Το Ανώτατο Δικαστήριο προέβη στην αύξηση της ποινής που επιβλήθηκε πρωτόδικα σε καταδικασθέντα, για υπόθεση που αφορούσε τη διάπραξη αδικημάτων σε σχέση με την παιδική πορνογραφία.

Συγκεκριμένα, το Ανώτατο Δικαστήριο αύξησε την μέγιστη ποινή που διατάχθηκε πρωτόδικα από τέσσερα σε πέντε χρόνια, κάνοντας λόγο πως οι επιβληθείσες ποινές στις κατηγορίες που αφορούσαν παιδιά κάτω των 13 ετών, «είναι έκδηλα ανεπαρκείς».

Ο καταδικασθείς κρίθηκε ένοχος, στη βάση δικής του παραδοχής, από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού, σε κατηγορίες για αδικήματα απόκτησης πρόσβασης σε παιδική πορνογραφία. Επρόκειτο για 17 κατηγορίες, δύο εκ ων οποίων οι κατηγορίες 103 και 108, οι οποίες αφορούσαν παιδιά κάτω των 13 ετών.

Το Κακουργιοδικείο επέβαλε στο συγκεκριμένο πρόσωπο συντρέχουσες ποινές φυλάκισης με μέγιστη αυτή των τεσσάρων χρόνων, στην κατηγορία 103, για κατοχή παιδικής πορνογραφίας.

Η πρωτόδικη απόφαση οδηγήθηκε στο Ανώτατο, αφού αμφισβητείτο από την Κυπριακή Δημοκρατίας η ορθότητα όλων των ποινών και υποστηρίζεται ότι αυτές είναι έκδηλα ανεπαρκείς.

Τα γεγονότα, όπως εκτέθηκαν ενώπιον του Κακουργιοδικείου από την Κατηγορούσα Αρχή και με τα οποία συμφώνησε η υπεράσπιση

Μετά από πληροφορία που έλαβε το Γραφείο Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος από τη EUROPOL στις 17.10.2016, ότι στις 14.9.2016 κάτοχος/χρήστης συγκεκριμένου κυπριακού IP address, μέσω συγκεκριμένης πλατφόρμας ανταλλαγής μηνυμάτων και αρχείων, συσχετιζόταν με αρχεία που αφορούσαν παιδικό πορνογραφικό υλικό, διενεργήθηκε από την Αστυνομία, δυνάμει δικαστικού εντάλματος, έρευνα στην οικία του εφεσίβλητου και κάτοχου/χρήστη του εν λόγω IP address.

Στα πλαίσια της έρευνας, η οποία διεξήχθη στην παρουσία του εφεσίβλητου, εντοπίστηκαν και παραλήφθηκαν πέντε εξωτερικοί σκληροί δίσκοι, δύο σκληροί δίσκοι, ένας φορητός ηλεκτρονικός υπολογιστής και ένας πύργος ηλεκτρονικού υπολογιστή εντός του οποίου εντοπίστηκαν δύο εξωτερικοί σκληροί δίσκοι και ένας σκληρός δίσκος.

Το περιεχόμενο των τεκμηρίων που παραλήφθηκαν επιθεωρήθηκε από την Αστυνομία και εντοπίστηκαν αρχεία παιδικής πορνογραφίας με παιδιά άνω των 13 ετών καθώς και κάτω των 13 ετών.

Συνολικά εντοπίστηκαν 6.090 αρχεία, δηλαδή 3.237 αρχεία φωτογραφίας από τα οποία τα 228 αφορούσαν παιδιά κάτω των 13 ετών και 2.853 αρχεία βίντεο συνολικού χρόνου περίπου 319 ωρών, από τα οποία τα 805 αρχεία, συνολικού χρόνου 73 ωρών, αφορούσαν παιδιά κάτω των 13 ετών, που συμμετείχαν σε πράξεις σεξουαλικής φύσεως.

Το Κακουργιοδικείο σημείωσε ότι 143 από τα αρχεία φωτογραφίας που εντοπίστηκαν είναι καταχωρημένα στη βάση δεδομένων της Ιντερπόλ (ICSE) και απεικονίζουν αναγνωρισμένα θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης από το εξωτερικό και αναγνωρισμένους θύτες.

Περαιτέρω, εντοπίστηκαν 537 επισκέψεις σε συγκεκριμένη ιστοσελίδα μεταξύ 28.8.2016 και 13.11.2016. Από την εν λόγω σελίδα κατέβηκαν 437 αρχεία φωτογραφίας μεταξύ 28.8.2016 και 24.10.2016, ενώ έγιναν επισκέψεις σε δωμάτια επικοινωνίας στην ίδια ιστοσελίδα με διάφορες ονομασίες που παραπέμπουν σε παιδικό πορνογραφικό υλικό.

Εντοπίστηκαν, επίσης, λέξεις κλειδιά με τις οποίες ο εφεσίβλητος αναζητούσε υλικό παιδικής πορνογραφίας στο διαδίκτυο, καθώς και σύνδεσμοι οι οποίοι ήταν αποθηκευμένοι στα favourites/bookmarks στον περιηγητή διαδικτύου google chrome και οι οποίοι σχετίζονται με παιδική πορνογραφία.

Κατά τις ανακριτικές του καταθέσεις ο εφεσίβλητος ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι για συγκεκριμένη ιστοσελίδα από την οποία κατέβασε αρχεία παιδικής πορνογραφίας, είχε δικό του λογαριασμό και πλήρωνε περιστασιακά συνδρομή και πως έκανε αναζητήσεις μέσω google με λέξεις σχετικές με παιδική πορνογραφία.

