Εντός των επόμενων ημερών ορίζονται συναντήσεις, κατά τις οποίες θα εξεταστούν τρόποι εφαρμογής πρωτοκόλλων, που να διασφαλίζουν όσο το δυνατό περισσότερο τη φυσική παρουσία των παιδιών στις τάξεις τους, δήλωσε σήμερα στο ΚΥΠΕ ο επικεφαλής της Επιστημονικής Συμβουλευτικής Ομάδας για τον κορωνοϊό, Κωνσταντίνος Τσιούτης, ο οποίος δεν απέκλεισε την πιθανότητα να ληφθούν αποφάσεις για επιστροφή των μαθητών στα σχολεία, πριν από τη λήξη του μήνα.

Ο Δρ Τσιούτης, ο οποίος είναι Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο και Παθολόγος με εξειδίκευση στον Έλεγχο Λοιμώξεων, ανέφερε συγκεκριμένα ότι δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να υπάρξουν αλλαγές επί του θέματος πριν τις δύο εβδομάδες, εξηγώντας πως γνώμονας όλων και αυτό που καθορίζει τις αποφάσεις είναι η εξέλιξη της επιδημιολογικής εικόνας της Κύπρου.

Ανέφερε ότι παρακολουθείται στενά και καθημερινώς η εξέλιξη της πανδημίας στην Κύπρο, σημειώνοντας ότι όπως μπορεί να ληφθούν αποφάσεις για μέτρα ή χαλαρώσεις στην πορεία, έτσι και για το θέμα της επιστροφής των μαθητών στα σχολεία, μπορεί να γίνει το ίδιο.

Κληθείς από το ΚΥΠΕ να αναφερθεί στην πρωτοβουλία που θα μεταφέρει στην Κυβέρνηση, την οποία ανακοίνωσε χθες μέσω του Twitter, ο Δρ Τσιούτης είπε πως η συγκεκριμένη πρωτοβουλία αποβλέπει σε ένα διάλογο και μια όσο γίνεται πιο εποικοδομητική συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, τους οργανωμένους γονείς, εκπροσώπους μαθητών και εκπαιδευτικών, καθώς και με τα εμπλεκόμενα Υπουργεία Υγείας και Παιδείας.

Όπως είπε μέσα από το διάλογο που θα αναπτυχθεί θα μπορέσουν να πάρουν απόψεις και τη γνώση και την εμπειρία όλων των εμπλεκομένων, για να σημειώσει ότι με τη σειρά τους οι ειδικοί θα παρέχουν τη μέχρι σήμερα εμπειρία τους και θα συμβάλουν με τη γνώση τους στο συγκεκριμένο θέμα.

Εξήγησε, περαιτέρω, πως είναι πολλές φορές ανά τον κόσμο, που χρειάστηκε να κλείσουν και να ανοίξουν σχολεία, λόγω των εξάρσεων της πανδημίας, για να προσθέσει πως «υπάρχει συσσωρευμένη πλέον εμπειρία, ώστε μέσα από ένα διάλογο, να μπορέσουν να καταλήξουν στο ζητούμενο που είναι η επιστροφή μαθητών και εκπαιδευτικών στις τάξεις και η επαναφορά στην εκπαιδευτική διαδικασία, με όσο το δυνατόν πιο ασφαλή τρόπο».

Σε ερώτηση αν η Επιστημονική Ομάδα θα πάει στις συναντήσεις με συγκεκριμένες εισηγήσεις, είπε ότι σίγουρα θα πάνε με συγκεκριμένες εισηγήσεις τις οποίες έχουν, ωστόσο, σημείωσε πως το πιο βασικό είναι να ακούσουν εισηγήσεις και εμπειρίες από τους ίδιους.

«Μιλάμε για χώρους, που έχουν ανοίξει δύο φόρες από πέρσι τον Μάιο, και έχουν αυτοί οι άνθρωποι -γονείς και εκπαιδευτικοί- αποκομίσει εμπειρία στο να οργανώσουν τους χώρους των παιδιών, την σχολική ημέρα, αλλά έχουν και εμπειρία μέσα από τη διαχείριση περιστατικών», είπε.

Ανέφερε ακόμα ότι στόχος είναι μέσα και από τις δικές τους εισηγήσεις να καταλήξουν στον πιο λειτουργικό τρόπο, για επαναφορά των μαθητών και εκπαιδευτικών.

Ερωτηθείς αν έχει διευθετηθεί η συνάντηση, είπε πως πρέπει καταρχάς να ενημερώσει τους αρμόδιους Υπουργούς γι’ αυτή την πρωτοβουλία, σημειώνοντας ότι στη συνέχεια θα μπορούν να οριστούν και συναντήσεις με όσους εμπλέκονται.

«Τις επόμενες μέρες θα οριστούν αυτές οι συναντήσεις και όποτε θα μπορούν όλοι», είπε.

Σε ερώτηση σχετική με τις χθεσινές αντιδράσεις, είπε πως «οι γονείς έχουν δίκαιο που ανησυχούν για τα παιδιά, αφού μετά από τόσο καιρό περιορισμού έχουν υπάρξει θέματα κοινωνικοποίησης και ψυχολογίας των παιδιών τους, καθώς και θέματα φόβου για την εκπαιδευτική χρονιά».

Ουσιαστικά, είπε, «είμαστε στην δεύτερη σχολική χρονιά, που έχει επηρεαστεί από την πανδημία και έχουν δίκαιο και οι εκπαιδευτικοί, γιατί ανησυχούν και για την εκπαιδευτική χρονιά και για την ασφάλεια στο χώρο των σχολείων».

Είπε, τέλος, πως αυτοί είναι οι λόγοι που τους ώθησαν να παρέμβουν με πιο δυναμικό τρόπο και να συμβάλουν ως Επιστημονική Επιτροπή στα θέματα που απασχολούν μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς.