Ανησυχίες για την καθυστέρηση υποβολής των οικονομικών καταστάσεων του Εθνικού Ταμείου Αλληλεγγύης εκφράζει η Ελεγκτική Υπηρεσία, η οποία διερωτάται κατά πόσο το υπόλοιπο του ταμείου, που ανέρχεται σε €110 εκατομμύρια τηρείται σε ταμειακά διαθέσιμα ή αποτελεί λογιστικό υπόλοιπο.

Το Ταμείο, το οποίο θεσπίστηκε το 2013 με στόχο να αναπληρώσει τις ζημιές που υπέστησαν πρόσωπα συνεπεία των αποφάσεων του Εurogroup στο πλαίσιο της διάσωσης της κυπριακής οικονομίας. Με μεταγενέστερη τροποποίηση του νόμου το ταμείο χρηματοδοτείται μέσω του κρατικού προϋπολογισμού. Σύμφωνα με την Ελεγκτική Υπηρεσία το υπόλοιπο του ταμείο στο τέλος του 2021 ανερχόταν στα €110 εκατομμύρια.

«Επισημαίνουμε ότι, η σημαντική καθυστέρηση στην υποβολή και έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων δημιουργεί ανησυχία στην Υπηρεσία μας, δεδομένων των σημαντικών ποσών που διαχειρίζεται το Ταμείο και δεν προωθεί την αναμενόμενη διαφάνεια και λογοδοσία, ούτε παρέχει την ευκαιρία για έγκαιρο εντοπισμό τυχόν προβλημάτων και προώθηση ενεργειών για αντιμετώπισή τους», αναφέρει η Ελεγκτική Υπηρεσία, σε έκθεσή της κατόπιν ελέγχου συμμόρφωσης του Υπουργείου Οικονομικών (και του Γενικού Λογιστηρίου (ΓΛ) της Δημοκρατίας, σχετικά με τις διαδικασίες έγκρισης και παραχώρησης χορηγιών και «κατά χάριν» χορηγιών, με βάση το θεσμικό πλαίσιο που τις διέπει.

Η Ελεγκτική Υπηρεσία ζήτησε ενημέρωση για το κατά πόσον συστάθηκε η Διαχειριστική Επιτροπή του Ταμείου κατά πόσον εκδόθηκαν οδηγίες και κανονισμοί από το Υπουργικό Συμβούλιο, βάσει των οποίων η επιτροπή θα διαχειρίζεται τα οικονομικά του ταμείου.

«Ο Γενικός Διευθυντής του ΥΠΟΙΚ μάς πληροφόρησε ότι οι οικονομικές καταστάσεις θα ολοκληρωθούν και θα μας αποσταλούν στις αρχές του 2023», αναφέρει η Ελεγκτική Υπηρεσία, προσθέτοντας ωστόσο πως ο Γενικός Διευθυντής του ΥΠΟΙΚ δεν ενημέρωσε όμως κατά πόσο συστάθηκε η Επιτροπή Διαχείρισης και εκδόθηκαν οδηγίες και Κανονισμοί από το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Νόμου, ούτε σχετικά με το ερώτημά της Ελεγκτικής εάν το υπόλοιπο του Ταμείου τηρείται ως ταμειακά διαθέσιμα ή εάν αποτελεί λογιστικό υπόλοιπο.

Εξάλλου, η ΕΥ διαπιστώνει ότι η υφιστάμενη διαδικασία έγκρισης και καταβολής χορηγίας και «κατά χάριν» χορηγίας είναι πολύπλοκη και χρονοβόρα, αφού σε αρκετές περιπτώσεις, για τη διεκπεραίωση του σχετικού αιτήματος, απαιτείται η εμπλοκή πολλών Τμημάτων και λειτουργών, με αποτέλεσμα να προκύπτει αυξημένο διοικητικό κόστος και κίνδυνος διοικητικών λαθών, όπως για παράδειγμα διπλοπληρωμές.

Διαπιστώνει επίσης ότι σε αρκετές περιπτώσεις εγκρίθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο και παραχωρήθηκαν από το ΥΠΟΙΚ και το ΓΛ χορηγίες, που είχαν χαρακτηριστεί ως «κατά χάριν», των οποίων ο σκοπός προσκρούει στις διατάξεις του περί της Λογιστικής και Δημοσιονομικής Διαχείρισης και του Χρηματοοικονομικού Ελέγχου της Δημοκρατίας Νόμου (Ν.38(Ι)/2014).

Σε αυτό το πλαίσιο η Ελεγκτική Υπηρεσία συστήνει όπως το ΥΠΟΙΚ μέχρι να εκδοθεί σχετική γνωμάτευση από τη Νομική Υπηρεσία, μην προωθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση αιτήματα παραχώρησης «κατά χάριν» οικονομικής βοήθειας, σε περιπτώσεις όπου υπάρχει σε ισχύ νομοθεσία που διέπει το θέμα ή/και ο σκοπός παραχώρησής τους δεν συνάδει με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, οπότε ενδέχεται να μην είναι σύννομη.

Μεταξύ των ευρημάτων της ΕΥ περιλαμβάνεται αυτεπάγγελτη καταβολη από το Υπουργικό Συμβούλιο χορηγίας, στις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων, για διευθέτηση των οφειλών δύο νοσηλευτών, που εργοδοτήθηκαν στο Νοσοκομείο Αναφοράς για Διαχείριση της Πανδημίας του κορωνοϊού, χωρίς αιτιολόγηση, καθώς προώθηση από το ΥΠΟΙΚ προς το Υπουργικό Συμβούλιο αιτημάτων για παραχώρηση «κατά χάριν» χορηγίας σε εταιρείες ιδιωτικού δικαίου ή οργανισμούς, τα οποία αφορούσαν στη χρηματοδότησή τους, ώστε να συνεχίσουν ως δρώσες οικονομικές μονάδες.

Μεταξύ άλλων, η ΕΥ συστήνει όπως, πριν την καταβολή οποιασδήποτε «κατά χάριν» χορηγίας πέραν του ποσού των €10.000, θα πρέπει να εξασφαλίζεται εκ των προτέρων η έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, ώστε η καταβολή της να είναι σύννομη.

Πηγή: ΚΥΠΕ