Του Μιχάλη Πουργουρίδη

Είναι σίγουρα δικαίωμα κάθε δημιουργού να αποτιμά το έργο του, έστω κι αν χρειαστεί να πάρει αποστάσεις από αυτό, επικαλούμενος αισθητικές, οικονομικές, καλλιτεχνικές ή άλλες προτεραιότητες.

Στον βαθμό, όμως, που τούτο το αποκηρυχθέν κομμάτι έχει παρουσιαστεί πολλές φορές δημόσια και παρουσιάζεται ακόμα μετά και την πάροδο τόσων ετών, τότε και ο κάθε ακροατής νομιμοποιείται και μπορεί να τοποθετήσει στη μνήμη και στην καρδιά του οτιδήποτε άκουσε στο παρελθόν και τον συγκίνησε, τον έκανε να θυμηθεί κάτι, να το συνδέσει με μια στιγμή ή ένα γεγονός της ζωής του ή να μην το έχει ξεχάσει ποτέ.

Η σημερινή αναφορά με επίκεντρο την Ελληνίδα σταρ και αφορμή την επέτειο του θανάτου της, που είναι η 23η Ιουλίου 1996, έχει να κάνει με τη συνεργασία της με τον Μάνο Χατζιδάκι που αν και υπήρξαν δύο εντελώς διαφορετικές καλλιτεχνικές ιδιοσυγκρασίες, τα ονόματα και τα τραγούδια που ο συνθέτης έγραφε και η ηθοποιός ερμήνευε -η συνεργασία τους δηλαδή- άφησε εποχή.

Ο Μάνος Χατζιδάκις είχε πολλές φορές υποστηρίξει πως η μουσική του για τον ελληνικό Κινηματογράφο γράφτηκε για βιοποριστικούς και μόνον λόγους και πως θα ήταν καλό να μην την συγχέουμε με το καθ’ αυτό του έργο. Μπορούμε όμως να δούμε αυτή τη συνεργασία ξεχωριστά και να δηλώσουμε ότι μερικά από τα «ταπεινά» αυτά τραγούδια είναι αριστουργηματικά.

Αν δεν ήταν, δεν θα χρησιμοποιούσε αργότερα ο ίδιος ο Χατζιδάκις τη μελωδία από το «Μες σ’ αυτή τη βάρκα» στο «Χαμόγελο της Τζοκόντα».

Σημαντικό είναι το υποσύνολο των κινηματογραφικών τραγουδιών του που γράφτηκαν την περίοδο 1959-1964 και ερμηνεύτηκαν από την Αλίκη Βουγιουκλάκη.

Την απόλυτη Ελληνίδα σταρ, που διαχρονικά αν και είχε εμφανώς διαφορετική καταβολή και καλλιτεχνικό ζητούμενο από τον συνθέτη, εντούτοις η «χημεία» με τα τραγούδια που εκείνος έγραψε για τις ταινίες και την φωνή της υπήρξε εντυπωσιακή.

Ο Μάνος Χατζιδάκις υπήρξε από πολύ νέος, φίλος και γνώστης του σινεμά. Παράλληλα, συνδεόταν πάντα φιλικά με τον Φιλοποίμενα Φίνο, οπόταν την εποχή εκείνη η «Φίνος Φιλμς» άρχισε να γίνεται κραταιά δύναμη στον χώρο του νεοελληνικού θεάματος και ο συνθέτης σκέφτηκε να βγάζει τα προς το ζην γράφοντας μουσική και τραγούδια για την βιομηχανία του «ευπρεπούς» εμπορικού σινεμά. Ευτύχησε, μάλιστα, να δει το τσιφτετέλι «Γαρύφαλλο στ’ αυτί» και το ζεϊμπέκικο «είμαι άντρας και το κέφι μου θα κάνω», που γράφτηκαν το 1955 για την ταινία του Σακελλάριου «Λατέρνα φτώχια και φιλότιμο» να γίνονται τεράστια σουξέ. Αυτά τα τραγούδια μαζί με τις υπόλοιπες επιτυχίες του στον χώρο του «ελαφρού» τραγουδιού με ερμηνεύτρια την Νάνα Μούσχουρη τον καθιστούν ως τον πλέον επιτυχημένο συνθέτη της εποχής.

