Δημιουργούνται μεγάλα προβλήματα από την έλλειψη υποστηρικτικού προσωπικού στα δικαστήρια, είπε ο Πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου, Αντώνης Λιάτσος στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών, κατά την εξέταση του προϋπολογισμού της Δικαστικής Υπηρεσίας.
Η έλλειψη δακτυλογράφων προκαλούσε μεγάλες καθυστερήσεις στην έκδοση των διαταγμάτων των δικαστηρίων, με αποτέλεσμα τη μη εφαρμογή των αποφάσεων. Ως αποτέλεσμα, αποφασίστηκε να γράφουν τα δικηγορικά γραφεία τα διατάγματα που εκδίδουν τα δικαστήρια και να τα ελέγχει ο Πρωτοκολλητής, είπε ο κ. Λιάτσος. Επιπλέον, μεγάλες καθυστερήσεις στην εκδίκαση υποθέσεων προκαλούνται από την έλλειψη υποστηρικτικού προσωπικού στους δικαστές, όπως κλητήρες και στενογράφοι.
Γι’ αυτούς τους λόγους, ο κ. Λιάτσος ζήτησε το προσωπικό που απασχολείται στα δικαστήρια και εξειδικεύεται να μην είναι εναλλάξιμο. Είπε ότι η επιδίωξη είναι ο κάθε δικαστής να έχει τον κλητήρα και τον στενογράφο του, κατ’ αναλογία ενός χειρουργείου, όπου το υποστηρικτικό προσωπικό είναι απαραίτητο.
Ο Πρόεδρος του Ανωτάτου έκανε λόγο και για κακές εργασιακές συνθήκες, αναφερόμενος κυρίως στις κτηριακές υποδομές των δικαστηρίων Λευκωσίας. Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στο Πρωτοκολλητείο, λέγοντας ότι είναι «τραγικό πώς εργάζονται στα Πρωτοκολλητεία. Είναι σε κατάσταση εξέγερσης και δικαιολογημένα». Σημείωσε ότι γίνονται προσπάθειες να χτιστεί άλλο κτήριο εδώ και πολλά χρόνια, με τελευταία εξέλιξη την ανακαίνιση του νέου κτηρίου στο οποίο αναμένεται να μεταφερθεί το οικογενειακό και το εργατικό δικαστήριο, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Μάρτιο του 2025 και αναμένεται να στοιχίσει γύρω στα €5 εκ.
Επιπλέον, σημείωσε ότι τα δικαστήρια αυτή την περίοδο βρίσκονται στο στάδιο της μεταρρύθμισης, με στόχο την υλοποίηση όσων προβλέπουν οι νόμοι, που ψηφίστηκαν για τη μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης.
Στάθηκε σε δύο αιτήματα της δικαστικής εξουσίας που θα πρέπει να τύχουν άμεσου χειρισμού γιατί αφορούν το ζήτημα της ανεξαρτησίας των δικαστηρίων και της διάκρισης των εξουσιών, όπως είπε. Το πρώτο είναι ο προϋπολογισμός των δικαστηρίων και η συνακόλουθη οικονομική τους αυτονομία, και το δεύτερο το ζήτημα της εσωτερικής εθιμοταξίας (ν.59/1996) που σχετίζεται με το κύρος και τον θεσμικό ρόλο της δικαστικής εξουσίας. Και τα δύο είναι ζητήματα συνταγματικής τάξης, ανέφερε.
Διαβεβαίωσε ότι «το Ανώτατο θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για βελτίωση ποιότητας και της ταχύτητας απονομής της δικαιοσύνης, ώστε η Κυπριακή Δημοκρατία να έχει ένα καθ’ όλα αξιόπιστο και υψηλού επιπέδου δικαστικό σύστημα, ικανό να ανταποκριθεί στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής».
Αναφορικά με τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στην εκδίκαση υποθέσεων και απαντώντας σε ερωτήσεις βουλευτών, ο κ. Λιάτσος ανέφερε ότι αυτές προκλήθηκαν εξαιτίας πολλών λόγων, «για τους οποίους τη λιγότερη ευθύνη φέρει η δικαιοσύνη, τα δικαστήρια και οι δικαστές», είπε.
Η προσπάθεια επίλυσης των καθυστερήσεων γίνεται τώρα με νέα προγράμματα εκδίκασης παλιών υποθέσεων, στελέχωση με επιπρόσθετους δικαστές, με νέους κανονισμούς για τις υποθέσεις μεταξύ 2014-2018 για γρήγορη εκδίκαση χωρίς επιπρόσθετες διαδικασίες. «Αναμένουμε και τη βοήθεια των δικηγόρων, γιατί υπάρχουν σοβαρές αντιδράσεις για διάφορους λόγους», επεσήμανε. Σημείωσε ότι οι καθυστερήσεις είναι το μόνο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η δικαιοσύνη και για την επίλυσή του θα πρέπει να συμβάλουν όλοι: Κράτος, δικαστήρια, δικηγόροι. Πρέπει, είπε, να αντιληφθούν και οι πολίτες ότι υπάρχουν εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης διαφορών. Σημείωσε ότι οι υποθέσεις από το 2005 μέχρι σήμερα δεκαπλασιάστηκαν, ενώ ο αριθμός των δικαστών και των μέσων παρέμεινε ο ίδιος.
