Του Γιάννη Κωστακόπουλου

Ακούγεται σαν παραμύθι, αλλά έχει άκρες αλήθειας η ιστορία μας. Ο Βασιλάκης του παλιού ελληνικού κινηματογράφου μεγάλωσε! Ξεχάστε εκείνο το παιδί με τα βουρκωμένα μάτια που έσκυβε στο κασελάκι με τα βερνίκια, να διαλέξει βαφή, ή λούστρο για τον κύριο που πατούσε το λουστρίνι του προς γυάλισμα. Όχι όσο πάνω στο κασελάκι, αλλά στον… λαιμό του Βασιλάκη.

Παλαιότερα, οι περισσότεροι λούστροι ήταν παιδιά ή έφηβοι. Η αμοιβή τους ήταν ελάχιστη καθώς ένας πελάτης τους έδινε περίπου δύο δεκάρες.

Τα βασανισμένα εκείνα παιδιά μέσα από την ανέχεια, τον πόνο, την πίκρα και εκμετάλλευση, έκτιζαν μέσα τους έναν άλλο κόσμο. Ονειρευόντανε ένα αύριο πολύ καλύτερο των παιδικών τους χρόνων. Ήρθαν αυτά τα χρόνια, δεν ήρθαν ακόμη; Θα σας γελάσω.

Το έργο που παίζεται σήμερα στις οθόνες μας, αποτελεί συνέχεια της παλιάς νοσταλγικής ταινίας. Είναι λένε η εξέλιξη της, με τον Βασιλάκη, έναν επιτυχημένο επιχειρηματία των καιρών μας, που αφήνει πίσω του το άμοιρο παρελθόν του. Και το κασελάκι του! Αυτό που στην πραγματικότητα τον έβγαλε από την δυστυχία και τη μιζέρια του. Πιάνει τώρα την άνεση που του έδωσε ο τίμιος αγώνας του, το ξύπνημα της ζωής μέσα από την βιοπάλη του, ο αγώνας του στα αφιλόξενα ξένα.

Αλλά κι οι… τόκοι από τα φιλοδωρήματα εκείνων των κυρίων ή των απογόνων τους, που… γυάλιζε τα παπούτσια τους. Τιμώντας, βέβαια, τον τίμιο ιδρώτα του, που έσταζε στο κασελάκι του ο «Βασιλάκης» «κεφαλαιοποίησε», το όνομά του σε Κασσελάκης (με διπλό σίγμα βέβαια).

Χρονικά θα μου πείτε είναι ανακόλουθη, και στην ουσία της ασύνδετη, η ιστορία αυτή. Σε τίποτε δεν κολλάει με τον μικρό βιοπαλαιστή, τον πρωταγωνιστή των αξέχαστων παλιών ταινιών. Μα εξ αρχής σας προειδοποίησα πως πρόκειται για παραμύθι! Από εκείνα που τα σημερινά παιδιά δεν άκουσαν απ’ τους… παππούδες τους, από αυτά που δεν διδάχθηκαν οι απαίδευτοι πατεράδες τους, αδύναμοι και σήμερα να χαλάσουν το χαλασμένο όνειρό τους.

 

Οι απόψεις εκφράζουν τον συντάκτη τους και δεν αντιπροσωπεύουν κατ’ ανάγκην την άποψη του Καναλιού 6