“Οι εικόνες που όλοι παρακολουθήσαμε το Σαββατοκύριακο από χώρους λατρείας και καταστήματα, είναι επικίνδυνες και μας ανησυχούν γιατί επηρεάζουν την ατομική και δημόσια υγεία και την αποτελεσματικότητα των όποιων μέτρων λαμβάνουμε”, δήλωσε ο επικεφαλής της επιδημιολογικής ομάδας για τον κορωνοϊό, επίκουρος καθηγητής Κωνσταντίνος Τσιούτης.

Την ίδια ώρα, οι ειδικοί ανησυχούν και για την αύξηση των περιστατικών σε Λευκωσία και την έξαρση στην Αμμόχωστο.

Σε διάσκεψη Τύπου με τα μέλη της ομάδας Δρ Γιώργο Νικολόπουλο και Δρ Ζωή- Δωροθέα Πανά, ο κ. Τσιούτης τόνισε πως καλό θα ήταν να μην βλέπαμε τις συγκεκριμένες εικόνες στη συγκεκριμένη φάση που βρισκόμαστε, προσθέτοντας ότι κάποιος θα ανέμενε, 9 μήνες μετά την πανδημία, να είχαμε κατανοήσει την ατομική και συλλογική μας ευθύνη, την ανάγκη να προστατέψουμε τον εαυτό μας και τους γύρω μας. Είναι ενδεικτικό, είπε, ότι πρέπει να τονίσουμε ξανά τον ρόλο και την ευθύνη μας.

Ο κ. Τσιούτης είπε ότι όλοι οφείλουμε να κατανοήσουμε πως άνθρωποι νοσούν και θέλουν στήριξη, ότι αυτή τη στιγμή περίπου 120 συμπολίτες μας νοσηλεύονται και άρα 120 οικογένειες είναι σε αγωνία και οι όποιες πράξεις μας, όπως αυτές του Σαββατοκύριακου, πιο πολύ επιδεινώνουν την κατάσταση και καλό θα ήταν να αποφεύγονται. Είπε ακόμη ότι δεν σημαίνει πως πρέπει απαραίτητα να φτάνουμε τον μέγιστο αριθμό σε έναν χώρο και κάλεσε όλους να βάλουν την υγεία τους και των οικείων τους, στις πρώτιστές τους επιλογές.

Στοιχεία ημερών – Κατάσταση στις επαρχίες – Διαγνωστικές εξετάσεις

Σε ότι αφορά τα στοιχεία των τελευταίων ημερών, ο Δρ Τσιούτης είπε ότι πολλαπλασιάστηκαν τα τεστ και γίνεται στοχευμένος έλεγχος, ο οποίος και μας έδωσε συμπεράσματα, τόσο σε τοπικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο χώρας.

Αναφέρθηκε στην ετοιμότητα των νοσοκομείων, επισημαίνοντας ότι δεν φτάσαμε σε κάποιο κριτικό όριο αν και και το πλησιάσαμε και είμαστε από τις λίγες χώρες με αρκετά μεγάλη εφεδρεία. Τόνισε, πάντως, ότι η οποία κλιμάκωση και η όποια αύξηση στην πληρότητα, σημαίνει ότι οι άλλες υπηρεσίες δεν θα μπορούν να προσφέρονται στο σημείο και στον βαθμό που θέλουμε.

Ο Δρ Τσιούτης είπε ότι ένας τεράστιος αριθμός ιατρικού και νοσηλευτικού αριθμού εργάζεται νυχθημερόν και επήλθε κόπωση και σε αυτούς και αυτό πρέπει να το έχουμε υπόψη μας.

