Του Μιχάλη Πουργουρίδη

Όλοι τον ήξεραν, δεν χρειάστηκε ποτέ να αναφέρει το επώνυμο του. Από τον καιρό που ο φιλόλογος τον ρώτησε στην τάξη γιατί δεν γράφει επίθετο του, μέχρι τότε που είχε ήδη αποδείξει στον χώρο του τραγουδιού την επιτυχημένη πορεία του, απαντούσε πάντα: «Ένας είναι ο Πυθαγόρας, όλοι με ξέρουν».

Ο στιχουργός, ηθοποιός, σεναριογράφος και θεατρικός συγγραφέας Πυθαγόρας Παπασταματίου γεννήθηκε στις 12.4.1930 στο Αγρίνιο και ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος τον βρίσκει να τελειώνει το δημοτικό.

Οι γονείς του ήταν και οι δύο από την Σάμο και είχαν γνωριστεί στη Σμύρνη λίγο πριν από την καταστροφή της. Ίσως ήταν ένας από τους λόγους που αποτύπωσε τόσο παραστατικά μέσα από τον στίχο του στην «Μικρά Ασία», που έγραψε το 1972, τα γεγονότα και τις καταστάσεις που έζησαν και «κουβάλησαν» ο πατέρας και η μάνα του.

Κατά τη διάρκεια της κατοχής ο αδελφός του κατατάγεται στο αντάρτικο. Ο ίδιος ο Πυθαγόρας σε ηλικία 14 ετών, τον Μάρτη του 1944, κατατάγεται στον ΕΛΑΣ και αναγκάζεται έτσι να τελειώσει το γυμνάσιο μετά τη λήξη του πολέμου.

Από το 1958 και μετά ασχολήθηκε κυρίως με το γράψιμο. Το 1964 γράφει το σενάριο και πρωταγωνιστεί στην ταινία «Κάθε λιμάνι και καημός». Υπογράφει επίσης το ομότιτλο τραγούδι που σε μουσική του Γιώργου Κατσαρού ερμήνευσαν και έκαναν μεγάλη επιτυχία ο Πάνος Γαβαλάς και η Ρία Κούρτη.

Γράφει στίχους για πολλά τραγούδια που γίνονται επιτυχίες. «Ο Σταμούλης ο λοχίας» (Γ.Κατσαρός-Γ.καλατζής-1971), «Όταν πίνει μια γυναίκα» (Β. Βασιλειάδης-Χ. Αλεξίου-1970), «Πίσω από τις καλαμιές» (Γιώργος Κατσρός-Μαρινέλλα-1967), «Κυρά-Γιώργαινα» (Γ.Κατσαρός-1970-Γ.Καλατζής), «Στα βράχια της Πειραϊκής» (Νάκης Πετρίδης-1968-Στ.Καζαντζίδης), «Νύχτα στάσου» (Χ.Νικολοπουλος-1972-Λίτσα Διαμάντη), «Ο επιπόλαιος» (Γ.Κατσαρός-1969-Γ.καλατζης), «Αγιά Λεούσα» (Γ.Κατσαρός-1969-Γ.Καλατζής), «Αύριο πρωί» (Απόστολος Καλδάρας-1971-Γ.Νταλάρας), «Ο θάνατος του ποιητή» (Απόστολος Καλδάρας-1971-Γ,Νταλαρας) και πολλά άλλα.

«Μικρά Ασία» είναι ο τίτλος ενός δίσκου, ο οποίος κυκλοφόρησε στις 16 Οκτωβρίου του 1972. Η μουσική των τραγουδιών, ανήκει στο συνθέτη Απόστολο Καλδάρα κι οι στίχοι στον Πυθαγόρα Παπασταματίου. Ερμηνευτές ήταν ο Γιώργος Νταλάρας και η Χάρις Αλεξίου. Αφορμή για την κυκλοφορία του συγκεκριμένου δίσκου ήταν το γεγονός πως τον Αύγουστο του 1972 συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Μαζί με το «Βυζαντινό Εσπερινό» θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους δίσκους της Ελληνικής Δισκογραφίας. Παραγωγός του δίσκου, διάρκειας 38:55, ήταν ο Αχιλλέας Θεοφίλου και κυκλοφόρησε από την εταιρεία «Minos».

