Οι τουρκικές εταιρείες λειτουργούν “υπό το βάρος μυριάδων προκλήσεων”, ενώ έχουν πληγεί από έναν συνδυασμό επίμονα υψηλού πληθωρισμού, αυξανόμενου κόστους, μειωμένης πρόσβασης σε χρηματοδότηση και αδύναμης ζήτησης, σύμφωνα με το Bloomberg.

Όπως μεταδίδει το αμερικανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο, οι βιομηχανίες ένδυσης και κλωστοϋφαντουργίας συγκαταλέγονται μεταξύ εκείνων των εταιρειών που πλήττονται περισσότερο, καθώς οι αξιωματούχοι της τουρκικής Κεντρικής Τράπεζας προσπαθούν να τιθασεύσουν τις ετήσιες αυξήσεις των τιμών που ξεπερνούν το 60%, ή 12 φορές τον επίσημο στόχο.

Η Κεντρική Τράπεζα έχει διατηρήσει το επιτόκιο αναφοράς της στο 50% από τον περασμένο Απρίλιο, διατηρώντας τις αυστηρότερες οικονομικές συνθήκες για τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

Βρισκόμαστε σε μια κρίση, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα στην Κωνσταντινούπολη, ο Ramazan Kaya, επικεφαλής της Ένωσης Τούρκων Βιομηχάνων Ένδυσης. «Στο παρελθόν συνηθίζαμε να βγαίνουμε από αυτές πιο γρήγορα», σημείωσε.

Για τις επιχειρήσεις που προσανατολίζονται στις εξαγωγές, όπως οι κατασκευαστές ενδυμάτων, ο κατάλογος των προβλημάτων, σε μια τουρκική οικονομία ύψους 1,1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, επιδεινώνεται από την εξασθενημένη ζήτηση από τους αγοραστές στην Ευρώπη, τη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά της Τουρκίας, και την «δαπανηρότητα» της λίρας, σύμφωνα με τον κ. Kaya.

Σύμφωνα με το Bloomberg, ενώ το νόμισμα έχει υποχωρήσει κατά 13% φέτος έναντι του δολαρίου – σε μία από τις χειρότερες επιδόσεις στις αναδυόμενες αγορές – οι Τούρκοι εξαγωγείς αναφέρουν ότι εξακολουθεί να είναι πολύ ισχυρό.