Στις 10 Νοεμβρίου του 1989, το χάραμα, όλος ο κόσμος είναι κρεμασμένος στις τηλεοράσεις του. Εκτός από τους Βερολινέζους που είναι κρεμασμένοι σε ένα τείχος. Το τείχος του Βερολίνου και της ντροπής. Άνθρωποι τραβάνε με τα χέρια τους άλλους ανθρώπους για να ανέβουν και να περάσουν από την άλλη μεριά. Γνωστοί και άγνωστοι αγκαλιάζονται, τραγουδούν, κλαίνε, γελάνε, γίνονται ένα. Με καλέμια, σφυριά, αξίνες, βαριοπούλες, με ό,τι έχουν, ακόμα και με τα νύχια τους, οι Βερολινέζοι εκείνο το βράδυ αρχίζουν να γκρεμίζουν το τείχος που χώριζε τις ζωές τους για 28 ολόκληρα χρόνια. Το τείχος που έχτισε ο πόλεμος, ο παραλογισμός και το συμφέρον. Το τείχος που σήκωσαν ηγέτες, κυβερνήσεις και καθεστώτα. Το τείχος που δεν υπολόγισε ούτε μια στιγμή τις ζωές των ανθρώπων.

Όλα ξεκίνησαν ένα καλοκαιριάτικο βράδυ του 1961. Στις 12 Αυγούστου όταν οι Βερολινέζοι κοιμήθηκαν, ήξεραν πως κατοικούν σε μία πόλη. Την επομένη, όταν ξύπνησαν, διαπίστωσαν ότι ξαφνικά το Βερολίνο ήταν δύο πόλεις που είχαν για σύνορα ένα συρματόπλεγμα. Οι Σφαίρες Επιρροής, το Σιδηρούν Παραπέτασμα, ο Ψυχρός Πόλεμος έγιναν η ορολογία μιας ολόκληρης εποχής. Και οι ηγέτες των υπερδυνάμεων αποτύπωσαν το πιο ντροπιαστικό τους πρόσωπο, σε ένα τείχος του αίσχους, στην καρδιά της Ευρώπης, που το συντήρησε και το άντεξε μέχρι το 1989!
Το τείχος του Βερολίνου ούτε χτίστηκε ούτε γκρεμίστηκε από τη μια μέρα στην άλλη. Ο παραλογισμός του πολέμου, της βίας, της επιβολής, του συμφέροντος πάντα βρίσκει τον χρόνο και τον χώρο του για να απλωθεί στις ζωές μας, κάθε φορά που εμείς το επιτρέπουμε, νομίζοντας πως το κακό δεν θα φτάσει ποτέ στη δική μας πόρτα… Και κάθε φορά η Ιστορία έρχεται –εκ των υστέρων- να μας διαψεύσει…

Επιμέλεια – Παρουσίαση: Ειρήνη Λαλάκη