Η εφημερίδα «Το Βήμα» εκείνη τη χρονιά γράφει: «…δεν είναι Σεφέρηδες, Σικελιανοί, Παλαμάδες. Ούτε μουσουργοί με παγκοσμιότητα που δονούν το πεντάγραμμο. Στις στροφές του δίσκου «Μικρά Ασία», είμαστε εμείς. Ο πόνος, ο καημός, το κλάμα και το βογκητό ενός λαού. Μαζί μ’ αυτό και η βαθύτατη ανθρωπιά. Δόξες τους έθνους, μεγάλοι ποιητές, ακαδημαϊκοί και Νομπελίστες σας στρώνω δάφνες για να περάσετε. Συμπαθάτε με, όμως, όταν σας λέμε ότι με τη δική σας λύρα, με τους υψηλούς φθόγγους δεν ράγισε η ψυχή της μάζας όσοι οι απλοί αυτοί στίχοι και τα λαϊκά μοτίβα, γυρίζουν και ακούγονται από τις στροφές αυτού του δίσκου».

Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, ότι ο Πυθαγόρας, ο οποίος γεννήθηκε το 1930, καταφέρνει να αποτυπώσει σε 12 λαϊκά τραγούδια την πίκρα, τον πόνο, τον όλεθρο της προσφυγιάς και τον ξεριζωμό του 1922, οκτώ χρόνια πριν να γεννηθεί.

Στις 9 Οκτωβρίου του 1973 το δέκατο προσωπικό άλμπουμ της Μαρινέλλας φέρει τον τίτλο «Αλβανία». Κυκλοφορεί σε βινύλιο 33 στροφών με διάρκεια 29:77 από την δισκογραφική εταιρεία Polygram. Περιλαμβάνει δώδεκα τραγούδια σε μουσική του Γιώργου Κατσαρού και στίχους του Πυθαγόρα αφιερωμένα στον Ελληνοιταλικό πόλεμο του 1940.

Κι εδώ είναι άξιο απορίας πώς καταφέρνει ο Πυθαγόρας να αποτυπώσει σκηνές και συναισθήματα από έναν πόλεμο που τον βίωσε σε ηλικία μόλις 10 ετών. Μέσα από τους στίχους του να μπορεί να εμψυχώσει έναν ολόκληρο λαό.

Η «Αλβανία» υπήρξε η πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά της Μαρινέλλας με συγκεκριμένους δημιουργούς και συγκεκριμένο θέμα.

Στο εσώφυλλο του άλμπουμ υπάρχουν οι στίχοι των τραγουδιών, πλούσιο φωτογραφικό υλικό από τις μάχες, ένα σημείωμα των συντελεστών και μια προσωπογραφία της Μαρινέλλας σχεδιασμένη από τον Νίκο Πετρόπουλο, ο οποίος επιμελήθηκε και το εξώφυλλο. Παραγωγός ήταν ο Φίλιππος Παπαθεοδώρου και η ηχογράφηση έγινε στο στούντιο Polysound με ηχολήπτη τον Γιάννη Σμυρναίο.

Η παρουσίαση των τραγουδούν και κατ’ επέκταση του δίσκου έγινε στις 27 Οκτωβρίου 1973, παραμονή της επετείου του ΟΧΙ, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά σε μια ιστορική συναυλία που μεταδόθηκε απευθείας από την ΕΙΡΤ. Ήταν η πρώτη συναυλία που είχε μεταδώσει η ελληνική τηλεόραση.

