Με πνεύμα σύνεσης και συνεργασίας, όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς στο θέμα του χαλουμιού κατέληξαν σήμερα στην πορεία που θα ακολουθηθεί και στη μάχη που θα δοθεί στις Βρυξέλλες για την κατοχύρωση του προϊόντος.

Αυτό ήταν το αποτέλεσμα σημερινής ευρείας σύσκεψης υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη, με τη συμμετοχή των υπουργών Γεωργίας, Εξωτερικών, Εμπορίου, καθώς και όλων των εμπλεκόμενων φορέων.

Σε δηλώσεις του μετά τη σύσκεψη, ο υπουργός Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος Κώστας Καδής είπε ότι συζητήθηκαν όλες οι πτυχές του θέματος, ενώ αρχικά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε την ευκαιρία να ενημερώσει γύρω από τις τελευταίες εξελίξεις, για την επανεγγραφή εμπορικού σήματος στο Ηνωμένο Βασίλειο και για τις προσπάθειες για κατοχύρωση του χαλουμιού ως προϊόντος Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ).

Στη συνέχεια, είπε ο κ. Καδής, ο ΠτΔ άκουσε τις απόψεις όλων των εμπλεκομένων, σημειώνοντας πως σε αρκετά ζητήματα εκφράστηκαν διαφορετικές, αλλά και έντονες απόψεις. «Μέσα από ένα εποικοδομητικό κλίμα και μια προσπάθεια να βρεθούν συναινετικές λύσεις καταλήξαμε στην πορεία που θα ακολουθηθεί και τα βήματα που θα γίνουν για το θέμα. Συγκεκριμένα ως προς το θέμα της κατοχύρωσης, παραμένουμε προσηλωμένοι στην έγκριση του φακέλου που έχει υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή», δήλωσε ο υπουργός. Πρόσθεσε ότι το επόμενο διάστημα θα επιδιωχθεί συνάντησή του με τον Επίτροπο Γεωργίας και τον Επίτροπο Υγείας της ΕΕ «για να μπουν όλα στο τραπέζι και να ξεκαθαρίσουν όλες οι πτυχές που είναι σε εκκρεμότητα σήμερα και με αυτόν τον τρόπο ευελπιστούμε ότι σύντομα θα φτάσουμε σε κατάληξη».

Επί τάπητος στη σύσκεψη τέθηκε και το ενδεχόμενο αύξησης του ποσοστού αιγοπρόβειου γάλακτος στη σύνθεση του χαλουμιού και εκεί υποβλήθηκαν διάφορες εισηγήσεις. «Καταλήξαμε στο να παραμείνει η σημερινή ποσόστωση, αλλά να υπάρξει εγγύηση από πλευράς των τυροκόμων ότι θα παραλαμβάνουν όλο το αιγοπρόβειο γάλα και μάλιστα θα υπάρξει μια αύξηση στην τιμή του μέσα στην επόμενη περίοδο», ενημέρωσε ο κ. Καδής, προσθέτοντας πως οι λεπτομέρειες αυτής της ρύθμισης θα συζητηθούν σε συνάντηση στο γραφείο του με τους εμπλεκόμενους φορείς.

«Η όλη συζήτηση διεξήχθη σε ιδιαίτερα πολιτισμένο και εποικοδομητικό κλίμα και εκφράζω την ευαρέσκειά μου για το γεγονός αυτό», τόνισε ο υπουργός.

Ερωτηθείς για το θέμα της κατοχύρωσης του χαλουμιού, ο κ. Καδής ανέφερε ότι «η κατάληξη του θέματος της κατοχύρωσης δεν εξαρτάται από την κυπριακή πλευρά, αλλά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις προτάσεις που είχαν υποβληθεί για να φτάσουμε σε μια διευθέτηση. Αυτές οι προτάσεις σε ορισμένες πτυχές τους δεν μας ικανοποιούσαν. Ως εκ τούτου, με τη νέα Επιτροπή πάμε να κάνουμε μια νέα προσπάθεια επειδή υπήρχαν διαφορετικές προσεγγίσεις από δύο διαφορετικές Διευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε αυτό το θέμα». Και πρόσθεσε: «Σε κάθε περίπτωση θα παρακολουθούμε, και δεσμευτήκαμε για αυτό, τις εξελίξεις και το πώς προσεγγίζει η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή το θέμα και θα ενημερώνουμε σε τακτική βάση όλους τους εμπλεκόμενους φορείς».

Σε ερώτηση σχετικά με την πολιτική πτυχή του θέματος, ο κ. Καδής είπε ότι «οι διαφορετικές προσεγγίσεις που είχαν παρατεθεί και από την ίδια την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις διάφορες διευθύνσεις της συνδέονται με την πολιτική διάσταση και γι’ αυτό είπαμε ότι θα πρέπει να τεθούν όλα στο τραπέζι, να δούμε ολοκληρωμένα το ζήτημα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ώστε να καθοριστούν τα επόμενα βήματα και να προχωρήσουμε σε μια κατάληξη. Σε αυτό θεωρώ πως όλοι συμφωνούν ότι πρέπει να ξεκαθαρίσει το σκηνικό και να διερευνηθούν οι τρόποι με τους οποίους θα ολοκληρωθεί η διαδικασία κατοχύρωσης».

Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, ο υπουργός είπε ότι «δεν τίθεται θέμα τροποποίησης του φακέλου πριν την κατοχύρωσή του. Οποιαδήποτε τέτοια συζήτηση θα πρέπει να γίνει μετά και με πάρα πολύ προσεκτικά βήματα».

Ερωτηθείς, τέλος, αν η κυπριακή πλευρά μεταβαίνει ενωμένη στις Βρυξέλλες για να δώσει τη μάχη, ο κ. Καδής είπε ότι αυτό πρέπει να είναι το μήνυμα, «ότι πάμε με όλες μας τις δυνάμεις για να επιχειρήσουμε μια τελική προσπάθεια κατοχύρωσης του φακέλου, σε συνεργασία με όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής».