
Για υπονόμευση του κύρους της δικαιοσύνης από χειρισμούς της μέχρι πρότινος δικαστού Ντόριας Βαρωσιώτου και για “σοβαρά σφάλματα” εκ μέρους της, κάνει λόγο στην απόφασή του για μη επικύρωση του διορισμού της κ. Βαρωσιώτου το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, διαπιστώνοντας “ελλιπή από μέρους της νομική κατάρτιση και αντίληψη”.
Σε ό,τι αφορά την υπόθεση του Θανάση Νικολάου, μεταξύ άλλων σημειώνεται πως η κ. Βαρωσιώτη, «παραγνώρισε προηγηθέν διάταγμα του Θανατικού Ανακριτή, με το οποίο συγκεκριμένος μάρτυρας (ιατροδικαστής) εξουσιοδοτείτο σε περαιτέρω ενέργειες μετά την τελευταία εκταφή».
“Ήταν πρόδηλο πως έπρεπε να είχε επιτραπεί στον συγκεκριμένο μάρτυρα να καταθέσει ως εκ της αρχικής και, στη βάση του τελευταίου διατάγματος, εμπλοκής του στην υπόθεση. Τα πιο πάνω, θεμελιώδη και ανεπίτρεπτα για το επίπεδο Επαρχιακού Δικαστή σφάλματα και χειρισμός, ως διαπιστώθηκε στην εν λόγω απόφαση της Ολομέλειας, κατέστησαν τη διαδικασία τρωτή”, σημειώνεται.
Την απόφαση ημερομηνίας 27ης Ιουνίου, που γνωστοποιήθηκε στις 30 Ιουνίου, έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, ενεργώντας εκ μέρους της κ. Βαρωσιώτου, το δικηγορικό γραφείο του Αχιλλέα Δημητριάδη, το οποίο σημειώνει πως έχει ήδη λάβει οδηγίες για καταχώρηση ένστασης “την οποία και ετοιμάζουμε”. Την απόφαση έλαβαν οι Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου Κ. Σταματίου, και τα μέλη Γ.Ν Γιασεμής, Χ. Μαλαχτός, Λ. Δημητριάδη-Ανδρέου, Ι. Ιωαννίδης, Ε. Εφραίμ, Α. Δαυίδ.
Το δικηγορικό γραφείο αναφέρει πως “δεδομένης της οιονεί δικαστικής διαδικασίας καθώς και για λόγους διαφάνειας και δημοσίου συμφέροντος και αφού ζητήθηκε από εμάς την Ιουλίου 2025 η δημοσιοποίηση της Απόφασης από τη Γραμματεία του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου και αφού μας αναφέρθη στις 2 Ιουλίου 2023 ότι το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο δεν προτίθεται να προβεί σε δημοσιοποίηση της Απόφασης, τη δημοσιοποιούμε μαζί με τα σχετικά επισυνημμένα παραρτήματά της”.
Μεταξύ άλλων στην απόφαση σημειώνεται πως στην περίπτωση της κ. Βαρωσιώτου απασχόλησαν το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο συγκεκριμένα θέματα τα οποία της τέθηκαν γραπτώς με επιστολή ημερ. 17.6.2025. Με την εν λόγω επιστολή, ζητήθηκε από την κα Βαρωσιώτου να τοποθετηθεί, εάν επιθυμούσε, σε σχέση με τον χειρισμό από μέρους της “των Θανατικών Ανακρίσεων 8/2018 και 71/2022, μετά την έκδοση σχετικών πορισμάτων στις 22.4.2024 (σε σχέση με τη Θανατική Ανάκριση 8/2018) και 30.4.2024 (σε σχέση με τη Θανατική Ανάκριση 71 / 2022), που οδήγησε στην έκδοση των αποφάσεων της ημερ. 15.5.2025 στις εν λόγω Θανατικές Ανακρίσεις, υπό το φως των επιστολών της, ημερ. 13.6.2024 και 17.6.2024, προς τον Διοικητικό Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού”.
Επίσης σε σχέση με “τον εν γένει χειρισμό στη διαδικασία της Θανατικής Ανάκρισης υπ’ αρ. 104/2006 και τα σφάλματα, ως αυτά διαπιστώθηκαν στην Απόφαση της Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου στην Πολιτική Αίτηση 129/2024, ημερ. 18.12.2024. και την επιστολή της ημερ. 4.7.2024 προς την Πρόεδρο και Δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου σε σχέση με την επίσκεψη της Προέδρου και της κας Εφραίμ στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού”.