Μετά την προβολή της και την αποδοχή της, τόσο από τους παρόντες θεατές όσο και από ολόκληρο τον Ελληνισμό που καθηλώθηκε στις τηλεοράσεις του εκείνο το βράδυ, όλο το μουσικό έργο θεωρήθηκε αντιστασιακό και η κυκλοφορία του απαγορεύτηκε από τη χούντα. Η επανακυκλοφορία του δίσκου επετράπη μετά τη μεταπολίτευση. Το 1974 ήταν η χρονιά κατά την οποία η Μαρινέλλα ερμήνευσε για δεύτερη φορά την «Αλβανία» σε συναυλία στο Αλεξάνδρειο Μέλαθρο (Παλαί ντε Σπορ-Nick Galis Hall) της Θεσσαλονίκης δίπλα στον Δημήτρη Μητροπάνο και Γιάννη Καλατζή.

Πληροφοριακά αξίζει να αναφέρουμε ότι Το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας Τηλεοράσεως (ΕΙΡΤ) ήταν ελληνικός δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας που ιδρύθηκε στις 10 Δεκεμβρίου του 1970 με νομοθετικό διάταγμα της χούντας. Προέκυψε ως διάδοχος του ΕΙΡ, πρώτου φορέα ενημέρωσης που διαχειρίστηκε ραδιόφωνο και τηλεόραση. Κατά την πτώση της Χούντας το ΕΙΡΤ έδειξε σε έκτακτα ασπρόμαυρα δελτία την παράδοση της εξουσίας στην πολιτική ηγεσία καθώς και την επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Ελλάδα. Στις 3 Δεκεμβρίου 1975 το ΕΙΡΤ καταργήθηκε και το διαδέχτηκε η νεοϊδρυθείσα και παραμένουσα μέχρι σήμερα Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση (ΕΡΤ).

Και συνεχίζουμε!

«Φίλοι μου, ο δίσκος που ακούτε αυτή τη στιγμή έχει τίτλο “Υπάρχω” και γράφτηκε με τη συνεργασία του Πυθαγόρα και του Χρήστου του Νικολόπουλου. Ο τίτλος είναι συμβολικός και αφορά εσάς και εμένα. Υπάρχω σαν καλλιτέχνης και σαν άνθρωπος, απ’ τον καιρό που εσείς, οι γνωστοί και άγνωστοι φίλοι μου, με αγαπήσατε και με κάνατε δικό σας.

Υπάρχω εφόσον εξακολουθείτε να πιστεύετε ότι εκφράζω τους καημούς, τα προβλήματά σας, την πίκρα της ξενιτιάς, τον μόχθο του εργάτη, την εγκατάλειψη, τη μοίρα του ανθρώπου της συνοικίας. Και θα υπάρχω όσο υπάρχουν ταπεινοί, αγνοί και τίμιοι άνθρωποι του λαού. Γιατί μόνο στην καρδιά του λαού ζω. Εκεί είναι το σπίτι μου, εκεί γεννήθηκα, εκεί θα πάψω κάποτε να υπάρχω. Σας ευχαριστώ».

Έναν χρόνο μετά την πτώση της δικτατορίας και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, συγκεκριμένα τον Νοέμβριο του 1975 , μια γνώριμη φωνή ακουγόταν από την εισαγωγή του δίσκου, σαν πρόζα και προλόγιζε 12 λαϊκά τραγούδια που αποτελούσαν δισκογραφικό γεγονός.

Ο Στέλιος Καζαντζίδης στο δίσκο που λεγόταν «Υπάρχω» , θα έκλεινε έναν κύκλο στην καριέρα του, αφού από τότε (1975) θα δισκογραφήσει ξανά το 1987 («Ο δρόμος της επιστροφής»). Συντελεστές του άλμπουμ ήταν οι Πυθαγόρας και Χρήστος Νικολόπουλος, με εξαίρεση το τραγούδι «Έφυγες με έναν άλλονε» που ήταν ένα παλιό λαϊκό, σύνθεσης Γιάννη Τατασόπουλου, σε στίχους του Νίκου Ρούτσου. Όσον αφορά το «Υπάρχω» του Καζαντζίδη, ένα έργο-σύμβολο για το λαϊκό τραγούδι, όπως σημείωνε ο Πάνος Γεραμάνης, οι συνειρμοί ήταν πολλοί.