Την εποχή εκείνη η Βουγιουκλάκη είναι η ανερχόμενη σταρ και το μόνο που χρειαζόταν είναι έναν αλλά κατάλληλο ρόλο για να κάνει το μπαμ. Είχε αποφοιτήσει από την Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και είχε παίξει στο θέατρο «Ρωμαίο και Ιουλιέτα», «Θεατρίνα», «Το κονσέρτο», «Το δίκτυ της αράχνης», «Ωραία μου κυρία», γυρίζοντας παράλληλα και κάποιες ταινίες όπως το «Ποντικάκι», τον «Αγαπητικό της βοσκοπούλας», «Διακοπές στην Αίγινα», «Μαρία Πενταγιώτισσα», και «Ο Μιμίκος και η Μαίρη».

Έτσι, λοιπόν, το 1958, η Αλίκη γυρίζει την πρώτη της ταινία για την Φίνος Φιλμς, την «Αστέρω», με τον ίδιο τον Φίνο να είναι αποφασισμένος να την επιβάλει ως εθνική σταρ. Η κατάλληλη ευκαιρία της δίνεται το 1959, όταν ο Αλέκος Σακελλάριος αποφασίζει να μετατρέψει σε κινηματογραφικό σενάριο το παλιό του θεατρικό «Το ξύλο βρήκε απ’ τον παράδεισο», που είχε πρωτοανέβει στο θέατρο Κυβέλης το 1943, με πρωταγωνίστρια την Άννα Καλουτά.

Το σενάριο της ταινίας λίγο πολύ γνωστό μιας και επρόκειτο για την ιστορία της άτακτης, τσαχπίνας πλην καλόκαρδης μαθήτριας Λίζας Παπασταύρου, γόνο εύπορης οικογένειας, που ερωτεύεται πλατωνικά τον φιλόλογο της στο Λύκειο, Πάνο Φλωρά, τον οποίο υποδύεται ο συμμαθητής της στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου και αργότερα σύζυγός της Δημήτρης Παπαμιχαήλ.

Η ταινία όταν προβλήθηκε έσπασε τα ταμεία και έδωσε τη δυνατότητα στη μεν Βουγιουκλάκη να κάνει το μεγάλο τίναγμα στην καριέρα της, στον δε Χατζιδάκι που έγραψε τη μουσική να πιστωθεί με δύο τεράστιες επιτυχίες.

Το «Γκρίζο γατί» (νιάου-νιάου βρε γατούλα) και το «Έχω ένα μυστικό» σε στίχους του Σακελλάριου που όταν κυκλοφόρησαν από την Fidelity του Αλέξανδρου Πατσιφά έσπασαν το ρεκόρ πωλήσεων δίσκων. Λίγους μήνες αργότερα και προς επισφράγιση της συνεργασίας τους ο Χατζιδάκις εμπιστεύεται στην Αλίκη το τραγούδι «Μια περιπέτεια στη Βόρειο Καρολίνα» το οποίο δεν ακούγεται σε καμία ταινία.

Η διετία 60-61 φέρνει στο δίδυμο του συνθέτη με την πρωταγωνίστρια/τραγουδίστρια τέσσερις ακόμα ταινίες που αναδεικνύονται δημοφιλέστατες. Με την πρώτη μάλιστα από αυτές τη «Μανταλένα» σε σκηνοθεσία του Ντίνου Δημόπουλου να αποσπά και κολακευτικές κριτικές από τον τύπο κάτι ιδιαιτέρως σπάνιο για εμπορική ταινία της εποχής.

Η «Μανταλένα» δίνει στη Βουγιουκλάκη το βραβείο ερμηνείας πρώτου γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1960 αλλά και την ευκαιρία να ερμηνεύσει αισθαντικά δύο υπέροχα τραγούδια του Χατζιδάκι. Το «Μες σ αυτή τη βάρκα» σε στίχους του συνθέτη και το «Θάλασσα πλατιά» σε στίχους του Γιώργου Ρούσσου. Την επόμενη χρονιά η ταινία αυτή θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στο φεστιβάλ των Καννών.

