Σύμφωνα με τον Δρα Λεόντιο Κωστρίκη, Καθηγητή Μοριακής Ιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, τα νέα επιβεβαιωμένα κρούσματα σήμερα, Μεγάλη Παρασκευή, 17 Απριλίου, είναι 15 από σύνολο  3241 εργαστηριακών διαγνώσεων. 

Συγκεκριμένα, πρόκειται για:

  • 3 κρούσματα που εντοπίστηκαν μέσω ιχνηλάτησης επαφών ήδη επιβεβαιωμένων περιστατικών ( 381 εργαστηριακοί έλεγχοι) 
  • 4 κρούσματα από 1723 εργαστηριακές διαγνώσεις που εμπίπτουν στο πλαίσιο ελέγχου 20.000 επαγγελματιών σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.
  • 2 κρούσματα από σύνολο 162 διαγνώσεων από τα μικροβιολογικά εργαστήρια των Γενικών Νοσοκομείων
  • 6 κρούσματα από 587 δείγματα που λήφθηκαν από εργαζόμενους στον ΟΚΥπΥ 

Με βάση και τα σημερινά δεδομένα, τα κρούσματα ανέρχονται συνολικά σε 750  (περιλαμβανομένων και των 10 που έχουν εντοπιστεί στις Βρετανικές Βάσεις).

Ο Δρ Κωστρίκης σημείωσε πως «τα στοιχεία των τελευταίων ημερών σχηματίζουν μια εικόνα που μας ικανοποιεί. Πλέον έχουμε μπροστά μας απτά αποτελέσματα και όχι απλές ενδείξεις. Είναι η επιβράβευση των στερήσεών σας και της συνολικής προσπάθειας. Βρισκόμαστε σε πολύ καλό δρόμο και πρέπει να συνεχίσουμε με την ίδια αποφασιστικότητα. Επαναλαμβάνω τη θερμή παράκληση να διαφυλάξουμε αυτό που με τόσο κόπο έχουμε πετύχει. Εκ μέρους της επιστημονικής επιτροπής σας ευχαριστώ και σας εύχομαι καλό Πάσχα».

Η κατάσταση στις ΜΕΘ, πόσοι πήραν εξιτήριο

Ο Δρ Μάριος Λοΐζου, Επιστημονικός Διευθυντής Διεύθυνσης Λευκωσίας ΟΚΥπΥ, ανέφερε πως, σύμφωνα με τα στοιχεία μέχρι τις 3 το απόγευμα, στο Γενικό Νοσοκομείο Αμμοχώστου (το νοσοκομείο αναφοράς) νοσηλεύονται 19 άτομα, εκ των οποίων 3 στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας. Δόθηκαν πέντε εξιτήρια.

Διασωληνωμένοι νοσηλεύονται συνολικά 9 ασθενείς,  3 στη ΜΕΘ του ΓΝ Λεμεσού και 6 στη ΜΕΘ του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, όπου νοσηλεύονται τέσσερις επιπλέον, χωρίς αναπνευστήρα. Η κλινική κατάσταση των ασθενών στις ΜΕΘ είναι προς το παρόν κρίσιμη, αλλά σταθερή.

Εκτός ΜΕΘ, σε θάλαμο, νοσηλεύονται συνολικά στα δημόσια νοσηλευτήρια (πλην Νοσοκομείου Αναφοράς) οκτώ ασθενείς Covid-19.

«Θα μου επιτρέψετε σήμερα να κάνω μια μικρή αναδρομή στην πορεία της πανδημίας μέχρι σήμερα. Αυτή η πανδημία βρήκε τον κόσμο απροετοίμαστο. Παρά το γεγονός ότι εδώ και πολλά χρόνια υπήρχαν φωνές που προειδοποιούσαν, δεν ακούστηκαν. Στις αρχές τους 2019 δημοσιεύτηκε η έκθεση του ΠΟΥ «Ένας κόσμος σε κίνδυνο». Ήταν μια ακόμα προειδοποίηση. Τα σημάδια αυτού που ζούμε ήταν εκεί, αλλά η ανθρωπότητα ήταν απολύτως απροετοίμαστη.
Σαν Κύπρος, παρόλα αυτά, πήγαμε καλά. Μπορούμε να θεωρήσουμε τους εαυτούς μας τυχερούς που η Κυβέρνηση, με την καθοδήγηση των επιστημονικών ομάδων, πήρε έγκαιρα σκληρές αποφάσεις. Το πόσο καλά πήγαμε φαίνεται από το εξής απλό παράδειγμα. Για χρόνια, ο Κύπριος ασθενής έστρεφε το βλέμμα του σε άλλες χώρες για θέματα υγείας. Σε αυτή την πανδημίας όμως ζήσαμε το ακριβώς αντίθετο: τη μαζική απαίτηση των συμπατριωτών μας στο εξωτερικό να επιστρέψουν στην πατρίδα.
Όσοι από εμάς έχουμε φίλους ή συγγενείς σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες ή στις ΗΠΑ, ζήσαμε την αγωνία τους. Μόνοι στο σπίτι με πολύ δύσκολη πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας. Στην Κύπρο λοιπόν ζήσαμε μια δύσκολη, αλλά διαφορετική εικόνα. Ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς. Η νόσος παραμένει χωρίς αποτελεσματική θεραπεία και ο ιός χωρίς εμβόλιο για να τον ανακόψει. Παραμένει κύριο καθήκον όλων μας η διαφύλαξη της υγείας του λαού, ειδικά των ευπαθών ομάδων και των συστημάτων υγείας.
Η ζωή όμως σιγά-σιγά πρέπει να ξαναξεκινήσει. Για να μπορέσει να βρεθεί η χρυσή ισορροπία ανάμεσα στη χαλάρωση των μέτρων και στην πιθανή ανάγκη, λόγω αύξησης κρουσμάτων σαν συνέπεια της χαλάρωσης, επαναφοράς μέτρων, ο καθοριστικός παράγοντας θα είναι η επάρκεια του συστήματος υγείας να αντιμετωπίσει μια νέα αυξημένη ροή ασθενών. Όσο το σύστημα υγείας αντέχει, τόσο θα μπορέσει η ζωή να επανέρχεται πλησιέστερα προς το φυσιολογικό. Θα είναι μία προσπάθεια σε βάθος χρόνου, μέχρι να μπορέσει ο ιός να καταπολεμηθεί, είτε με την ύπαρξη εμβολίου είτε με την ανάπτυξη ανοσίας σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Σε αυτό το διάστημα μάθαμε πολλά. Συνεχίζουμε να μελετάμε και να μαθαίνουμε. Για να πετύχουμε όμως, χρειάζεται η συνέχιση της προσπάθειας από το σύνολο του λαού. Όλοι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την ανάγκη απόλυτης προσαρμογής στο νέο “φυσιολογικό” που καλούμαστε να ζήσουμε», σημείωσε, τέλος, ο Δρ Λοΐζου.