Δε θα δεχθούμε και δε θα επιτρέψουμε την κατάργηση της Κυπριακή Δημοκρατίας χάριν της όποιας λύσης, διαμήνυσε ο απόγευμα της Τετάρτης ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, κατά τον χαιρετισμό του στην τιμητική εκδήλωση για εθελοντές αγωνιστές κατά την ανταρσία των Τούρκων την περίοδο 1963-64, στην αίθουσα του Συνεδριακού Κέντρου «Φιλοξενία». Εξέφρασε, δε, τη βεβαιότητα ότι όποιος και να τον διαδεχθεί στο αξίωμα, συμμερίζεται την ίδια άποψη, την ίδια θέση και το ίδιο καθήκον.
Το παρών στην εκδήλωση έδωσαν μέλη της κυβέρνησης, ο Αρχιεπίσκοπος, ο Πρέσβης της Ελλάδας, o Δήμαρχος Λευκωσίας, οι αρχηγοί της Εθνικής Φρουράς και της Αστυνομίας, βουλευτές, εκπρόσωποι κομμάτων, συνδέσμων και οργανώσεων. Πέραν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, χαιρετισμό στην εκδήλωση απηύθυνε και ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Εθελοντών Αγωνιστών Αντιστράτηγος εν αποστρατία, Χαράλαμπος Λόττας.
Κατά την εκδήλωση τιμήθηκαν περισσότεροι από 300 εθελοντές αγωνιστές, που είναι αριθμός μεγαλύτερος από όσους τιμήθηκαν το 2017, όταν λήφθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο η απόφαση για απόδοση τιμής στους αγωνιστές του 1963-64. Όπως εξήγησε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου περιλήφθηκε πρόνοια, ελλείψει μητρώου για τους εθελοντές αγωνιστές, οι οφειλόμενες τιμητικές διακρίσεις να απονέμονταν σε μεταγενέστερο στάδιο. Κάλεσε, δε, αν διαπιστωθεί ότι κάποιοι ελλείπουν από το μητρώο, να συμπεριληφθεί όποιος αποδεδειγμένα συμμετείχε στον αγώνα.
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, μιλώντας ενώπιον εκατοντάδων εθελοντών αγωνιστών, οικείων και συγγενών τους, εξέφρασε την ευγνωμοσύνη στον αγώνα τους, λέγοντας ότι αυτός «επέτρεψε σε όλους εμάς να οικοδομήσουμε ένα ευνομούμενο και δημοκρατικό κράτος».
Υπογράμμισε ότι ο αγώνας των εθελοντών του 1963-64 διέσωσε την Κυπριακή Δημοκρατία, εξουδετερώνοντας τα σχέδια της Τουρκίας και των εδώ εγκάθετών της, ενώ επέτρεψε να προσφύγει η Κυπριακή Δημοκρατία στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και να επιτύχει το Ψήφισμα 186, με το οποίο αναγνωριζόταν πλήρως η νομιμότητά της, παρά την παράνομη αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από τις θέσεις που διατηρούσαν με βάση το Σύνταγμα.
Σημείωσε, όμως, πως ό,τι αποτράπηκε το 1963, επήλθε το 1974 «μετά από το προδοτικό πραξικόπημα των Ελληνόφωνων της Χούντας που αξιοποιήθηκε από την Τουρκία», ώστε να εισβάλει στην Κύπρο. «Έκτοτε και παρά τους ιστορικούς συμβιβασμούς από μέρους της ελληνοκυπριακής πλευράς, όλες οι προσπάθειες τόσο των προκατόχων μου όσο και εμού του ιδίου για την επίτευξη λύσης, με στόχο την απαλλαγή της πατρίδας μας από την κατοχή απέτυχαν ως αποτέλεσμα των έκνομων και απαράδεκτων αξιώσεων της Τουρκίας», πρόσθεσε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης.
Τόνισε, δε, ότι ο στόχος της Τουρκίας «να μετατρέψει την Κύπρο σε ένα ελεγχόμενο από την ίδια προτεκτοράτο […] καταδείχθηκε εκ νέου από τη Διάσκεψη για την Κύπρο που πραγματοποιήθηκε στο Κραν Μοντανά τον Ιούλιο του 2017 και επιβεβαιώθηκε με τις γραπτές προτάσεις που υπέβαλε η Τουρκία και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης στην άτυπη πενταμερή Διάσκεψη για το Κυπριακό μεταξύ 27-29 Απριλίου 2021 στη Γενεύη».
Διαμηνύοντας ότι «δεν θα δεχτούμε και δεν θα επιτρέψουμε την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας χάριν της όποιας λύσης», ο Πρόεδρος εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι εκείνοι που θα τον διαδεχθούν «θα έχουν την ίδια άποψη, την ίδια θέση, το ίδιο καθήκον», τονίζοντας ότι στόχος είναι ένα κράτος που να συνάδει, να είναι απόλυτα συνυφασμένο με τις αρχές και αξίες των ΗΕ, εναρμονισμένο με το ευρωπαϊκό δίκαιο για προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για μια ειρηνική και δημιουργική σύμπραξη και συμβίωση με τους Τουρκοκύπριους.