Ο Καζαντζίδης δήλωνε ότι «υπήρχε» σε σχέση με τις δισκογραφικές εταιρείες (ποτέ οι σχέσεις τους δεν ήταν ρόδινες). Υπήρχε ως τραγουδιστής και αυτόνομη καλλιτεχνική οντότητα και μετά τον χωρισμό του με τη Μαρινέλλα. Το «Υπάρχω» όμως ήταν και μια λέξη-μήνυμα στη στενή και αδιάλειπτη σχέση του με τον λαό. Με τον απανταχού Ελληνισμό, που λάτρευε τα τραγούδια του. Ένα μεγάλο έργο, εξάλλου, είναι και αυτό που σηκώνει πολλαπλές ερμηνείες.

Μία λεπτομέρεια ακόμη, πάντως, για να αντιληφθούμε τη δυναμική του ερμηνευτή. Αρχές του χειμώνα του 1976 ο κύκλος των τραγουδιών παρουσιάστηκε μια Δευτέρα ζωντανά από τον Καζαντζίδη και την ορχήστρα του στην κρατική τηλεόραση. Είναι η βραδιά όπου η Αθήνα και οι επαρχίες νέκρωσαν από κόσμο που είχε στηθεί στις ασπρόμαυρες τηλεοράσεις για να δει τον λαϊκό βάρδο να ερμηνεύει τα κομμάτια σε μια ομολογουμένως κορυφαία στιγμή και για τον ίδιο. Και τώρα ένα άγνωστο παρασκήνιο από τις ημέρες των ηχογραφήσεων του δίσκου. Ηχολήπτης ήταν ο Τάκης Φιλιππίδης (με βοηθούς τον Μίμη Καννή και τον Γιαννάκη Παπαϊωάννου), ενώ διεύθυνση παραγωγής έκανε ο Αχιλλέας Θεοφίλου.

«Είχαν παραγγελία τους πρώτους 500-1.000 δίσκους και επειδή υπήρχε μεγάλη ζήτηση δεν προλάβανε στο οπισθόφυλλο να γράψουν τους συντελεστές. Θυμάμαι πως εμείς με το στυλό γράφαμε τους συντελεστές και στη δεύτερη κοπή μπήκαν τα στοιχεία», σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο Γιαννάκης Παπαϊωάννου. Και μία ακόμη άγνωστη λεπτομέρεια για το εξώφυλλο του «Υπάρχω» όπου εικονίζεται ο Καζαντζίδης σε στιγμή ερμηνείας: Την ώρα που τραγουδά ο Στέλιος είναι η στιγμή που τον φωτογραφίζει ο Αλέξης Σοφιανόπουλος. «Ας ακουστεί μόνο το κλικ της φωτογραφικής μηχανής, δεν πειράζει», του είπαν από την παραγωγή, και έτσι η στιγμή έμεινε στην ιστορία και μάλιστα από μια όχι στημένη εικόνα».