Υπέδειξε και συνδέσμους τους οποίους είχε αποθηκευμένους, οι οποίοι παρέπεμπαν σε δωμάτια επικοινωνίας σε ιστοσελίδα/πλατφόρμα, όπου γινόταν ανταλλαγή παιδικού πορνογραφικού υλικού ή σελίδες μέσω των οποίων είχε πρόσβαση σε παιδικό πορνογραφικό υλικό, ως έχει αναφερθεί.

Το Κακουργιοδικείο, με σκοπό να καταλήξει στην αρμόζουσα, υπό τις περιστάσεις, ποινή, τόνισε τον πρωταρχικό σκοπό του Νόμου – την προστασία των παιδιών από την απάνθρωπη μεταχείριση και τις επιπτώσεις, οι οποίες τα ακολουθούν σε ολόκληρη τη ζωή τους.

Επεξηγώντας δε τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της ποινής και το νομοθετικό πλαίσιο χαρακτήρισε τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε ο εφεσίβλητος ως «αναμφιβόλως σοβαρές», αναφέροντας πως ενδεικτικές της σοβαρότητας τους είναι οι προβλεπόμενες από το Νόμο ποινές.

Ο λόγος έφεσης

Ο ένας και μοναδικός λόγος έφεσης που εγείρεται από τη Δημοκρατία είναι ότι όλες οι ποινές που έχουν επιβληθεί είναι έκδηλα ανεπαρκείς, τόσο σε σχέση με τα αδικήματα που αφορούν αρχεία παιδικής πορνογραφίας με παιδιά άνω των 13 ετών, όσο και σε σχέση με αυτά που αφορούν παιδιά κάτω των 13 ετών.

Η θέση της Δημοκρατίας είναι ότι το Κακουργιοδικείο, παρά τη φραστική αναφορά στους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής καθώς και στο Sexual Offences Definitive Guideline (στο εξής «Definitive Guideline»), εν τέλει δεν προσμέτρησε τους παράγοντες αυτούς στην ποινή που επιβλήθηκε στον εφεσίβλητο και παράλληλα επισημαίνει με αναφορά στην έξαρση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στη διάπραξη αδικημάτων τέτοιας φύσης όπως τα υπό αναφορά, ότι η παρούσα είναι μία από τις σοβαρότερες υποθέσεις λόγω του αριθμού και του είδους των αρχείων που βρέθηκαν στην κατοχή του εφεσίβλητου.

Τέλος, εισηγείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα σε μετριαστικούς παράγοντες, όπως στην παραδοχή του εφεσίβλητου και ιδιαίτερα στο γεγονός ότι ο εφεσίβλητος εντάχθηκε σε εξατομικευμένο σχέδιο εντατικής φροντίδας, στο οποίο πρέπει να αποδίδεται σημασία αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό ώστε να εξουδετερώνεται η ποινή που επιβάλλεται.

Απόφαση Ανώτατου

Σύμφωνα με την απόφαση του Ανώτατου στην συγκεκριμένη περίπτωση, τόσο εκ του όγκου του υλικού όσο και εκ του επιπέδου, στο οποίο αυτό κατατάσσεται, καθώς και εκ του σημαντικού μέρους αυτού, το οποίο αφορά παιδιά κάτω των 13 ετών, είναι μια από τις σοβαρότερες υποθέσεις κατοχής παιδικού πορνογραφικού υλικού, που οδηγήθηκε ενώπιον της δικαιοσύνης.

Η φραστική αναφορά από το Κακουργιοδικείο στη σοβαρότητα των αδικημάτων δεν αντανακλάται στο ύψος των ποινών που τελικά επέβαλε στον εφεσίβλητο, αναφέρει το Ανώτατο.

«Έχοντας υπόψη όλα τα ανωτέρω, με δεδομένα και τα ελαφρυντικά της υπόθεσης, κρίνεται πως παρά το ότι το Κακουργιοδικείο ορθά εντόπισε τους επιβαρυντικούς παράγοντες, σχολιάζοντας μάλιστα έντονα την ανησυχητική αύξηση αυτής της φύσης των αδικημάτων, εντούτοις οι επιβληθείσες ποινές στις κατηγορίες 103 και 108 είναι έκδηλα ανεπαρκείς καθότι εντοπίζεται αναντιστοιχία μεταξύ των ποινών και της σοβαρότητας των διαπραχθέντων αδικημάτων, τόσο από νομικής άποψης, δεδομένης της προβλεπόμενης από το Νόμο ποινής, όσο και από πραγματικής, τέτοια που να δικαιολογείται η παρέμβαση του Εφετείου», αναφέρει.

Όσον αφορά τις υπόλοιπες κατηγορίες, δεδομένων των αδικημάτων στα οποία αφορούν και της ανώτατης προβλεπόμενης ποινής από το Νόμο για την τιμωρία τους, κρίνουμε ότι δεν δικαιολογείται η παρέμβαση μας, προστίθεται.

Το Δικαστήριο εξηγεί αναφέρει πως χωρεί η παρέμβαση του στις ποινές για την κατηγορία 103, με την ποινή φυλάκισης αυξάνεται από 4 έτη σε 5 έτη, καθώς και στην κατηγορία 108 η ποινή φυλάκισης αυξάνεται από 3 έτη και 6 μήνες σε 4 έτη και 6 μήνες.

Τέλος, αναφέρει πως οι υπόλοιπες ποινές παραμένουν ως έχουν, ενώ σημειώνει πως όλες οι ποινές να συντρέχουν.