Το κροκοδειλάκι ή, όπως κοινώς λέγεται στην κυπριακή διάλεκτο, ο κουρκουτάς, φέρει το επιστημονικό όνομα Stellagma Stellio cypriaca. Είναι ένα κοινό ενδημικό υποείδος στην Κύπρο που προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή και την κυπριακή νομοθεσία.

Ο κουρκουτάς είναι ημερόβια σαύρα μεσαίου μεγέθους που κυμαίνεται από μερικά εκατοστά μέχρι και σχεδόν μισό μέτρο και έχει ως ιδιαίτερο γνώρισμα το τριγωνικό κεφάλι που καλύπτεται από μικρές πλάκες.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα του κουρκουτά είναι επίσης ο καλοσχηματισμένος του λαιμός και η έντονα ακανθώδης επιδερμίδα του. Το σώμα του έχει χρώμα σκούρο γκρίζο στην περιοχή της ράχης.

Ο κουρκουτάς προτιμά τις ηλιόλουστες περιοχές γι’ αυτό και δραστηριοποιείται κυρίως την ημέρα. Η κρυψώνα του είναι συνήθως σε σχισμές βράχων ή τρύπες σε τοίχους όπου, αφού εισέλθει μέσα στο καταφύγιό του, φουσκώνει το σώμα του και έτσι νιώθει πιο ασφαλής.

Ο κουρκουτάς τρέφεται με χερσαία ασπόνδυλα όπως για παράδειγμα τα σαλιγκάρια, με νεοσσούς πουλιών και με μικρά έντομα. Ο κουρκουτάς καταπίνει την τροφή του, γιατί τα δόντια του είναι μικρά για τη μάσηση της τροφής και δεν τα χρησιμοποιεί.

Πολλοί θεωρούν τον κουρκουτά ως ένα δηλητηριώδες και επικίνδυνο ερπετό, ωστόσο,  είναι ένα εντελώς ακίνδυνο και δειλό ερπετό. Όταν ενοχληθεί ή νιώσει ότι απειλείται, δραπετεύει γρήγορα προς το καταφύγιό του.

Ανήκει στην κατηγορία των ταχύτατων δρομέων, τόσο όταν τρέχει στο έδαφος όσο και όταν αναρριχάται σε δέντρα. Ο κουρκουτάς ζευγαρώνει 2 φορές τον χρόνο και τα θηλυκά γεννούν 6-10 αυγά κάθε φορά. Η περίοδος εγκυμοσύνης διαρκεί 1 με 2 μήνες. Κυριότερος θηρευτής του είναι οι γάτες.

 

Έρευνα-Παρουσίαση:
Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι, Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού