Η εκτίναξη των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο βύθισε στη φτώχεια από τον Μάρτιο, μέσα σε μόλις τρεις μήνες, 71 εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν κυρίως σε χώρες χαμηλού εισοδηματικού επιπέδου, αποκαλύπτει το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα στοιχεία για την εξέλιξη.

Η διεύρυνση της φτώχειας «είναι αξιοσημείωτα γρηγορότερη από ό,τι όταν είχε σημειωθεί το σοκ της πανδημίας του νέου κορωνοϊού», τονίζει στο δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε το PNUD, το οποίο αποδίδει εν μέρει την αύξηση του πληθωρισμού στον πόλεμο στην Ουκρανία, παρά τις διαψεύσεις της Ρωσίας.

Σύμφωνα με το Πρόγραμμα αυτό του ΟΗΕ, «η στοχευμένη μεταφορά χρημάτων στα νοικοκυριά είναι πιο δίκαιη από τις γενικευμένες επιδοτήσεις της ενέργειας».

Το το Πρόγραμμα για την Ανάπτυξη θεωρεί ταυτόχρονα ότι οι χώρες που πλήττονται χρειάζονται υποστήριξη από το διεθνές σύστημα για να βρουν δημοσιονομικά περιθώρια, για «να τα βγάλουν πέρα».

Το PNUD εξετάζει την κατάσταση σε 159 χώρες. Τα κράτη όπου η κατάσταση χαρακτηρίζεται πιο κρίσιμη είναι αυτά των Βαλκανίων, της Κασπίας και της υποσαχάριας Αφρικής, ειδικά αυτά του Σαχέλ.

Ανάμεσα στις χώρες που αντιμετωπίζουν τις πιο δραματικές συνέπειες της αύξησης των τιμών είναι η Αρμενία, το Ουζμπεκιστάν, η Μπουρκίνα Φάσο, η Γκάνα, η Κένυα, η Ρουάντα, το Σουδάν, η Αϊτή, το Πακιστάν, η Σρι Λάνκα, η Αιθιοπία, το Μαλί, η Νιγηρία, η Σιέρα Λεόνε, η Τανζανία και η Υεμένη.