Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, και ο Πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ, τόνισαν τη σημασία της υιοθέτησης ενός νέου Συμφώνου για το Άσυλο και τη Μετανάστευση που θα επιτρέψει στην ΕΕ να ανταποκριθεί γρήγορα και να εγγυηθεί την αποτελεσματική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών.
Παράλληλα, επαναβεβαίωσαν τη θέση για μια συνολική και βιώσιμη διευθέτηση του Κυπριακού, στη βάση μιας δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, όπως ορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και σύμφωνα με το κεκτημένο, τις αρχές και τις αξίες της ΕΕ. Τόνισαν επίσης ότι μια ειρηνική, σταθερή, ασφαλής και ευημερούσα Μεσόγειος αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για την ΕΕ και εξέφρασαν την στήριξή τους στην κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα των δύο χωρών.
Οι θέσεις περιλαμβάνονται σε Κοινό Ανακοινωθέν των δύο ηγετών που εκδόθηκε μετά τη συνάντησή τους σήμερα στο Πρωθυπουργικό Μέγαρο Mocnloa, στη Μαδρίτη.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Προεδρίας της Δημοκρατίας, κατά τη συνάντηση συζητήθηκαν θέματα που αφορούν, μεταξύ άλλων, την ευρωπαϊκή ατζέντα, τις εξελίξεις στο Κυπριακό και τις τουρκικές προκλήσεις στις θαλάσσιες ζώνες και επί του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, το Μεταναστευτικό, τις προσπάθειες για αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού, τις περιφερειακές εξελίξεις, την πολιτική της Νότιας Γειτονίας και θέματα Δυτικών Βαλκανίων.
Στο Κοινό Ανακοινωθέν των δύο Κυβερνήσεων αναφορικά με τη συνάντηση αναφέρεται ότι η συνάντηση πραγματοποιήθηκε κατόπιν πρόσκλησης της Αυτού Μεγαλειότητας Βασιλιά Φίλιππου ΣΤ` προς τον Πρόεδρο Αναστασιάδη.
Κατά τη συνάντηση, οι δύο ηγέτες επανέλαβαν τις άριστες σχέσεις Ισπανίας και Κύπρου και συζήτησαν τις παγκόσμιες προκλήσεις και τα σημαντικά θέματα της ευρωπαϊκής ατζέντας.
«Οι δύο ηγέτες αντάλλαξαν επίσης απόψεις για την πανδημία της COVID-19 και τόνισαν τη σημασία της ανταλλαγής γνώσεων, τεχνογνωσίας, βέλτιστων πρακτικών και τεχνολογίας», προσθέτει.
Επιβεβαίωσαν, επίσης, τη δέσμευσή τους στο ταμείο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της ΕΕ προς τόνωση των οικονομιών των δύο χωρών τους και ανάκαμψη από τις επιπτώσεις της COVID-19. Οι απόψεις τους συνέκλιναν και σε σχέση με την αντιμετώπιση της μετανάστευσης, και από το πρίσμα των μεσογειακών χωρών πρώτης εισόδου, τόνισαν τη σημασία της υιοθέτησης ενός νέου Συμφώνου για το Άσυλο και τη Μετανάστευση που θα επιτρέψει στην ΕΕ να ανταποκριθεί γρήγορα και να εγγυηθεί την αποτελεσματική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, βασισμένο στην κοινή ευθύνη και την αποτελεσματική αλληλεγγύη, αναφέρει το Κοινό Ανακοινωθέν.
Επιπρόσθετα, οι δύο ηγέτες εξέφρασαν τη μεγάλη τους ικανοποίηση για την υπογραφή, με την ευκαιρία αυτή, τριών Μνημονίων Συναντίληψης, στον τομέα της Υγείας, των πολιτικών διαβουλεύσεων μεταξύ των Υπουργείων Εξωτερικών και της συνεργασίας μεταξύ της Ισπανικής Διπλωματικής Σχολής και της Κυπριακής Διπλωματικής Ακαδημίας. Εξέφρασαν επίσης την ισχυρή βούλησή τους να ενισχύσουν και να εμβαθύνουν τις σχέσεις στο εμπόριο, την καινοτομία, τον τουρισμό, τον πολιτισμό και την εκπαίδευση.
Οι ηγέτες επανέλαβαν ότι μια ειρηνική, σταθερή, ασφαλής και ευημερούσα Μεσόγειος αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για την ΕΕ και εξέφρασαν την στήριξή τους στην κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα των δύο χωρών. Τόνισαν επίσης τη σημασία του σεβασμού των κυριαρχικών δικαιωμάτων του κάθε κράτους στις θαλάσσιες ζώνες τους σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του δικαίου της θάλασσας.
Επιβεβαίωσαν τη σθεναρή στήριξή τους σε μια συνολική και βιώσιμη διευθέτηση του Κυπριακού, στη βάση μιας δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, όπως ορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και σύμφωνα με το κεκτημένο, τις αρχές και τις αξίες της ΕΕ.
Τόνισαν επίσης ότι, όσον αφορά στα Βαρώσια, όλα τα ψηφίσματα και δηλώσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, καθώς και οι σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, πρέπει να γίνονται σεβαστά και να εφαρμόζονται προκειμένου, μεταξύ άλλων, να δημιουργηθεί ένα ευνοϊκό περιβάλλον που με τη σειρά του θα συμβάλει στην επίτευξη μιας συνολικής και βιώσιμης πολιτικής διευθέτησης. Αυτό όχι μόνο θα ωφελήσει τον λαό της Κύπρου, τόσο τους Ελληνοκύπριους όσο και τους Τουρκοκύπριους, αλλά θα συμβάλει σημαντικά στην ειρήνη και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή, καταλήγει το Κοινό Ανακοινωθέν.