Ο Έφορος Φορολογίας παράνομα και καταχρηστικά επέτρεψε τη χρήση του ωφελήματος μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ από τους επενδυτές του ΚΕΠ, είπε σε ανακοίνωσή της η Ελεγκτική Υπηρεσία.
Ανατρέχοντας στο ιστορικό των αποφάσεων για τους δικαιούχους του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ, η Ελεγκτική Υπηρεσία αναφέρει ότι η Βουλή ψήφισε ομόφωνα το 2011 την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της πρόνοιας μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ για την απόκτηση πρώτης κατοικίας ώστε να καλύπτει τα πρώτα 200τ.μ. κατοικίας εμβαδού μέχρι 300τ.μ., εξαιρουμένων διαφόρων βοηθητικών χώρων εμβαδού μέχρι 88τ.μ. Στην πρόταση είχε αναφερθεί ότι αυτό θα ήταν αποδεχτό από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν γίνεται στο πλαίσιο εφαρμογής κοινωνικής πολιτικής.
Τότε, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Δημήτρης Χριστόφιας είχε αναπέμψει τον νόμο με το σκεπτικό ότι «το μέτρο που έχει ψηφιστεί από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, δεν εμπίπτει στα πιο πάνω πλαίσια εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου. Οι κατοικίες μέχρι 388 τ.μ., των οποίων η αξία μπορεί να ανέλθει μέχρι και €1.000 000, δεν μπορεί να θεωρηθούν ότι εμπίπτουν στο πλαίσιο κοινωνικής πολιτικής τους Κράτους». Τελικά, ο Νόμος ψηφίστηκε με μείωση του συνολικού εμβαδού από 300τ.μ. σε 275τ.μ., αναφέρει στην ανακοίνωσή της η Ελεγκτική Υπηρεσία.
Ακολούθως, το 2012 η Βουλή ψήφισε κυβερνητικό νομοσχέδιο που σκοπό είχε την διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ ύψους 5% και στην παράδοση ή ανέγερση κατοικίας που χρησιμοποιείται ή που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως μόνιμος και κύριος χώρος διαμονής στη Δημοκρατία, ώστε να καλύπτει και αγορά ή ανέγερση κατοικίας και από πολίτες χωρών που δεν είναι κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αμέσως μετά, συνεχίζει, η Υπηρεσία ΦΠΑ εξέδωσε εγκύκλιο με την οποία διευκρίνιζε ότι «οι διατάξεις του Νόμου καλύπτουν πρόσωπα που διαμένουν στη Δημοκρατία για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα και χρησιμοποιούν την κατοικία για την οποία υποβάλλουν δήλωση ως κύριο και μόνιμο χώρο διαμονής ενόσω βρίσκονται στη Δημοκρατία. Δεν καλύπτονται από τον Νόμο πρόσωπα που αγοράζουν ή ανεγείρουν κατοικία στη Δημοκρατία για επένδυση ή για σκοπούς μίσθωσης σε άλλα πρόσωπα ή για άσκηση οποιασδήποτε άλλης οικονομικής δραστηριότητας».
Ωστόσο, χωρίς η Υπηρεσία ΦΠΑ να εκδώσει οποιαδήποτε άλλη εγκύκλιο, χειριζόταν τα πρόσωπα τα οποία αγόραζαν κατοικία στην Κύπρο στο πλαίσιο του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, όπως οποιοδήποτε άλλο αλλοδαπό ο οποίος θα αγόραζε στην Κύπρο κατοικία για σκοπούς μόνιμης διαμονής.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία σημειώνει ότι θεωρεί προφανές ότι η κατοικία που αγοράζει ένας πολυεκατομμυριούχος επενδυτής στο πλαίσιο ενός Επενδυτικού Προγράμματος, και ο οποίος δεν εγκαθίσταται στη Δημοκρατία ώστε να χρησιμοποιεί την κατοικία για σκοπούς μόνιμης διαμονής αλλά τη χρησιμοποιεί περιστασιακά υπό τύπο εξοχικού, δεν είναι δικαιούχος του ωφελήματος, αφού είναι δεδομένο και νομολογημένο ότι μία εξοχική κατοικία δεν θεωρείται κατοικία που χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής.
Επιπρόσθετα, συνεχίζει, λαμβάνοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2006/112/ΕΚ που επιτρέπει μειωμένο ΦΠΑ για πρώτη κατοικία μόνο στο πλαίσιο κοινωνικής πολιτικής, η Ελεγκτική Υπηρεσία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι “ο Έφορος Φορολογίας παράνομα και καταχρηστικά επέτρεψε χρήση του ωφελήματος από τους επενδυτές του ΚΕΠ”.
Η κατάργηση του ανωτάτου ορίου εμβαδού των 275τ.μ. που ίσχυε μέχρι τότε, από τη Βουλή το 2016 επιδείνωσε κάπως το πρόβλημα, αναφέρει η ΕΥ, καθώς φαίνεται ότι η απώλεια για κατοικίες με εμβαδό μέχρι 275τ.μ. είναι €185,1εκ. και η απώλεια για κατοικίες με μεγαλύτερο εμβαδό είναι €19,2 εκ., με σύνολο €204,3 εκ. Επομένως, καταλήγει η ΕΥ, “η αναφορά και επικέντρωση στον Νόμο του 2016 προφανώς αποτελεί παραπλάνηση”.