Η Περνιά ή Πουρνάρι, που έχει το επιστημονικό όνομα Quercus coccifera subsp. calliprinos, ανήκει στην οικογένεια των Φηγιδών (Fagaceae) και υπάγεται στο γένος των δρυών. Στον τόπο μας υπάρχουν άλλα δύο ιθαγενή είδη δρυός, η Λατζιά, που είναι και ενδημικό είδος και με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου το 2006 ανακηρύχθηκε ως το εθνικό μας δέντρο, και η Βασιλική Δρυς.
Η Περνιά είναι αειθαλής πλατύφυλλος θάμνος ή μικρό δέντρο, ύψους μέχρι 10 m. Ο καρπός είναι κάρυο (βαλανίδι) με στρογγυλεμένη κορυφή με χρώμα πρασινωπό στην αρχή και καστανό όταν ωριμάσει. Ανθίζει από τον Μάρτιο μέχρι τον Μάιο. Η Περνιά απαντάται σε θαμνώνες και πευκοδάση στον Ακάμα, στην οροσειρά Τροόδους, στην οροσειρά Πενταδακτύλου και στην Καρπασία.
Στην Κύπρο υπάρχουν αρκετά αιωνόβια δέντρα Περνιάς, όπως η Περνιά της Παναγίας της Θεοσκέπαστης στον Καλοπαναγιώτη, με ύψος 17m και ηλικία πέραν των 700 χρόνων. Η Περνιά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα όμορφο καλλωπιστικό. Χαρακτηρίζεται από πυκνό φύλλωμα, προσαρμόζεται σε όλους τους τύπους εδαφών και αντέχει στην ξηρασία. Η Περνιά, με βάση ιστορικά στοιχεία, είναι ο Πρίνος του Θεόφραστου γι’ αυτό και ο Γεννάδιος την ονομάζει Δρυς η πρίνος.
Η ονομασία Δρυς η κοκκοφόρος προέρχεται, όπως υποστηρίζεται, από τα κόκκινα σφαιρίδια που σχηματίζει το έντομο Κόκκος ο βαφικός στα φύλλα και στους βλαστούς του φυτού. Από τα πανάρχαια χρόνια, οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν το έντομο αυτό για την παρασκευή κόκκινης βαφής, που είναι γνωστή με το όνομα κρεμμέζι ή πρινοκόκκι.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η Περνιά προστατεύεται από τη Δασική Νομοθεσία και για την υλοτομία του δέντρου χρειάζεται άδεια από τον Διευθυντή του Τμήματος Δασών ή αντιπρόσωπό του.
Έρευνα-Παρουσίαση:
Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι, Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού