Ανήκει στην οικογένεια των γερανοειδών. Ανθίζει από τον Απρίλιο μέχρι και τον Σεπτέμβριο. Στην Κύπρο ονομάζεται κοινώς κιούλιν και στην Ελλάδα αρμπαρόριζα, χρυσαχί και μοσχόφυλλο. Έχει το επιστημονικό όνομα Pelargonium graveolens.
Το κιούλιν έχει ιδιαίτερο άρωμα, το οποίο θυμίζει λίγο το λιβάνι, αλλά και ως βότανο έχει χαλαρωτικές ιδιότητες για τον οργανισμό και λειτουργεί και ως ένα πολύ καλό εντομοαπωθητικό. Τα εύοσμα φύλλα του χρησιμοποιούνται στην οικιακή ζαχαροπλαστική, όπως: για τον αρωματισμό των γλυκών του κουταλιού όπως το κεράσι, το καρπούζι, κολοκύθι, κυδώνι, χρυσόμηλο και άλλα, για αρωματισμό μαρμελάδων, σιροπιών και ζυμαρικών. Στην Ελλάδα, επειδή χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό λουκουμιών λέγεται και λουκουμόχορτο.
Το λάδι και το αιθέριο έλαιο του μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε για μασάζ και σε κρέμες ή κεραλοιφές. Τα κλαδιά του φυτού χρησιμοποιούνται στην κατασκευή του παλουζέ, καθώς επίσης και σε θρησκευτικές τελετές, όπως για παράδειγμα στο στόλισμα του επιταφίου και κατά τη γιορτή ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, όπου προσφέρονται στους πιστούς μαζί με βασιλικό.
Το κιούλι ως φαρμακευτικό θεωρείται ότι βοηθά στην αντιμετώπιση του έλκους, στη θεραπεία του εκζέματος, του έρπη ζωστήρα, της κυτταρίτιδας, στο οίδιμα, σε μώλωπες, στις αιμορροϊδες και στα προβλήματα της εμμηνόπαυσης, ενώ η διουριτική δράση του τσαγιού του φυτού αυτού βοηθάει στην αποτοξίνωση του οργανισμού. Το κιούλι λοιπόν είναι ένα όμορφο και αρωματικό φυτό με πολλές χρήσεις.
Έρευνα-Παρουσίαση:
Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού