Δεν μπορεί να τεθεί θέμα για εμάς τους Τ/κ να γυρίσουμε πίσω στο 1960, δήλωσε ο Ερσίν Τατάρ, επιστρέφοντας σήμερα από πολυήμερη επίσκεψη στην Τουρκία και σε διάφορες πόλεις.
Όπως μεταδίδεται από τα κατεχόμενα, σε δηλώσεις στο παράνομο αεροδρόμιο της κατεχόμενης Τύμπου ο Τ/κ ηγέτης είπε ότι ενόψει της μετάβασής του στην Νέα Υόρκη στις 18 Σεπτεμβρίου, ο Τ/κ διαπραγματευτής Εργκιούν Ολγκούν είχε κάποιες επαφές, αξιολόγησαν την κατάσταση με την ομάδα του τουρκικού ΥΠΕΞ και καθορίζουν την τελική τους στάση.
Επανέλαβε ότι στη Νέα Υόρκη θα έχει συνάντηση με τον ΓΓ του ΟΗΕ και άλλες διμερείς επαφές. «Με την ε/κ πλευρά αν θα γίνει ή όχι μια ανεπίσημη επαφή θα το δούμε τις επόμενες ημέρες. Αυτό που είναι σημαντικό για μένα, εξαιρετικά πολύτιμο για εμάς και η Τουρκία μας έχει στηρίξει πλήρως, είναι η ξεκάθαρη και σαφής θέση μας ότι μια συμφωνία μπορεί να υπάρξει μόνο με τη συνεργασία των δύο κρατών που θα ζουν δίπλα δίπλα, στη βάση της κυριαρχικής ισότητας. Δεν τίθεται θέμα να κάνουμε βήμα πίσω από αυτή τη θέση μας».
Είναι μια ξεκάθαρη νέα αντίληψη και νέα πολιτική, συνέχισε, την οποία στηρίζει και η Τουρκία, επαναλαμβάνοντας την θέση του ότι η Κύπρος δεν είναι η παλιά Κύπρος και η ανατολική Μεσόγειος δεν είναι η παλιά ανατολική Μεσόγειος.
Όλα αυτά, είπε ο Ερσίν Τατάρ, τα συζήτησε το βράδυ της Παρασκευής με τον Τούρκο Αντιπρόεδρο, Φουάτ Οκτάι.
Ο κ. Τατάρ ανάφερε επίσης ότι στην Τουρκία είχε συνάντηση και με τον Δικηγορικό Σύλλογο Τουρκίας με τον οποίο συζήτησαν το Κυπριακό, ενώ στην Κιουτάχεια συναντήθηκε με επιχειρηματίες και επενδυτές.
Στα Κόνια, συνέχισε, συναντήθηκε με νέους και τους εξήγησε ότι το Κυπριακό είναι μια «εθνική υπόθεση», ώστε να το κατανοήσουν για να μπορέσουν να «μεταφέρουν αυτόν τον αγώνα στο μέλλον». Τους εξήγησε επίσης, είπε, ότι μετά τη δική του “εκλογή” στην «προεδρία» στηρίζει μια λύση συνεργασίας δύο κρατών που θα ζούνε δίπλα δίπλα και το μοντέλο θα βασίζεται στην κυριαρχική ισότητα.
Κληθείς να σχολιάσει την είδηση για αφαίρεση σελίδας για τον Ατατούρκ από βιβλίο στα σχολεία της Δημοκρατίας, ο Ερσίν Τατάρ είπε ότι «ο Ατατούρκ ήταν ένας ηγέτης για τον οποίο δεν τίθεται θέμα συζήτησης τώρα. Επειδή όλος ο κόσμος αποδέχθηκε το πόσο μεγάλος στρατηγός ήταν ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, πόσο μεγάλος ηγέτης, ο οποίος μετά έγινε ο ιδρυτής της Τουρκικής Δημοκρατίας και ο Πρόεδρός της».
Ενώ αυτό το αποδέχεται όλος ο κόσμος, είπε, στην ε/κ πλευρά «δεν έχει νόημα να το αφαιρούν και να βάζουν κάτι άλλο. Γι ακόμη μια φορά καταδικάζω μια τέτοια συμπεριφορά. Αλλωστε γνωρίζουμε ότι το θέμα με τα βιβλία ιστορίας πάει μέχρι την περίοδο του σχεδίου Ανάν».
Επανέλαβε ότι η τότε «διοίκηση» στην τ/κ πλευρά (σσ: την περίοδο του σχεδίου Ανάν) αποφάσισε να αλλάξει τα βιβλία ιστορίας που είχε γράψει ο Ζεκί Σερτέρ και έκρυψαν ή απάλυναν την ιστορία με το αιτιολογικό να προετοιμαστούν οι νέοι για μια ειρήνη στο μέλλον, «που για μένα ήταν ένα μεγάλο λάθος».
Το προηγούμενο διάστημα, είπε ο κ. Τατάρ, με κάποιες ομάδες που είχαν έρθει από την Τουρκία συζήτησαν πόσο σημαντική είναι η γνώση της ιστορίας, πως έθνη που δεν ξέρουν το παρελθόν τους μπορεί να κάνουν λάθη στο μέλλον και μπορεί να περιέλθουν σε αδύναμη θέση όσοι δεν γνωρίζουν τη δική τους ταυτότητα και εθνική θέση».
Εάν υπάρχουν ελλείψεις αυτή τη στιγμή στα βιβλία μας – που υπάρχουν – το συντομότερο θα πρέπει να διορθωθούν, πρόσθεσε. Οι νέοι, συνέχισε, “πρέπει να γνωρίζουν την πραγματική ιστορία και το τι έγινε πραγματικά στην Κύπρο, τους στόχους του δίδυμου Ελλήνων – Ε/κ εδώ, τη γενοκτονία που έγινε τις φρίκες και τα μαρτύρια, τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και όσα έκαναν ενάντια στο διεθνές δίκαιο”.
Το να τα γνωρίζουν αυτά, δήλωσε, δεν σημαίνει ότι δεν θέλουν μια δίκαιη, μόνιμη, βιώσιμη λύση στη βάση της ισότητας. Πάντοτε θέλουν λύση στη βάση της ισότητας, ανέφερε λέγοντας ότι λαμβάνοντας υπόψη το τι έχουν ζήσει και τα παιχνίδια που τους έπαιξαν, κατέληξαν στη θέση για τα δύο κράτη που θα συνεργάζονται μεταξύ τους.
Ο κ. Τατάρ ανέφερε επίσης ότι έχει στείλει επιστολή για το Κυπριακό στον Βρετανό ΥΠΕΞ και ίσως του δοθεί η ευκαιρία – είπε – να τον συναντήσει στην Νέα Υόρκη.
Πρέπει, πρόσθεσε, να συνεχιστεί και η στήριξη της Τουρκίας επειδή “εδώ υπάρχει μια εθνική πολιτική, είναι μια εθνική υπόθεση”.