Οι αναμνήσεις από τα καλοκαίρια στην Κύπρο συνδυάζονται πάντα με την εικόνα ενός ποτηριού με παγωμένο νερό που συνοδεύει το εύοσμο και δροσιστικό γλυκό «καρυδάκι», ένα από τα γνωστότερα και πιο διαδεδομένα γλυκά της παραδοσιακής κουζίνας. Τι πραγματικά γνωρίζουμε όμως για την Καρυδιά, το φυτό από το οποίο προκύπτει το εν λόγω έδεσμα και ποια η οικολογική και οικονομική του αξία;

Η καρυδιά (Juglans regia) αποτελεί φυλλοβόλο δέντρο ύψους μέχρι και 30 μ. το οποίο, παρόλο που θεωρείται καλλιεργούμενο φυτό, μπορεί να παρατηρηθεί και ως αυτοφυές.

Αν και ιστορικά θεωρείται εισαγόμενο φυτό, σήμερα εντοπίζεται ως εγκλιματισμένο επιγενές από τον Σταυρό της Ψώκας μέχρι και τον Άγιο Αμβρόσιο Κερύνειας, σε υψόμετρο 20-1.400 μ.

Ο κορμός της καρυδιάς, έχει αργυρότεφρο χρώμα, ενώ τα αρωματικά φύλλα είναι κυρίως βαθυπράσινου χρώματος. Η ανθοφορία γίνεται την άνοιξη και τα λευκά αρσενικά άνθη σχηματίζουν χαρακτηριστικές κρεμάμενες συστάδες. Η καρποφορία γίνεται κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Το λατινικό επίθετο “regia” που αποδίδεται στην Καρυδιά, παραπέμπει στους Πέρσες βασιλιάδες από τους οποίους πήρε το φυτό ο Μέγας Αλέξανδρος για να το εισάγει προς την ευρωπαϊκή περιοχή κατά τον 4ο αι. π.Χ.

Επιπρόσθετα, η ελληνική ονομασία «Καρυδιά» παραπέμπει στο λατινικό «caryon» το οποίο αντικατοπτρίζει τον πονοκέφαλο που προκαλείται λόγω της έντονης οσμής του φυτού.

Από παλιά οι καρποί της καρυδιάς χρησιμοποιούνται στη μαγειρική, αφού όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, σε συγγράμματα του Απίκιου από τον 1ο αι. μ.Χ., η καρυδόψιχα αποτελεί βασικό συστατικό για πολλές συνταγές. Η καρυδόψιχα περιέχει ποσότητες λαδιού το οποίο χρησιμοποιείται στην σαπωνοποιία, ενώ από τα φύλλα εξάγεται αιθέριο έλαιο το οποίο χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία.

Το ξύλο του κορμού λόγω της ανθεκτικότητας και της σκληρότητας του κατέχει μεγάλη εμπορική αξία και χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στην επιπλοποιία, τη γλυπτική και την λεπτοξυλουργική.

Αξιοσημείωτη είναι και η χρήση των καρπών και των φύλλων της καρυδιάς στην βαφική. Συγκεκριμένα, τα φύλλα και τα καρυδότσουφλα, δηλαδή το πράσινο περικάρπιο του φυτού, αφήνονταν να βράσουν για 24 – 48 ώρες με αποτέλεσμα την παραγωγή ενός σκούρου καφέ υγρού το οποίο χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην Κύπρο για βάψιμο υφασμάτων και ξύλων.

Σύγχρονες μελέτες αναφέρουν πως τα καρύδια μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα απορρόφησης και συγκέντρωσης της χοληστερόλης στο αίμα, να συμβάλουν στην άμυνα του οργανισμού και να κατευνάσουν την κούραση και το στρες.


Έρευνα-Παρουσίαση:
Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι, Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού