Τη βεβαιότητα πως ο λαός της Ρωσίας δεν θέλει τον πόλεμο με την Ουκρανία, υπογράμμισαν η Πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και ο ΓΓ του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ σε κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσαν στο αρχηγείο του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.
Η κ. Φον ντερ Λάιεν αναφέρθηκε στο δεύτερο πακέτο κυρώσεων, το οποίο προετοιμάζουν η Κομισιόν και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης σε συνεννόηση με τα κράτη μέλη, επισημαίνοντας πως το πακέτο έχει δύο πυλώνες, που αφορούν περαιτέρω πιέσεις στη ρωσική οικονομία αλλά και περιορισμό της πρόσβασης της Ρωσίας σε τεχνολογίες τις οποίες έχει ανάγκη.
Αναφερόμενη στον πρώτο πυλώνα του πακέτου, η κ. Φον ντερ Λάιεν επεσήμανε πως η ρωσική οικονομία βρίσκεται ήδη υπό έντονες πιέσεις και πως τα μέτρα που θα υιοθετηθούν «θα περιορίσουν ακόμα περισσότερο την οικονομική ανάπτυξή της».
Σε σχέση με τον δεύτερο πυλώνα, πρόσθεσε πως τα μέτρα θα αποκόψουν την πρόσβαση της Ρωσίας σε κρίσιμες τεχνολογίες και λογισμικά σε τομείς από τους οποίους η ελίτ της Ρωσίας κάνει τα περισσότερα της κέρδη.
Είναι ο Πούτιν, που θα πρέπει να εξηγήσει στους πολίτες του τις επιπτώσεις, που θα αντιμετωπίσει η χώρα, πρόσθεσε, υπογραμμίζοντας πως «γνωρίζω ότι ο ρωσικός λαός δεν θέλει αυτόν τον πόλεμο».
Η ενότητα, συνέχισε, είναι η μεγαλύτερη δύναμη της ΕΕ και για αυτό η Ρωσία έχει επιχειρήσει να τη διασπάσει, καταφέρνοντας ωστόσο ακριβώς το αντίθετο.
Η Πρόεδρος της Κομισιόν επεσήμανε ότι η ΕΕ είναι έτοιμη να υποδεχθεί πρόσφυγες από την Ουκρανία, καθώς και να συμβάλει στην ανθρωπιστική βοήθεια για τους εκτοπισμένους πολίτες εντός της Ουκρανίας.
Ο κ. Μισέλ τόνισε πως Ρωσία έχει αντικαταστήσει «το κράτος δικαίου με το κράτος βαρβαρότητας» και προανήγγειλε πως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα εγκρίνει τεράστιες στοχευμένες κυρώσεις.
Κάλεσε ακόμα τη Λευκορωσία και τον λαό της να επιλέξουν να μην εμπλακούν σε αυτόν τον πόλεμο.