Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε την Τρίτη διάταγμα οκταήμερης κράτησης εναντίον του εν αργία Αρχιμανδρίτη και ηγούμενου της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ, Νεκταρίου, ο οποίος συνελήφθη σε σχέση με την υπόθεση του χρηματοκιβωτίου, που εντοπίστηκε στους χώρους της Μονής και περιείχε το χρηματικό ποσό των €807,000.
Στην απόφασή του, ο δικαστής Χαράλαμπος Σατσιάς ανέφερε ότι πρόκειται για μια “τεραστίων διαστάσεων” υπόθεση, με ιδιαίτερη πολυπλοκότητα και περιπλοκότητα. Είπε ότι η καθυστέρηση από μόνη της δεν μπορεί να οδηγήσει σε συμπέρασμα ότι η Αστυνομία λειτούργησε καταχρηστικά.
“Δεν υπάρχουν ενδείξεις ή υποψία περί κατάχρησης ή αλλότριων κινήτρων”, σημείωσε.
Ανέφερε ότι η μαρτυρία έχει αποκαλύψει την ύπαρξη εύλογης υπόνοιας για διάπραξη αδικημάτων, για τα οποία ζητείται η κράτηση, σημειώνοντας ότι δεν χρειάζεται σε αυτή τη φάση να αποδειχθεί η διάπραξη των αδικημάτων.
Επιπλέον, ανέφερε ότι υπάρχει η μαρτυρία που δημιουργεί εύλογη υποψία σύνδεσης του υπόπτου με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.
Είπε ακόμα ότι το ανακριτικό έργο δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί και ότι η Αστυνομία έχει λάβει μέχρι στιγμής 80 καταθέσεις και αναμένεται να ληφθούν ακόμα 63 καταθέσεις, ενώ θα προβεί και σε άλλες ενέργειες.
“Έχω ικανοποιηθεί ότι η κράτηση του υπόπτου είναι αναγκαία για την ολοκλήρωση του ανακριτικού έργου και ότι στην περίπτωση απόλυσης του μπορεί να επηρεάσει μάρτυρες”, σημείωσε, αναφέροντας ότι το ανακριτικό έργο που υπολείπεται δικαιολογεί την κράτηση για 8 μέρες.
Ο εν αργία Αρχιμανδρίτης κατηγορείται για αδικήματα που έχουν σχέση με συνομωσία για καταδολίευση, κλοπή από αντιπρόσωπο, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, εξασφάλιση χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, πλαστογραφία, κλοπή, ψευδή φορολογική δήλωση, φορολογικά αδικήματα και άλλα.
Κατόπιν δικαστικού εντάλματος, συνελήφθη στις 09:52 πμ το πρωί της Τρίτης και η Αστυνομία ζήτησε την προσωποκράτησή του για 8 ημέρες, για διευκόλυνση της ολοκλήρωσης του ανακριτικού έργου.
Το αίτημα προσωποκράτησης υποβλήθηκε από την ανακριτική ομάδα που διερευνά τις καταγγελίες του Μητροπολίτη Ταμασού Ησαΐα και βασίστηκε στον ισχυρισμό ότι ο ύποπτος είναι επιρρεπής σε επηρεασμό μαρτύρων.
Επιπλέον, αιτιολογήθηκε η χρονική συγκυρία του αιτήματος, από το γεγονός ότι προέκυψαν νέα στοιχεία μετά την παραλαβή της έκθεσης από το Τμήμα Φορολογίας την Παρασκευή, η οποία μελετήθηκε το Σαββατοκύριακο από την Αστυνομία, με αποτέλεσμα να ζητηθεί ένταλμα σύλληψης τη Δευτέρα και να συλληφθεί ο ύποπτος την Τρίτη.
Στο πρώτο μέρος της διαδικασίας, που άρχισε στις 12.30μμ, γραπτή ένορκη δήλωση 44 σελίδων κατέθεσε Αστυφύλακας, υποβάλλοντας το αίτημα προσωποκράτησης για οχτώ μέρες.
Όπως είπε, τις τελευταίες μέρες προέκυψαν νέα στοιχεία και δεδομένα, ενώ την Παρασκευή παραλήφθηκε και η έκθεση του Τμήματος Φορολογίας για την υπόθεση. Σημείωσε ότι ενόψει των πιο πάνω και του γεγονότος ότι έχουν προκύψει νέα στοιχεία για άλλα αδικήματα, για τα οποία θα ανακριθούν άλλα πρόσωπα, τα οποία ο ύποπτος θα επηρεάσει, ζητείται η προσωποκράτηση του υπόπτου.