Η δεύτερη ταινία της εσοδείας αυτής είναι «Το κλωτσοσκούφι» σε σκηνοθεσία του Ντίνου Δημόπουλου και σενάριο των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου το 1960, που έφερε μαζί της δύο τραγούδια σε στίχους του συνθέτη. Το ομώνυμο τραγούδι και το «Σπουργιτάκι μου».

Η τελευταία ταινία της διετίας 60-61 είναι «Η Αλίκη στο ναυτικό» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Αλέκου Σακελλάριου η οποία γυρίστηκε πάνω στο αντιτορπιλικό του τότε Βασιλικού Ναυτικού «Αετός». Ήταν η πρώτη έγχρωμη ταινία της Φίνος Φιλμς, κι ακούγονται τα τραγούδια «Τράβα μπρος», «Ο γλάρος» και το «Ας ήταν η ζωή μου σαν και σήμερα», σε στίχους του σκηνοθέτη.

Το καλοκαίρι του 1962 η Βουγιουκλάκη κάνει μια σύντομη εμφάνιση στην «Οδό Ονείρων» του Χατζιδάκι, που ανέβηκε στο θέατρο Μετροπόλιταν της οδού Πατησίων. Τι ήταν η “Οδός Ονείρων” για τον δημιουργό της; “Ένα μουσικό έργο με πολλά χορευτικά στοιχεία, που δίνει ανάγλυφα, μέσα από στιγμές, λεπτομέρειες, κοινά περιστατικά από τη ζωή μιας γειτονιάς, μιας οποιασδήποτε, ας πούμε, τυπικής Αθηναϊκής συνοικίας, εκείνο που πραγματικά κυκλοφορεί και κρύβεται μέσα σ’ όλα κι όλους: το όνειρο. Αυτό το όνειρο που είναι η οδός της ζωής”.

Βρίσκει έτσι την ευκαιρία να του κάνει τη δελεαστική πρόταση να συνεργαστούν οι δυο τους τον επόμενο χειμώνα ανεβάζοντας το έργο του Μπέρναρντ Σω «Καίσαρ και Κλεοπάτρα» σε σκηνοθεσία του Αλέξη Σολωμού και σκηνικά-κουστούμια του Νίκου Εγγονόπουλου. Τις χορογραφίες έκανε ο Μανώλης Καστρινός.

Η παράσταση ανεβαίνει με φιλοδοξία τον Οκτώβρη του 1962 στο θέατρο Κοτοπούλη-Rex , κατεβαίνει όμως εσπευσμένα πριν τα Χριστούγεννα, ελλείψει θεατών. Απόδειξη αυτού είναι ότι κάθε φορά που η Βουγιουκλάκη επιχειρούσε να κάνει ένα «βαρύ» καλλιτεχνικό βήμα στο σινεμά είτε στο θέατρο το κοινό πάντα την σνόμπαρε. Την ήθελε βλέπετε αλλιώς και είχε μάθει να την απολαμβάνει στις δακρύβρεχτες ιστορίες αγάπης που πρωταγωνιστούσε με τον Παπαμιχαήλ.

Αμέσως επιστρατεύεται εκ νέου ο Αλέκος Σακελλάριος για να σώσει την κατάσταση, κάτι που επιτυγχάνει με το «Xτυποκάρδια στο θρανίο», που την ίδια χρονιά γίνεται και ταινία, πλημμυρισμένη με τη μουσική και τα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι.

Το αξιοσημείωτο είναι ότι εδώ δεν υπήρξε μόνο μια ταινία αλλά δύο, μιας και με την Ελληνική βερσιόν όπου ως συνήθως συμπρωταγωνιστής ήταν ο Παπαμιχαήλ γυρίστηκε και η Τούρκικη με τίτλο “Siralardaki Heyecanlar” και συμπρωταγωνιστή της Αλίκης τον Orhan Gunsiray. Xαρακτηριστικό τραγούδι που ακουγόταν στην ταινία αυτή ήταν ο «Αμαξάς».