«Γράφοντας τον δίσκο ο Στέλιος ερχόταν πάντοτε και έκανε πρόβα με τα τραγούδια. Έχω πιάσει τον Στέλιο στην κονσόλα να περπατάει με τα χέρια στην τσέπη, να φτάνει μέχρι τη γωνία τού στούντιο και να τραγουδάει μόνος του». “Άμα είσαι σε γωνία τοίχου και τραγουδήσεις πολύ κοντά, η φωνή σου γυρίζει πίσω και η γωνία γίνεται σαν ηχείο”, μου είπε ο Στέλιος καθώς πρόβαρε μόνος του τα κομμάτια», συμπληρώνει ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο οποίος από την κονσόλα του Στούντιο 2 της Columbia ζούσε τις ιστορικές εκείνες ημέρες. Στα τραγούδια «Κάτω απ’ το πουκάμισό μου», «Οι αισθηματίες» και «Άργησα να σε γνωρίσω» δεύτερες φωνές έκανε ο Γιώργος Νταλάρας(το είχε ζητήσει ο ίδιος, αλλά το ήθελε και ο Καζαντζίδης).

Ο Νικολόπουλος ήταν πάντα εκεί, όπως και ο Πυθαγόρας (είχε κύρος και ρωτούσε τη γνώμη του ο Καζαντζίδης για όλα). Επίσης, τις ημέρες των ηχογραφήσεων έρχονταν φίλοι του Καζαντζίδη από τη Νέα Ιωνία, οι οποίοι με δέος τον παρακολουθούσαν. Τα Χριστούγεννα του 1975 ο δίσκος «Υπάρχω» ήταν ήδη ανάρπαστος. Το ομώνυμο σουξέ έγινε αμέσως ο απόλυτος λαϊκός αλλά και «εγωιστικός ύμνος».

Τελικά όμως υπήρχε «μόνο στην καρδιά του λαού», όπως ο ίδιος στον πρόλογο του δίσκου σημείωνε, αφού και ο ίδιος ο λαός πια, είχε μετασχηματιστεί.

Το όνομα «Υπάρχω», «δανείστηκαν» ταβέρνες, και νυχτερινά κέντρα στα οποία, μόνο η ταμπέλα έξω με τη λέξη αυτή, παραπέμπει στον μεγάλο και σπουδαίο ερμηνευτή, σε έναν ιστορικό δίσκο και μια επίσης ιστορική στιγμή στη συνεργασία της τριπλέτας Πυθαγόρας-Νικολοπουλος-Καζαντδίδης. Αμέσως μετά, κατά τραγική ειρωνεία, ο Καζαντζίδης θα διέκοπτε τη δισκογραφική παρουσία του για 12 χρόνια, παράλληλα με τη μόνιμη αποχή του από τον κόσμο της νύχτας.

Στη συνέχεια, ο Πυθαγόρας γράφει τους στίχους του πρώτου τραγουδιού που εκπροσωπεί την Ελλάδα στο διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision που έλαβε χώρα στο Brighton της Αγγλίας στις 6 Απριλίου 1974. Τη μουσική γράφει ο Γιώργος Κατσαρός και το τραγούδι «κρασί, θάλασσα και τα αγόρι μου» μεταξύ 17 διαγωνιζομένων χωρών, καταλαμβάνει την ενδέκατη θέση.

Ο Πυθαγόρας από ‘κει και έπειτα γράφει στίχους τραγουδιών που θα γίνουν μεγάλες επιτυχίες. Μερικά από αυτά είναι: «Θα με θυμηθείς» (1979-Γιάννης Σπανός) με τον Γιάννη Πάριο, «Αγάπα με» (1977-Julio Inglesias) με τον Γιάννη Πουλόπουλο, «Την αγαπούσα παραδέχομαι» (Ζακ Ιακωβίδης-1976) με τον Γιάννη Πάριο, «Γιατί φοβάσαι» (1975-Στέλιος Βλαβιανός) με την Μαρινέλλα, φτάνοντας μέχρι το 1996 και το «Φούμα-Φούμα» με μελοποίησε ο Νικολόπουλος και το τραγούδησε ο Τάκης Μπίνης στον δίσκο «Άνθη ευλαβείας».

Ο Πυθαγόρας δίνει το παρόν του και στον δίσκο «Τα τραγούδια της Χαρούλας» το 1979 σε μουσική του Μάνου Λοΐζου, γράφοντας στίχους σε 3 από τα 12 κομμάτια του δίσκου. «Σε πέντε ώρες ξημερώνει Κυριακή», «Τέλι-τέλι», «Τι να πω».