Οι δικηγόροι υπεράσπισης του εν αργία Αρχιμανδρίτη, Ανδριάνα Κλαΐδη και Νικόλαος Κουλούρης, εξέφρασαν την πρόθεσή τους να υποβάλουν ένσταση στο αίτημα προσωποκράτησης. Ωστόσο, ζήτησαν αναβολή της διαδικασίας για μια μέρα, λόγω του όγκου του υλικού και της ενόρκου δήλωσης.
O δικαστής ενέκρινε τελικά αίτημα των δικηγόρων υπεράσπισης για διάλειμμα δύο ωρών, προκειμένου να διερευνήσουν τον ισχυρισμό ότι ο ύποπτος προσπάθησε να προσεγγίσει μάρτυρες.
Η διαδικασία συνεχίστηκε στις 2.30μμ, με την αντεξέταση του Αστυφύλακα από τους δικηγόρους του εν αργία Αρχιμανδρίτη.
Κατά την αντεξέταση, οι δικηγόροι του υπόπτου επικεντρώθηκαν στο κατά πόσο ισχύει ο ισχυρισμός ότι ο ύποπτος μπορεί να επηρεάσει μάρτυρες, στο τι νέο προέκυψε τις τελευταίες μέρες που να δικαιολογεί την προσωποκράτηση και κατά πόσο η Αστυνομία προτίθεται να διενεργήσει τις 60 καταθέσεις που ζητά για την υπόθεση εντός των οχτώ ημερών που θα ισχύει η προσωποκράτηση.
Η κ. Κλαΐδη υποστήριξε ότι το αίτημα προσωποκράτησης δεν είναι γνήσιο και είναι καταχρηστικό. Υποστήριξε ότι τα αδικήματα για τα οποία ζητείται περαιτέρω διερεύνηση είναι τα ίδια με αυτά που υποβλήθηκαν κατά την ένορκο δήλωση της Αστυνομίας για το αίτημα δέσμευσης της περιουσίας του υπόπτου, στις 5 Απριλίου.
Παράλληλα, ανέφερε ότι σειρά παραπόνων και αδικημάτων, στα οποία γίνεται αναφορά στην ένορκο δήλωση του Αστυφύλακα, ήταν σε γνώση της Αστυνομίας από τον Μάρτιο και διερωτήθηκε γιατί δεν προχώρησε νωρίτερα σε συλλογή καταθέσεων ή σε σύλληψη.
Επιπλέον, υποστήριξε ότι δεν υπάρχει μαρτυρία για επηρεασμό ατόμων, αλλά τα παραδείγματα στα οποία γίνεται αναφορά στην ένορκο δήλωση είναι εικασίες της Αστυνομίας. “Δεν υπάρχει ενδεχόμενο να επηρεάσει κανέναν μάρτυρα ο πελάτης μου. Όλη η μαρτυρία βρίσκεται ήδη στην κατοχή σας και το μεγαλύτερο μέρος της μαρτυρίας βρίσκεται σε κρατικούς μηχανισμούς, όπως το Τμήμα Φορολογίας, που δεν μπορεί να επηρεαστεί με οποιοδήποτε τρόπο”, ανέφερε.
Όσον αφορά τα φορολογικά αδικήματα, είπε ότι ο ύποπτος υπέβαλε τις φορολογικές του δηλώσεις που εκκρεμούσαν, ενώ ρώτησε τον Αστυφύλακα αν έχει μαρτυρία κατά πόσο ο ύποπτος είναι το υποκείμενο πρόσωπο στον ΦΠΑ για τη Μονή.
Υποστήριξε, επίσης, ότι ο Αστυφύλακας παρουσιάζει την υπόθεση επιλεκτικά για να δημιουργήσει εντυπώσεις στο δικαστήριο.
Σημείωσε ότι εσκεμμένα η Αστυνομία δεν προέβηκε σε ανακρίσεις μαρτύρων το προηγούμενο διάστημα, προκειμένου να μπορεί να δικαιολογήσει το αίτημά της για προφυλάκιση του υπόπτου.
“Αποκτήσατε πλεονεκτήματα εις βάρος του πελάτη μου, αφήσατε να περάσει αρκετός χρόνος, τρεισήμισι μήνες, και έρχεστε τώρα έκδηλα καθυστερημένα να ζητάτε ένταλμα σύλληψης του πελάτη μου και σήμερα προφυλάκιση. Η πρακτική που εφαρμόζεται από την Αστυνομία να διερευνά μια πτυχή της υπόθεσης μια ομάδα και άλλη άλλες πτυχές αποκτήσατε πλεονεκτήματα εις βάρος των πελατών μας”, σημείωσε η κ. Κλαΐδη.
