομίνορο» στη «γλώσσα» των μουσικών. Το κουπλέ είναι ματζόρε και το ρεφραίν είναι μινόρε.

Από τον δίσκο «Πρώτες εκτελέσεις» του 1979 που περιέχει 18 κομμάτια προτείνουμε τον «Σεβάχ τον Θαλασσινό» στην εκτέλεση με τον συνθέτη. Ο Λοΐζος κατάφερε να γράψει σε τραγούδι το όνειρο του, αυτούσιο, για να μας ταξιδέψει μαζί του,όσο κρατάει ο κόσμος κι όσο έχουμε ακόμα μέσα μας την ελπίδα.

Αν και από το δίσκο «Τα τραγούδια της Χαρούλας» το 1979 ξεχώρισε το «Όλα σε θυμίζουν» εμένα συγκινεί πάντα το «Σε πέντε ώρες ξημερώνει Κυριακή». Η αυθεντικότητα του τραγουδιού με αναφορά στον μεγαλύτερο Έλληνα λαϊκό ερμηνευτή σε ένα κομμάτι που τους στίχους έγραψε ο Πυθαγόρας.

Ο τελευταίος δίσκος του, που είδε ο Λοΐζος να κυκλοφορεί ήταν ο «Για μια μέρα ζωής» το 1980. Από πλευράς στιχουργών υπάρχει μια μεγάλη γκάμα σε ένα άλμπουμ από το οποίο δεν ξέρεις ποιο τραγούδι να πρωτοδιαλεξεις.  Ο Φώντας Λάδης ήθελε αρχικά να δώσει μια πολιτική διάσταση στο τραγούδι γιατί υπονοούσε άλλα πράγματα με το ”Η μέρα εκείνη δεν θα αργήσει”. Τελικά σκεπτόμενος πιο ώριμα είπε ότι «Προκειμένου να μου αλλάξουν άλλοι τους στίχους, ας τους αλλάξω μόνος μου για να προλάβω την κατάσταση». Κι έτσι, το έκανε ερωτικό.

Τελειώνοντας την αναφορά μου στον Λοΐζο και «ξεφεύγοντας» από τον τίτλο του άρθρου «11 δίσκοι-11 τραγούδια» θέλω να πω πόσο αγαπώ τον δίσκο του «Γράμματα στην αγαπημένη» που κυκλοφόρησε το 1983 (μετά τον θάνατο του συνθέτη στις 17.9.82). Βασισμένος στην ποίηση του Ναζίμ Χικμέτ και στη συλλογή «Επιστολές και ποιήματά» που γράφτηκαν από το 1942-46 στις φυλακές της Προύσας είναι όπως λέει και ο συνθέτης «από τις ωραιότερές» σελίδες που έγραψε κατάδικος στην αγαπημένη του.

Λίγα γαρούφαλα απομένουνε στις γλάστρες

Στον κάμπο θα ‘χουν κιόλας οργώσει τη γης

Ρίχνουν το σπόρο

Έχουν μαζέψει τις ελιές

Όλα ετοιμάζονται για το χειμώνα

Κι εγώ γεμάτος απ’ την απουσία σου

Φορτωμένος με την ανυπομονησία των μεγάλων ταξιδιών

Περιμένω σαν αγκυροβολημένο φορτηγό

μέσα στην Προύσα

Ο Μάνος Λοΐζου είναι ένα «κεφάλαιο» στο ελληνικό τραγούδι, που δεν κλείνει και δεν θα κλείσει ποτέ. Τα τραγούδια του έχουν τέτοιο «βάρος» και τέτοια «έκταση» και επήρεια, στο ίδιο το ελληνικό τραγούδι αλλά και σε όλο το φάσμα που σχετίζεται με αυτό. Όσα χρόνια και να περάσουν οι δίσκοι του θα είναι πάντα για όλους, το «αποκούμπι» σε κάθε «ανθρώπινη» μας στιγμή κι αυτό είναι σίγουρα το μεγάλο κατόρθωμα του Λοΐζου.

Η καλλιτεχνική του διάσταση, η ηπιότητα, η πραότητα, η ηρεμία του τόνου της φωνής του, όλα τα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης του πλευράς, μαζί ακόμα και με την «γλυκιά αγριάδα» του προσώπου του, να «αποκαλύπτονται» μέσα από τα τραγούδια του.

 

Οι απόψεις εκφράζουν τον συντάκτη τους και δεν αντιπροσωπεύουν κατ’ ανάγκην την άποψη του Καναλιού 6