Στίχοι «ανεξίτηλοι» τόσο από τον Πυθαγόρα όσο και από τον Ρασούλη που έγραψε τα υπόλοιπα κομμάτια του δίσκου, ο οποίος αγαπιέται μέχρι και σήμερα από τον καιρό που πρωτακούστηκε. Ένας δίσκος που στιγμάτισε το ελληνικό τραγούδι, μα και συνάμα την καριέρα της Αλεξίου, καθώς θεωρείται-ορόσημο στη μεγάλη δισκογραφία της.

Ο Πυθαγόρας Παπασταματίου ήταν άνθρωπος με ευαισθησίες και εξαίρετος ως επαγγελματίας. Ήξερε καλά να γράφει τραγούδια που θα γίνονταν επιτυχίες, διατηρούσε καλά τις ισορροπίες στη γραφή του και ήταν πολύτιμος για τις εταιρείες. Με τον στίχο του κατάφερε να αναδείξει το λαϊκό τραγούδι σε μια εποχή που αστικοποιείτο προσπαθώντας να κρατήσει κάτι από την παλιά αίγλη και ρίζα του. Υπήρξε σαφώς και ερωτικός τροβαδούρος αλλά και εκείνος που ύμνησε τη γειτονιά και τη μελαγχολία της, τους ανθρώπους της και τα όνειρα τους.

Ο Πυθαγόρας ήταν και συνεχίζει να είναι ένα από τα μεγάλα κεφάλαια του ελληνικού τραγουδιού. Είχε μεγάλη ευχέρεια στο να δίνει απλά και κατανοητά τραγούδια που είχαν ένα υψηλό μέσο όρο στο θέμα γλώσσας και γραφής. Δεν διεκδίκησε ποτέ και με κανέναν τρόπο τον τίτλο του ποιητή και του έντεχνου τραγουδοποιού. Ήταν αφοσιωμένος στην αφαιρετική και συνάμα την άμεση τέχνη του τραγουδιού την οποία κατείχε ως το μεδούλι της.

Τα θέματα του, όταν τα αντλούσε από την καθημερινότητα ήταν πηγαία και δημιουργούσαν σκηνές και εικόνες. Αυτά που μιλούσαν για την Μικρά Ασία και την Αλβανία ήταν καίρια επίκαιρα και «ζωντανά».

Μανιώδης καπνιστής και αρνούμενος να πειθαρχήσει στις συστάσεις των γιατρών του έφυγε ξαφνικά από τη ζωή από έμφραγμα, σε ηλικία μόλις 49 ετών. Ήταν 13 Νοεμβρίου του 1979. Κηδεύτηκε στο Μαρούσι.

Ο Πυθαγόρας άφησε πίσω του ένα μεγάλο και πλούσιο έργο καταφέρνοντας να το περάσει στα «χείλη» του λαού.

Μέσα από τον στίχο του να συνδέσει και εκφράσει την απλή καθημερινότητα, τη λύπη και τη χαρά , την απογοήτευση και την ελπίδα, το πάθος, την αγάπη τον έρωτα τον χωρισμό. Πάνω όμως απ’ όλα με τρεις «ιστορικούς» δίσκους, «Μικρά Ασία», «Αλβανία» και «Υπάρχω» κατάφερε να καταγράψει την σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας με τις κοινωνικοπολιτικές τις προεκτάσεις. Παράλληλα όμως μπόρεσε να εκφράσει σε χρόνια δύσκολα τους πόθους τα όνειρα, και τους καημούς κάθε Έλληνα.

 

Οι απόψεις εκφράζουν τον συντάκτη τους και δεν αντιπροσωπεύουν κατ’ ανάγκην την άποψη του Καναλιού 6