Απαντώντας, ο Αστυφύλακας είπε ότι “δεν είναι αυτοσκοπός η σύλληψη. Αλίμονο αν σε κάθε υπόνοια συλλάμβανα τον κάθε ένα. Τώρα έχουμε ικανή βάση γεγονότων. Τώρα έχουμε συλλέξει στοιχεία για τα οποία πρέπει να ερωτηθεί και για κάποια πρέπει να ερωτηθούν και άλλα άτομα, τα οποία επηρεάζει, όπως φαίνεται με συγκεκριμένα παραδείγματα”, είπε, παραπέμποντας στην ένορκο δήλωσή του σε τρία τέτοια παραδείγματα.
Πρόσθεσε ότι η Αστυνομία δεν ενεργεί καταχρηστικά και για σκοπούς εντυπωσιασμού, ενώ είπε ότι “υπάρχει σοβαρός κίνδυνος” να επηρεάσει μάρτυρες, καθώς με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν “είναι επιρρεπής να επηρεάζει”.
Όσον αφορά τα φορολογικά αδικήματα, είπε ότι σύμφωνα με την έκθεση του Τμήματος Φορολογίας, υπάρχει αδήλωτο ποσό πέραν των €1.330.000 που προέκυψαν από τις πωλήσεις του ζαχαροπλαστείου που λειτουργούσε η Μονή. Επιπλέον, υπάρχουν αδήλωτα ποσά που αφορούσαν την ανέγερση της Μονής. Από αυτά προκύπτουν εκκρεμότητες όσον αφορά το ΦΠΑ, ανέφερε, και δεν έχει σημασία αν ο ύποπτος έχει υποβάλει τις φορολογικές δηλώσεις του.
Ακόμα, διευκρίνισε ότι η συγκεκριμένη διερεύνηση ξεκίνησε από την καταγγελία του Μητροπολίτη. “Διερευνούμε κυρίως οικονομικής φύσεως αδικήματα. Τις καταγγελίες του υπόπτου και άλλων προσώπων ερευνά άλλη ομάδα και υπάρχει και τρίτη ομάδα που διερευνά άλλου είδους καταγγελίες”, σημείωσε, διευκρινίζοντας ότι δεν εξετάζονται πτυχές της ίδιας υπόθεσης από άλλες ομάδες.
Ερωτηθείς σχετικά, ο Αστυφύλακας κατέθεσε στο δικαστήριο κατάλογο με τα άτομα τα οποία προτίθεται να ανακρίνει η Αστυνομία το επόμενο διάστημα.
Σύμφωνα με όσα ανέγνωσε ο δικαστής, θα ληφθούν καταθέσεις από 13 άτομα από το στενό του φιλικό και οικογενειακό περιβάλλον, τα οποία κρίνεται ότι θα επηρεάσει ο ύποπτος. Επιπλέον, θα ληφθούν καταθέσεις από 31 πρόσωπα, τα οποία περιλαμβάνουν και φυσικά και νομικά πρόσωπα. Επίσης, στο έγγραφο αναφέρεται ότι θα ληφθούν καταθέσεις από άλλους παραπονούμενους που εξαπατήθηκαν, κάνοντας λόγο για ακόμα 14 ονόματα.
Από την πλευρά της, η κατηγορούσα Αρχή, Αντιγόνη Μιχαήλ, έφερε ένσταση στη σειρά ερωτήσεων που είχαν στόχο να αποδειχθεί ότι δεν ισχύει τυχόν επηρεασμός των μαρτύρων από τον ύποπτο, λέγοντας ότι κατά τη νομολογία αρκεί η υπόνοια επηρεασμού και δεν χρειάζεται να αποδειχθεί.
Κατά την αγόρευσή της, η δημόσια κατήγορος, ανέφερε ότι για το διάταγμα προσωποκράτησης συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις για έκδοσή του. Σημείωσε ότι όπως φάνηκε από τη μαρτυρία η διερεύνηση της υπόθεσης άρχισε τον Μάρτιο 2024. Η υπόθεση είναι πολύ σοβαρή και αφορά διάφορα αδικήματα και περιστατικά.