Σημείωσε ότι έγινε προσπάθεια δημιουργίας test case, σε υποθέσεις με παρόμοια χαρακτηριστικά, όπως το Χρηματιστήριο, το κούρεμα και τα αξιόγραφα, για να μην οδηγούνται όλες οι υποθέσεις σε εκδίκαση. Ωστόσο αυτό προϋποθέτει την αποδοχή των δικηγόρων που χειρίζονται υπόθεση.
Αναφορικά με τη δημιουργία δικαστηρίων για μικροδιαφορές, είπε ότι το Ανώτατο σε τελευταία συνεδρίασή του, αποφάσισε να απλοποιηθούν οι κανονισμοί, ούτως ώστε να ορίζεται το ύψος του ποσού που συνιστά μικροδιαφορά και να απλοποιηθεί η διαδικασία.
Για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη και το e-justice, ο κ. Λιάτσος σημείωσε ότι βρίσκεται στα τελικά στάδια της εφαρμογής του.
Απαντώντας σε ερώτηση για τη σχολή Δικαστών, ανέφερε ότι αυτή παράγει πολύ σημαντικό έργο, με ευρωπαϊκά προγράμματα για εκπαιδεύσεις δικαστών, δικηγόρων και δικηγόρων της δημοκρατίας.
Η Πρόεδρος της Επιτροπής, βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, είπε ότι “η Λευκωσία είναι ο φτωχός συγγενής της δικαιοσύνης σε θέματα υποδομών, οργάνωσης και στελέχωσης” και αναρωτήθηκε πού θα στεγαστούν τυχόν νέοι δικαστές που θα προσληφθούν. Σημείωσε ότι το θέμα των υποδομών δεν είναι θέμα ευχάριστου περιβάλλοντος, αλλά άπτεται της ελάχιστης υποδομής που χρειάζεται η Λευκωσία για να στεγάσει ένα σύστημα δικαιοσύνης που να μπορεί να καλύψει με σχετική ταχύτητα τη δικαιοσύνη.
Για τον θέμα της έλλειψης υποστηρικτικού προσωπικού σημείωσε ότι “δεν κατανοώ γιατί δεν αποδίδεται ο αριθμός του υποστηρικτικού προσωπικού που χρειάζεται το δικαστήριο με την απαραίτητη εκπαίδευση” και ζήτησε από τον Πρόεδρο του Ανωτάτου να κρατά ενήμερη την Επιτροπή για το θέμα.
Τέλος, επανέλαβε την άποψή της ότι η μεταρρύθμιση έπρεπε να ξεκινήσει από τα επαρχιακά δικαστήρια, που αποτελούν το πρώτο βήμα ενός πολίτη για να διεκδικήσει το δίκιο του.
Ο βουλευτής του ΔΗΣΥ Νίκος Τορναρίτης είπε ότι υποστηρίζει την οικονομική αυτονομία των δικαστηρίων “για να μη μιλούμε θεωρητικά για διάκριση εξουσιών”. Πρόσθεσε ότι η υπεράσπιση των θεσμών έχει απόλυτη σύνδεση και με το πρωτόκολλο που εφαρμόζεται στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ανδρέας Πασιουρτίδης ζήτησε να ενταθούν οι προσπάθειες για να επιταχυνθεί η πρωτοβάθμια δικαιοσύνη και ρώτησε πώς προχωρά το έργο της εκκαθάρισης των παλιών υποθέσεων που καθυστερούν. Τόνισε επίσης την ανάγκη στελέχωσης της δικαστικής υπηρεσίας με το απαραίτητο υποστηρικτικό προσωπικό για να μπορεί να δικάζει χωρίς εμπόδια.
Ο βουλευτής του ΔΗΚΟ Χρύσης Παντελίδης μετέφερε την αγωνία των πολιτών για την ανάγκη ταχείας απονομής δικαιοσύνης και είπε ότι “μάς στενοχωρεί, ειδικά στο νομοθετικό σώμα, γιατί ψηφίζονται πολλές νομοθεσίες και η εφαρμογή τους περνά από τη δικαιοσύνη. Αν υπήρχε τρόπος να παγώσει η λειτουργία του κράτους για ένα χρόνο, με αντάλλαγμα να λύσει τα προβλήματά της η δικαιοσύνη, θα το επέλεγα”.
Τέλος, ο βουλευτής της ΔΗΠΑ-Συνεργασία, Αλέκος Τρυφωνίδης είπε ότι αναμένουμε η δικαιοσύνη να απονέμεται σε λιγότερο χρόνο για να εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ των πολιτών και της δικαστικής εξουσίας. Έθεσε εκ νέου το θέμα των επαρχιακών δικαστηρίων Λευκωσίας και το ειδικό δικαστήριο για επίλυση χρηματοοικονομικών διαφορών.
Πηγή: ΚΥΠΕ