Ο Διοσκουρίδης, στο σύγγραμμά του «Περί ύλης ιατρικής», αναφέρει ότι στην Κύπρο «…Υπάρχει και άλλο είδος κίσθου, το οποίο αποκαλείται από μερικούς λήδον…», περιγράφοντας την ευρέως διαδεδομένη στην Κύπρο Ξισταρκά ή Κίστο.

Στην Κύπρο απαντώνται 5 είδη Κίστου, δηλαδή Ξισταρκάς. Υπάρχει ο Κρητικός με δύο υποείδη, ο Μομπελιανός, ο Μικρανθής, ο Φασκομηλόφυλλος και ο Λαδανοφόρος. Υπάρχουν επίσης και μεταξύ τους διασταυρώσεις και υβρίδια.

Εντοπίζονται κυρίως σε πετρώδεις περιοχές, πλαγιές, δάση και θαμνώνες και σε υψόμετρο από 0-1800m. Ο Κίστος ο κρητικός ανήκει στην οικογένεια των Κιστίδων (Cistaceae) και το επιστημονικό όνομά του είναι Cistus creticus, παραπέμποντας στο φυτό «κίσθος» που περιγράφει ο Θεόφραστος.

Ο Κίστος ο κρητικός είναι ένας αειθαλής θάμνος ύψους μέχρι 1.50m, που τα φύλλα του καλύπτονται από τρίχωμα και είναι χρώματος έντονου πράσινου. Τα ροζ άνθη που έχει εμφανίζονται Φεβρουάριο – Ιούνιο και έχουν στήμονες έντονου κίτρινου χρώματος, δημιουργώντας έτσι μια έντονη και όμορφη αντίθεση.

Στην Κύπρο, το φυτό της Ξισταρκάς είναι επίσης γνωστό με τις ονομασίες λουβιδκιά, λεούτιν ή λαδανιά, εξαιτίας του λαδάνου, δηλαδή της αρωματικής ουσίας που παράγει. Το λάδανο αποτέλεσε σημαντικό υλικό για την αρωματοποιία και την σαπωνοποιία λόγω της γλυκιάς και ευχάριστης οσμής που αναδύει.

Η μέθοδος συλλογής του λαδάνου από την αρχαιότητα μέχρι και τις αρχές του 20ου αι. είναι εντυπωσιακή και βασιζόταν κυρίως στη χρήση αιγών και προβάτων. Συγκεκριμένα, κατά την Άνοιξη και το Καλοκαίρι οι βοσκοί οδηγούσαν τα κοπάδια τους σε περιοχές που αφθονούσε το φυτό Ξισταρκά και το λάδανο κολλούσε στο τρίχωμα των ζώων. Τα ζώα στη συνέχεια κουρεύονταν και το μαλλί βραζόταν σε ζεστό νερό ώστε να συλλεχτεί η αρωματική ουσία.

Το λάδανο έχει χρησιμοποιηθεί επίσης και ως υποκατάστατο του σαπουνιού αφού όταν βραστεί με τα ρούχα, παρατηρείται έντονος αφρισμός που απομακρύνει τις ακαθαρσίες από τα ρούχα. Επιπρόσθετα, παλαιότερα το λάδανο είχε περιγραφεί από τον Διοσκουρίδη ως υλικό για δημιουργία επαλείμματος κατά της τριχόπτωσης, ενώ παράλληλα χρήση του παρατηρείται στην παρασκευή του άγιου μύρου και θυμιαμάτων.

Τέλος, τα νεαρά άνθη του φυτού της Ξισταρκάς χρησιμοποιούνται για την παρασκευή τσαγιού, το οποίο παρουσιάζει φαρμακευτικές ιδιότητες ως προς την μείωση των επιπέδων χοληστερόλης στο αίμα.

 

Έρευνα-Παρουσίαση:

Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι,

Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού