Ο αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας-Κονγκό έχει στοιχίσει τη ζωή σε 13 ανθρώπους επί συνόλου σχεδόν 100 κρουσμάτων μέχρι στιγμής το τρέχον έτος στο Ιράκ, ανακοίνωσε χθες Σάββατο το Υπουργείο Υγείας.

Ερωτηθείς σχετικά από το Γαλλικό Πρακτορείο, ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας, Σάιφ αλ Μπαντρ, διαβεβαίωσε ότι «προς το παρόν» η επιδημιολογική κατάσταση μοιάζει αυτή τη χρονιά καλύτερη από ό,τι την προηγούμενη, όταν επιβεβαιώθηκαν 212 κρούσματα και διαπιστώθηκαν 27 θάνατοι.

Η ιογενής ασθένεια μεταδίδεται στον άνθρωπο από τσιμπήματα παρασίτων ή την επαφή με μολυσμένα ζώα.

«Από την αρχή της χρονιάς, ο αριθμός των μολύνσεων από τον ιό που προκαλεί αιμορραγικό πυρετό ανέρχεται σε 95, συμπεριλαμβανομένων 13 θανατηφόρων», μετέδωσε χθες το ιρακινό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων INA.

Και φέτος η φτωχή αγροτική επαρχία Ντι Καρ (νότια) καταγράφει τα περισσότερα κρούσματα και τους περισσότερους θανάτους, αντίστοιχα 28 και 6, διευκρίνισε ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας.

Στην επαρχία αυτή κάτοικοι εκτρέφουν βοοειδή, πρόβατα, κατσίκια και βουβάλια, ζώα που είναι δυνητικοί ξενιστές του ιού που προκαλεί τον αιμορραγικό πυρετό Κριμαίας-Κονγκό.

Οι άνθρωποι που απειλούνται περισσότερο είναι όσοι εκτρέφουν ζώα ή εργάζονται σε σφαγεία, τόνισε ο εκπρόσωπος στο INA.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η μετάδοση του ιού στον άνθρωπο γίνεται «είτε μέσω τσιμπημάτων τσιμπουριών και ψύλλων, ή μέσω της επαφής με το αίμα ή τους ιστούς μολυσμένων ζώων, κατά τη διάρκεια της σφαγής τους ή αμέσως μετά».

Ο ιός έχει υψηλή θνητότητα, που κυμαίνεται από το 10% ως ακόμη και το 40% των κρουσμάτων.

Η μετάδοση του ιού μεταξύ ανθρώπων μπορεί να γίνει μέσω της «άμεσης επαφής με το αίμα, τα περιττώματα, τα εκκρινόμενα υγρά ή τα όργανα αυτών που έχουν μολυνθεί», σημειώνει ο ΠΟΥ.

Η νόσος θεωρείται ενδημική στο Ιράκ, όπου αναφέρονται κρούσματα από το 1979. Ωστόσο το 2022 καταγράφτηκε η πιο αξιοσημείωτη έξαρσή της, καθώς από το 1989 μέχρι το 2009 είχαν επιβεβαιωθεί μόλις έξι κρούσματα, το 2018 τρία θανατηφόρα κρούσματα και «το 2021 33 κρούσματα, συμπεριλαμβανομένων 13 θανατηφόρων», σύμφωνα με τον ΠΟΥ.

Ανάμεσα στις υποθέσεις που κάνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας για την αύξηση των κρουσμάτων είναι η απουσία εκστρατείας ψεκασμού με παρασιτοκτόνα των εκτρεφομένων  ζώων το 2020 και το 2021, που επέτρεψε να μεγεθυνθεί ο πληθυσμός ειδικά των ψύλλων.

Στέλεχος του ΠΟΥ είχε σημειώσει πως ο πολλαπλασιασμός των παρασίτων θα μπορούσε, εν μέρει τουλάχιστον και «με επιφύλαξη», να αποδοθεί στην κλιματική αλλαγή, διότι επιμήκυνε την περίοδο του πολλαπλασιασμού τους.