Του Γιάννη Κωστακόπουλου

Μου αρέσουν οι υπερβολές, οι μεγαλοστομίες των μικρών, όταν θαμπώνουν τα μάτια τους σ’ εκείνο που θωρούν μεγάλο. Ακούς Μέγαρο κι αντικρίζεις καλύβι, Πλατεία τάδε και μπαίνεις σ’ ένα στενάχωρο πλάτωμα, Πάρκο πρασίνου και γυρεύεις έστω και δείγμα φυτού.

Όταν ακούς Πύλη δε, δεν φαντάζεσαι ένα ταπεινό πορτάκι, που το περνάς σκυφτός, αλλά μεγαλόπρεπη αψίδα που τη διαβαίνεις καβαλάρης. Μιζέρια και ματαιότητα είναι να πασχίζεις σ’ έναν άνυδρο τόπο να βρεις πηγή.

Έπεσε πάλι, μας είπαν, η Πύλη Εμβολιασμού. -Ποια;! Ποιος την έστησε, πότε, γιατί, με τι υλικά; Κι ύστερα δεν είχε ανθεκτικά στηρίγματα σαν φρέσκη και νεόκτιστη;

Τι σημαίνει Πύλη εμβολιασμού άυλη, ηλεκτρονική; Πώς πέφτει χωρίς θόρυβο; Πόσοι μπορούν να την περάσουν ταυτόχρονα; Κι αν στριμωχθούν πολλοί στο πέρασμα, μπορεί να δοκιμάζεται η αντοχή της; Εξαϋλώνεται τότε, θα πείτε, ως ανύπαρκτη.

Καλά, όλα στη ζωή μας είναι φθαρτά. Κι οι πιο υψηλές πύλες παρακμάζουν, φτάνουν στα όρια τους. Έχουν, όμως, γνώση οι φύλακες. Γνώση, σχέδιο και υλικό! Και γνωρίζουν πως μια χαλασμένη πύλη, μια πεσμένη γέφυρα, αναβαθμίζεται από τα ερείπιά της.
Έπεσε πάλι η Πύλη Εμβολιασμού. Ούτε που την είδαμε!

Μου αρέσουν οι υπερβολές των μαστόρων, ακόμη και στις δικαιολογίες για την αστοχία τους. Είναι ίδιον των μικρών ιθαγενών να κτίζουν με το νου τους «ανώγεια και κατώγεια». Ειδικά όταν οι «τεχνίτες» μας καθησυχάζουν και μας μακαρίζουν κι από πάνω, για την τύχη μας! Που η νέα Πύλη δεν ήταν από τούβλα, να μας βρουν στο κεφάλι. Δεν ήταν;

 

Οι απόψεις εκφράζουν τον συντάκτη τους και δεν αντιπροσωπεύουν κατ’ ανάγκην την άποψη του Καναλιού 6