Το 1963 ο Φίνος αποφάσισε να δώσει στην Βουγιουκλάκη τη δυνατότητα να διεκδικήσει την πολυπόθητη διεθνή κινηματογραφική καριέρα. Έτσι χρηματοδότησε την υπερπαραγωγή «Αλίκη» (ο τίτλος της ταινίας στο εξωτερικό ήταν «Aliki my love») που είχε αρκετούς γνωστούς συντελεστές. Η ταινία κάνει επίσημη πρεμιέρα στον Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη, πήρε όμως αρνητικές κριτικές, κι έτσι ο Φίνος με την Αλίκη αποφάσισαν να την κλείσουν στα κουτιά της και να μην την προβάλουν ποτέ στην Ελλάδα.

Οι δύο διαδοχικές αποτυχίες του «Καίσαρα και της Κλεοπάτρας» και του “Aliki my love” επέφεραν μια προσωρινή κρίση στις σχέσεις τους Χατζιδάκι με την Βουγιουκλάκη, κάτι όμως που ξεπερνιέται γρήγορα γιατί και οι δύο προσανατολίζονται σε διαφορετικού τύπου καλλιτεχνικές εργασίες, με τον Χατζιδάκι μάλιστα να εγκαταλείπει δια παντός τον Ελληνικό εμπορικό κινηματογράφο και δύο χρόνια αργότερα να εγκαθίσταται μέχρι το 1972 στην Αμερική.

Η Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Μάνος Χατζιδάκις συνεργάζονται ξανά το 1986 όταν ανεβαίνει στην Επίδαυρο η «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία του Αλέξη Σολωμού, μια παράσταση που ήταν βασισμένη στην παλαιότερη εκδοχή του 1957 με πρωταγωνίστρια τότε την Μαίρη Αρώνη και με την μουσική του Μάνου Χατζιδάκι να αποδεικνύεται απίστευτα ανθεκτική στο χρόνο.

Την ίδια χρονιά παρουσιάζεται σε περιοδείες ανά την Ελλάδα και μια άλλη «Λυσιστράτη». Αυτή του Λάκη Λαζόπουλου με Βουτσινά-Κραουνάκη και Νικολακοπούλου. Με τη δική του Λυσιστράτη ο Λαζόπουλος κάνει αντίπραξη μέχρι να περάσει κι αυτός αργότερα στο στρατόπεδο των φίλων της Αλίκης.

Τελευταία τους κοινή εμφάνιση η συνέντευξη που -μη θέλοντας να της χαλάσει χατήρι όπως πάντα- παραχώρησε ο Μάνος Χατζιδάκις στην ραδιοφωνική τότε παραγωγό Αλίκη Βουγιουκλάκη στον Antenna Fm το 1989.

Και κάτι ακόμα. Η Αλίκη τραγούδησε στη δισκογραφία ντουέτο με το Γρηγόρη Μπιθικώτση το “Δεσποινάκι”, ένα τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι σε στίχους του Νίκου Γκάτσου. Ήταν το 1970 και ήταν στο δίσκο “Επιστροφή”, με ερμηνευτές το Μπιθικώτση και τη Δήμητρα Γαλάνη. Την εποχή εκείνη ο Χατζιδάκις βρισκόταν στην Αμερική κι έτσι τα τραγούδια του για την “Επιστροφή”, σε στίχους Γκάτσου, ενορχήστρωσε ο Δήμος Μούτσης.

Κι αφού βρισκόμαστε σε χωράφια δισκογραφικά, να θυμηθούμε πως στο δίσκο “Τα τραγούδια της Αλίκης”, που κυκλοφόρησε το 1973, η Βουγιουκλάκη ξανατραγούδησε δώδεκα τραγούδια από ταινίες της – απ’ αυτά, έξι του Μάνου Χατζιδάκι – ενορχηστρωμένα από το νεοκυματικό συνθέτη Γιώργο Κοντογιώργο.