«Δεν επιδιώξαμε ποτέ την πολεμική αντιπαράθεση», πρόσθεσε, υπογραμμίζοντας τον στόχο για εξεύρεση μιας ειρηνικής και αξιοπρεπούς λύσης μέσα από τον διάλογο. Τόνισε, δε, ότι η λύση θα πρέπει «να διασφαλίζει πολιτική ισότητα, αλλά όχι πολιτική ανισότητα», προσθέτοντας ότι «η μειοψηφούσα κοινότητα» πρέπει να έχει τα δικαιώματά της, «αλλά την ίδια ώρα δεν μπορεί να έχει το βέτο σε κάθε απόφαση της κεντρικής κυβέρνησης». Ο Πρόεδρος σημείωσε ακολούθως ότι «κατά αυτό τον τρόπο ανατρέπεται η ισότητα και μετατρεπόμαστε σε ένα άλλο καθεστώς, εκείνο που η μειοψηφούσα κοινότητα κυβερνά την πλειοψηφούσα».
Η επιμονή της Τουρκίας σε «διατήρηση των αναχρονιστικών εγγυήσεων, του δικαιώματος επέμβασης, της παρουσίας κατοχικών στρατευμάτων, αλλά και της μίας θετικής ψήφου για κάθε απόφαση της κεντρικής κυβέρνησης», είπε τέλος ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, «ήταν οι λόγοι που οδηγηθήκαμε στο ναυάγιο, αλλά και αυτά ήταν και τα προσχήματα που χρησιμοποίησε για να πει ότι “απέτυχαν οι προσπάθειες και συνεπώς αυτό που επιδιώκουμε είναι τα δύο ανεξάρτητα κράτη”».
Στον δικό του χαιρετισμό ο Πρόεδρος Συνδέσμου Εθελοντών Αγωνιστών 1963-64, Χαράλαμπος Λόττας, ευχαρίστησε εκ μέρους όλων των μελών του Συνδέσμου τον Πρόεδρο Αναστασιάδη για τη θέσπιση της απόδοσης τιμής στους εθελοντές αγωνιστές, κάτι που, όπως είπε υπήρξε μόνιμο αίτημα του Συνδέσμου. Σημείωσε, δε, ότι η τιμή που αποδίδεται στους αγωνιστές, αντανακλάται στην ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία. Πρόσθεσε, ακόμα, ότι σκοπός του Συνδέσμου, ο οποίος ιδρύθηκε το 1997, είναι η «καταγραφή αντικειμενικής ιστορικής πραγματικότητας και ανατροπή ισχυρισμών άλλης πλευράς για δήθεν ευθύνες της ε/κ κοινότητας» κατά την περίοδο 1963 – 64, όταν εκδηλώθηκε η ανταρσία των Τούρκων.
Ο κ. Λόττας αναφέρθηκε συνοπτικά σε μία ιστορική αναδρομή στα γεγονότα που οδήγησαν μέχρι τις βίαιες συγκρούσεις της περιόδου 1963-64, σημειώνοντας ότι η Τουρκία είχε ξεκινήσει τον εξοπλισμό της τ/κ ήδη από την περίοδο του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα 1955-’59, που οδήγηση τελικά και στην ίδρυση της οργάνωσης ΤΜΤ, όπως είπε. Σημείωσε ότι, μετά από διάλεξη Τούρκου καθηγητή το 1961, που όπως είπε ο κ. Λόττας προετοίμαζε το κλίμα για την εξέγερση εναντίον των ε/κ, καθώς και μετά από ανακάλυψη σχεδίου του 1963 σε γραφείο τ/κ υπουργού, για διά της βίας συγκέντρωση των τ/κ σε μία περιοχή, «δεν είχαμε άλλη επιλογή παρά να προετοιμαστούμε για την άμυνά μας, για να αντιμετωπίσουμε την αναμενόμενη επίθεση, και καθώς δεν υπήρχε Εθνική Φρουρά, οργανώθηκαν ομάδες εθελοντών», όπως είπε.
Όσα αναφέρθηκαν, υπογράμμισε ο κ. Λόττας, «φωτίζουν επαρκώς τα προηγηθέντα των συγκρούσεων και αναιρούν τη νεόκοπη θεωρία ότι για τα τότε γεγονότα ευθύνεται ο εθνικισμός και η γενοκτονική μανία των Ελλήνων». Είπε, δε, ότι «η καλοπροαίρετη απόφαση του Προέδρου Μακαρίου να εισηγηθεί τροποποιήσεις στο Σύνταγμα […] αποτέλεσε τη δικαιολογία που προέβαλαν οι στασιαστές κατά του νόμιμου κράτους», αναφέροντας ότι οι βίαιες συγκρούσεις, που ξεκίνησαν από τη Λευκωσία, εξαπλώθηκαν στη συνέχεια στη Λεμεσό, στην Πάφο στον Πενταδάκτυλο και μετά στην Τυλληρία.
Πηγή: ΚΥΠΕ