«Σκοπός της Αστυνομίας δεν ήταν εξ αρχής η σύλληψη και προσωποκράτηση του υπόπτου και αυτό φαίνεται και από τις ενέργειες της Αστυνομίας. Υπήρχε από την πρώτη στιγμή μια συνεχόμενη αξιοποίηση του χρόνου, καθώς μάζευε στοιχεία και μαρτυρίες και δεν καταχράστηκε τις εξουσίες που της παρέχει ο νόμος, κάθε φορά που πρόκυπτε αδίκημα να ζητά ένταλμα σύλληψης και ένταλμα προσωποκράτησης», ανέφερε.
Αντίθετα, είπε, μόλις έλαβε και μελέτησε την προκαταρκτική έκθεση του Τμήματος Φορολογίας, τότε κρίθηκε αναγκαίο όπως αποταθούν στο δικαστήριο για να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης και αίτημα για διάταγμα κράτησης του υπόπτου.
Σημείωσε ότι η έκθεση από το Τμ. Φορολογίας ήταν το σημείο που διαφάνηκε ότι υπήρχε εικόνα εφ’ όλης της ύλης για να μπορέσει η Αστυνομία να ανακρίνει τον ύποπτο για όλα τα αδικήματα.
Υπάρχει ανακριτικό έργο που υπολείπεται. Η διαφορά είναι ότι τώρα υπάρχει ο κίνδυνος επηρεασμού των μαρτύρων, πρόσθεσε, αναφέροντας ότι τώρα υπάρχει και ολοκληρωμένη εικόνα για ανάκριση του υπόπτου και δεν θα είναι αποσπασματική η ανάκριση.
Επανέλαβε ότι δεν απαιτείται να αποδείξει η Αστυνομία επηρεασμό, αλλά να φανεί ότι υπάρχει λογικά εκτιμώμενος κίνδυνος επηρεασμού, κάτι που «θεωρώ ότι υπάρχει».
Σημείωσε ότι θα ληφθούν πέραν των 60 ανακρίσεων και αυτό δικαιολογεί και τις μέρες προσωποκράτησης που ζητά η Αστυνομία.
Από την πλευρά της, η δικηγόρος υπεράσπισης, Ανδριάνα Κλαΐδη, στη δική της αγόρευση, είπε ότι «θέση μας είναι ότι το αίτημα της Αστυνομίας θα πρέπει να απορριφθεί». Ανέφερε ότι τα φορολογικά αδικήματα, τα οποία είναι τα νέα αδικήματα που αποκαλύφθηκαν στις 14/6, ο μάρτυρας είπε ότι δεν συνηθίζεται να προφυλακίζεται κανένα πρόσωπο για αδικήματα που αφορούν παράβαση του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ή άλλα φορολογικά αδικήματα.
Επιπλέον, είπε ότι σε σχέση με αυτή την πτυχή, δεν μπορεί να επηρεαστεί το ανακριτικό έργο της Αστυνομίας, δεν μπορεί να καταστρέψει τεκμήρια και δεν μπορεί να επηρεάσει υπάλληλο του Τμήματος Φορολογίας.
Σε σχέση με τα προγενέστερα υπό διερεύνηση αδικήματα, ανέφερε ότι η Αστυνομία παραδέχτηκε ότι αυτά ξεκίνησαν από τις 8/3/24. Συνεπώς «υπάρχει εσκεμμένη παράλειψη να αποταθούν στο δικαστήριο για την εξασφάλιση της προφυλάκισης του πελάτη ήταν στην κατοχή της Αστυνομίας προγενέστερα.
Σημείωσε ότι μία από τις αρχές νομολογίας είναι ότι η Αστυνομία φέρει το βάρος να αποδείξει ότι υπάρχει μαρτυρία ότι διαπράχθηκαν τα αδικήματα. Η κ. Κλαΐδη είπε ότι δεν υπήρχε μαρτυρία, καθώς ο Αστυφύλακας δεν ήξερε ποιος είναι υπεύθυνος έναντι του ΦΠΑ και έκανε εικασίες. Αναφέρθηκε επίσης σε αδικήματα για τα οποία γίνεται ακόμα διερεύνηση αν έχουν διαπραχθεί και δεν δικαιολογείται η προσωποκράτηση.
«Δεν είναι καλόπιστη και γνήσια η υπόθεση εναντίον του πελάτη μας. Υπάρχει κατακερματισμός από την Αστυνομία για να αποκτήσει αθέμιτο πλεονέκτημα εναντίον του πελάτη μας», είπε.
Πρόσθεσε ότι το αίτημα της Αστυνομίας είναι για «αλλότριους σκοπούς».
Πηγή: ΚΥΠΕ