Δεν είναι τυχαίο ότι για τις ανάγκες Ελληνικών ταινιών, αλλά και θεατρικών παραστάσεων έγραψαν τραγούδια για τη φωνή της οι σπουδαιότεροι Έλληνες συνθέτες. Θέλετε ονόματα; Κώστας Καπνίσης, Τάκης Μωράκης, Μάνος Χατζιδάκις, Σταύρος Ξαρχάκος, Μίμης Πλέσσας, Γεράσιμος Λαβράνος, Νίκος Μαμαγκάκης, Γιάννης Μαρκόπουλος, Γιώργος Ζαμπέτας, Μάνος Λοΐζος, Δήμος Μούτσης, Γιώργος Χατζηνάσιος, Μίκης Θεοδωράκης, Γιώργος Κατσαρός, Θάνος Μικρούτσικος, Βασίλης Δημητρίου, Σταμάτης Κραουνάκης.

Συνοπτικά ο Χατζιδάκις έγραψε τη μουσική και τα τραγούδια σε εφτά ταινίες της Αλίκης. Η αρχή έγινε το 1959 με την ταινία του Αλέκου Σακελλάριου “Το ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο”, για ν’ ακολουθήσουν: “Το Κλωτσοσκούφι” (1960) και η “Μανταλένα” (1960) σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, “Η Αλίκη στο ναυτικό” (1961) με τον Αλέκο Σακελλάριο, “Η Λίζα και η άλλη” (1961) με το Ντίνο Δημόπουλο, τα “Χτυποκάρδια στο θρανίο” (1963), και το 1964 η χαμένη ταινία “Aliki my love” σε σκηνοθεσία του Rudolf Mate.

Κι από τραγούδια; Τα έχουμε αναφέρει παραπάνω αλλά τα αναφέρουμε κι εδώ ξανά. “Έχω ένα μυστικό”, Το γκρίζο γατί” (“Νιάου νιάου βρε γατούλα”), “Το κλωτσοσκούφι”, “Σπουργιτάκι μου”, “Θάλασσα πλατιά”, “Μες σ’ αυτή τη βάρκα”, “Ο γλάρος”, “Τράβα μπρος”, “Ο γαϊδαράκος”, “Ξημερώνει” (“Το σύννεφο έφερε βροχή”), “Σ’ αγαπώ”, “Ο αμαξάς” (“Καροτσέρη καροτσέρη”), “Φεύγουν τα νιάτα”, “Θαλασσοπούλια μου”, “Το τραγούδι της σειρήνας” (“Με τ’ άσπρο μου μαντήλι”).

Η Αλίκη φεύγει από την ζωή στις 23 Ιουλίου του 1996. Δύο χρόνια προηγουμένως, και συγκεκριμένα στις 15 Ιουνίου του 1994, είχε φύγει και ο Χατζιδάκις. Και οι δύο τους είχαν γίνει μύθος προτού πεθάνουν. Είχαν γράψει ιστορία, και όπως λέει και η Νικολακοπούλου στο «τραγούδι της Αλίκης», στον δίσκο «Δεν έχω ιδέα», το οποίο ερμηνεύει η ίδια η πρωταγωνίστρια, «το πλήρωσες το πρόστιμο Αλίκη Βουγιουκλάκη, στην ιστορία φύσηξε καινούργιο αεράκι».

Τελειώνοντας το άρθρο αυτό, κλείνουμε με την ατάκα που είπε κάποτε ο Χατζιδάκις για την Βουγιουκλάκη. “Η χούντα θα αναφέρεται στη τηλεόραση ίσως μόνο την επέτειο του Πολυτεχνείου. Η Βουγιουκλάκη θα μπαίνει στα σπίτια μας κάθε μέρα, εκπροσωπώντας η παμπόνηρη την εποχή της αθωότητας του ελληνικού σινεμά”.

ΣΣ: Η ιδέα για το κείμενο και κάποιες από τις πληροφορίες συλλέχθηκαν από άρθρο, που δημοσιεύτηκε στο «Μουσικό Περιοδικό Όασις», τεύχος Ιανουαρίου 2010.

 

Οι απόψεις εκφράζουν τον συντάκτη τους και δεν αντιπροσωπεύουν κατ’ ανάγκην την άποψη του Καναλιού 6