Η κηπομυγαλή (Lesser White-toothed Shrew), με το επιστημονικό όνομα Crocidura suaveolens, ένα σχετικά άγνωστο ζώο για το ευρύ κοινό, είναι από τα αρχαιότερα θηλαστικά που ήρθαν στο νησί μας.

Ενδέχεται να έφτασε στην Κύπρο πριν 1,5 εκατ. χρόνια μέσω της θάλασσας, είτε κολυμπώντας είτε μεταφερόμενη πάνω σε κορμούς δέντρων ή ξύλων που επέπλεαν στη θάλασσα.

Πρόκειται για ένα εντομοφάγο θηλαστικό της οικογένειας των Σορικιδών (Soricidae) που τρέφεται κυρίως με έντομα, σκουλήκια, σαλιγκάρια αλλά και με νεογέννητα ποντίκια κάποιες φορές.

Κινείται κυρίως το βράδυ που διατρέχει λιγότερους κινδύνους και τα έντομα υπάρχουν σε αφθονία. Το μέγεθος του σώματός της είναι μικρό με μέγιστο ύψος τα 15 εκατοστά. Η κηπομυγαλή έχει σχετικά μεγάλο κεφάλι, μικρά μάτια και μακρύ ρύγχος. Έχει γκριζωπό χρώμα στην άνω επιφάνεια και πιο ανοικτό χρώμα στην κάτω επιφάνεια του σώματός της. Η ουρά είναι καλυμμένη με σκληρές μικρές τρίχες οι οποίες λειτουργούν ως αισθητήρες, εφόσον τα μικρά μάτια τής παρέχουν μειωμένη όραση.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η κηπομυγαλή γεννιέται απευθείας με μόνιμα δόντια, ασυνήθιστο φαινόμενο για τα θηλαστικά. Συναντάται σε ποικιλία φυσικών ενδιαιτημάτων, όπως πευκοδάση, κοντά σε ρεματιές, περιοχές με φρύγανα και μακία βλάστηση και μέσα σε καλλιέργειες διαφόρων ειδών.

Στην Κύπρο φαίνεται να έχει ευρεία εξάπλωση, από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι και 1.500 μέτρα. Βρίσκεται στην κόκκινη λίστα της Διεθνής Ένωσης για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN) και θεωρείται είδος ελάχιστου ενδιαφέροντος. Ως εντομοφάγο θηλαστικό απειλείται κυρίως από ανθρωπογενείς παράγοντες, όπως από τη χρήση φυτοφαρμάκων και εντομοκτόνων σε καλλιέργειες.

Έρευνα-Παρουσίαση:
Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι,
Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού