Της Άντιας Λοΐζου

Θέλω να σου πω ότι από τότε που η πανδημία χτύπησε την πόρτα και στον δικό μας τόπο, μπορούσα μέχρι και σήμερα να καταλάβω –εν μέρει– την αγωνία σου, τον φόβο σου, την αγανάκτηση σου. Γιατί δεν θέλεις να εμβολιαστείς, γιατί δεν πιστεύεις στον κορωνοϊό, γιατί κουράστηκες με τα μέτρα και γιατί εν ολίγοις δεν θέλεις να μετατραπείς κι εσύ σε άλλο ένα «ρίφι» στο νησί (ναι, έτσι αποκαλούν όσους εμβολιάστηκαν).

Ενίοτε, ένα χρόνο και κάτι τώρα, σε δικαιολόγησα. Με το ελαφρυντικό της άγνοιας, που σπέρνει τον φόβο. Ποτέ δεν με έπεισες ότι αυτός ο πόλεμος που ξεκίνησε αναμεσά σε ‘σένα και σε όποιον σε «υποχρέωνε» να προφυλαχθείς από την πανδημία, είχε αιτία και αφορμή το αγαθό της υγείας.

Άλλο ήταν. Βαθύτερη η ανάγκη σου. Να αντιδράσεις, ίσως, για τα κακώς κείμενα της Κύπρου, για όσα μας έφεραν σε αυτό το σημείο; Μπορώ να καταλάβω ότι νοιάζεσαι και εσύ. Αλλά επέλεξες να το δείξεις με τον πιο λάθος τρόπο. Και έτσι, έβγαλες ψεύτες, απατεώνες, δικτάτορες, όσους προσπάθησαν να σε πείσουν να προφυλάξεις τον οργανισμό σου, τους γύρω σου, τη ζωή σου.

Ανακήρυξες ανίδεους τους επιστήμονες, τη διεθνή κοινότητα, τα ΜΜΕ, τους δημοσιογράφους. Τα έβαλες με τους τελευταίους έχοντας στην τσέπη σου το χαρτάκι της «δημοκρατίας» – αλίμονο, και αστείο κατ’ εμένα. Να επιζητείς αυτό το δικαίωμα καταπατώντας την ίδια ώρα την κάθε έννοια του.

Το σκοτάδι φέρνει σκοτάδι και το φως φέρνει φως. Και σίγουρα η βία δεν φέρνει τη δημοκρατία. Σκορπώντας το σκοτάδι (γιατί και νύχτα ενήργησες) θέλεις να επαναφέρεις τον σκοταδισμό και τον μεσαίωνα, έτσι ώστε να μπορέσεις να νιώσεις καλά με τον εαυτό σου. Να σωπάσεις τις φωνές. Και τις διαφορετικές. Δεν καταλαβαίνεις όμως ότι με αυτόν τον τρόπο σωπαίνεις και τη δική σου φωνή. Αυτόματα γίνεσαι θύμα των ίδιων των πράξεων σου.

Το «έγκλημα» των συναδέλφων στο συγκρότημα Δίας ήταν αυτό της ενημέρωσης. Το οποίο όλοι οι δημοσιογράφοι διαπράξαμε, κατ’ εσένα, στην Κύπρο, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, σε ολόκληρο τον κόσμο, από το ξέσπασμα της πανδημίας και έπειτα.

Σε γαλουχήσαμε, σε παρασύραμε, θεωρείς. Με το να θέλουμε να ενημερώσουμε, να φέρουμε την αλήθεια μπροστά και να υπερασπιστούμε την πολυφωνία. Ναι, για να ακουστεί και η δική σου φωνή. Διότι και εσύ ακούγεσαι. Και κρίνοντας τόσο καιρό, έχω να σου πω ότι εσύ κατάφερες να ακουστείς περισσότερο.

Μετά τα όσα ντροπιαστικά συναισθήματα προκάλεσες σε εμένα, στους συναδέλφους, και σε ολόκληρη την κυπριακή κοινωνία, έχω να σου πω ότι πλέον δεν σε καταλαβαίνω. Δεν μπορώ.
Βλέποντας θρύψαλά στο πάτωμα του κτηρίου που στεγάζει τον δημοσιογραφικό οργανισμό, φωτιές, τραμπουκισμούς, τον φόβο στα μάτια όσων τρομοκράτησες, δεν μπορώ άλλο να σε κατανοήσω. Δεν είναι ότι σε αντέταξα στο αντίπαλο στρατόπεδο. Στον ίδιο τόπο ζούμε όλοι, μια σταλιά είμαστε.

Απλώς ψες, αγαπητέ συμπολίτη, με έκανες να πάψω να σε εκτιμώ. Κι αυτό είναι μια μεγάλη ήττα. Για εσένα, για εμένα και για όλους μας. Διότι όταν φτάσουμε στο σημείο να νιώσουμε πραγματική ντροπή για τους ανθρώπους με τους οποίους μοιραζόμαστε τα βήματα και την πορεία μας σε τούτον εδώ τον τόπο, τότε έχουμε ήδη αποτύχει σαν κοινωνία.

 

Οι απόψεις εκφράζουν τον συντάκτη τους και δεν αντιπροσωπεύουν κατ’ ανάγκην την άποψη του Καναλιού 6