Αναφέρθηκε επίσης στις σημαντικές επιτυχίες που κατέγραψε η Κύπρος, οι οποίες τώρα ίσως δεν λαμβάνονται υπόψη γιατί είμαστε σε κρίσιμο επίπεδο και βλέπουμε την κακή και απαισιόδοξη πλευρά. Όμως, τόνισε, είχαμε μεγάλο διάστημα σε φάση χαλάρωσης χωρίς μεγάλο πρόβλημα και οι όποιες εξάρσεις ελέγχονταν με στοχευμένα μέτρα, έχουμε εφεδρείες στο σύστημα υγείας και τεράστια αναλογία εργαστηριακών ελέγχων στο πληθυσμό, από τις ψηλότερες παγκόσμια.

Ο Δρ Γιώργος Νικολόπουλος, στη δική του παρέμβαση, είπε ότι με βάση τα στοιχεία ως 27/11, φαίνεται ότι 8 στις 10 μολύνσεις είναι εγχώριες και οι θάνατοι ανήλθαν στους 49. Το ποσοστό θνητότητας είναι στο 0,5% και τα περιστατικά καθημερινά κυμαίνονται μεταξύ 200-250. Ανέφερε ότι διενεργούνται πολλές εξετάσεις καθημερινά, όμως την εξέλιξη δεν μπορούμε να την γνωρίζουμε.

Ο Δρ Νικολόπουλος ανέφερε ότι η Λεμεσός παρουσιάζει σαφή μείωση ενώ η Λευκωσία και η Αμμόχωστος αύξηση, αλλά τόνισε πως τα δεδομένα δικαιολογούν παγκύπρια στρατηγική.

Πρόσθεσε ότι οι εισαγωγές ημερησίως στα νοσοκομεία είναι 9-10 και εξακολουθούμε να είμαστε σε υψηλά νούμερα χωρίς ύφεση, με τους νοσηλευόμενους, σε μέσο όρο, να είναι άνω των 100 την μέρα. Στις ΜΕΘ νοσηλεύονται περίπου 17 άτομα, αριθμός υψηλότερος από το πρώτο κύμα της πανδημίας.

Εξήγησε επίσης ότι μελετώνται στοιχεία που αφορούν το φορτίο νοσηρότητας σε μια περιοχή, τον αριθμό αναπαραγωγής και τα ποσοστά νοσηλευομένων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, από τις 14 Νοεμβρίου μέχρι τις 27, στη Λευκωσία εντοπίστηκαν συνολικά 1.145 κρούσματα, στη Λεμεσό 1.050 και στη Λάρνακα 376. Στην Επαρχία Αμμοχώστου εντοπίστηκαν 218 κρούσματα, ενώ στην Επαρχία Πάφου η εικόνα είναι βελτιωμένη, με μόλις 123 κρούσματα.

Ανησυχία προκαλεί η αυξητική τάση στην Επαρχία Αμμοχώστου, με τα μέλη της ομάδας να εστιάζουν στο γεγονός ότι οι επιδημιολογικοί δείκτες έχουν ξεπεράσει αυτούς της Λεμεσού, με 452,3 περιστατικά ανά 100,000 πληθυσμού. Ακολουθεί η Λεμεσός, που παρουσιάζει μείωση με 428,7 περιστατικά ανά 100,000. Αύξηση παρουσιάζεται στη Λευκωσία, που έχει τους τρίτους χειρότερους δείκτες, με 335,1-100,000, η Λάρνακα με 255,8-100,000, ενώ μικρή αύξηση παρουσίασε και η Πάφος με 130,7-100,000.

Σε παρέμβασή του, ο Δρ Τσιούτης εξήγησε ότι στην ανάλυση δεδομένων δεν λαμβάνονται υπόψη μόνο δείκτες και αντικειμενικά κριτήρια, αλλά συνδυάζουμε τις παρατηρήσεις μας και τις παρεμβάσεις μας χωρίς να στεκόμαστε ποτέ σε έναν δείκτη. Γίνεται, τόνισε, ποιοτική ανάλυση και δεν υπάρχουν συγκεκριμένα κριτήρια για να πούμε ότι αυτά μας οδηγούν σε χαλάρωση μέτρων.