Ακόμη για την επιστολή που απέστειλε στην Πρόεδρο του Ανώτατου Δικαστηρίου ημερ. 28.11.2023 για διόρθωση εμφανίσεων σε Απόφαση στην Αγωγή 3297 / 2012, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.
Όπως αναφέρεται, η κ. Βαρωσιώτου απάντησε με επιστολή ημερ. 23.6.2025.
Στην απόφαση σημειώνεται ακόμη πως ένας Δικαστής, κατά την περίοδο των δύο ετών, δοκιμάζεται για να αξιολογηθούν οι ικανότητες και η εν γένει συμπεριφορά του και ο διορισμός υπό δοκιμασία Δικαστή επικυρώνεται μόνο εάν αυτός κριθεί κατάλληλος.
“Η τοποθέτηση υπό δοκιμασία Δικαστή σε συγκεκριμένο Επαρχιακό Δικαστήριο και η συμπερίληψη του στο προτεινόμενο πρόγραμμα εργασίας του Δικαστηρίου για το νέο δικαστικό έτος, η οποία μπορεί να εκτείνεται και σε χρονική περίοδο μετά την εκπνοή του χρόνου δοκιμασίας, δεν σημαίνει ότι ο διορισμός επικυρώθηκε, ως αφήνεται να νοηθεί από την κα Βαρωσιώτου στην απαντητική επιστολή της ημερ. 23.6.2025. Ούτε, βεβαίως, προκαταβάλλει την κρίση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου αναφορικά με την καταλληλότητα του υπό δοκιμασία Δικαστή”, προστίθεται.
Σε σχέση με τα ζητήματα που το απασχόλησαν και ηγέρθηκαν με την επιστολή ημερ. 17.6.2025 το Ανώτατο Δικαστηριακό Συμβούλιο αναφέρει πως “στις Θανατικές Ανακρίσεις 8/2018 71/2022 οι οποίες αφορούσαν σε θάνατο που προήλθε από εργατικό και τροχαίο ατύχημα, αντίστοιχα, η κα Βαρωσιώτου εξέδωσε τα πορίσματα της στις 22.4.2024 και 30.4.2024, αντίστοιχα”.
Με επιστολή της ημερ. 13.6.2024 (Παράρτημα E) προς τον Διοικητικό Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, κ. Θωμά, εδιατείνετο ότι o τελευταίος της είχε ζητήσει να τροποποιήσει «το αποτέλεσμα» των πορισμάτων της στις δύο πιο πάνω Θανατικές Ανακρίσεις. Ανεξαρτήτως του τι διημείφθη μεταξύ της κας Βαρωσιώτου και του κ. Θωμά για το ζήτημα, το ουσιώδες είναι ότι η κα Βαρωσιώτου με την πιο πάνω επιστολή της είχε ρητά αναφέρει πως: «δεν θα προβώ σε οποιαδήποτε τροποποίηση των πορισμάτων. Οπως είναι κοινώς γνωστό, o Δικαστής μετά την έκδοση της απόφασης, καθίσταται functus officio, δεν έχει δηλαδή οποιαδήποτε περαιτέρω αρμοδιότητα στην υπόθεση», προστίθεται.
“Παρά την πιο πάνω θέση της, και αντίθετα με αυτή, επέλεξε τελικά και στις δύο περιπτώσεις να δρομολογήσει δικαστικές διαδικασίες, οι οποίες δεν προβλέπονται πουθενά στον Νόμο. Προς τούτο, κάλεσε εκπρόσωπο του Γενικού Εισαγγελέα και τις οικογένειες των αποβιωσάντων, που σημειώνεται δεν είχαν συμμετοχή στη διαδικασία των Θανατικών Ανακρίσεων, για να αγορεύσουν κατά πόσο μπορεί o Πρόεδρος να διαφοροποιήσει τα πορίσματα που η ίδια εξέδωσε”, αναφέρεται.
Προστίθεται πως “εν τέλει, η κα Βαρωσιώτου εξέδωσε αποφάσεις επί του ζητήματος που η ίδια ήγειρε, μετά από σχεδόν ένα χρόνο, και συγκεκριμένα στις 15.5.2025”.
Όπως αναφέρεται, “το Ανώτατο Δικαστήριο έλαβε γνώση για την έκδοση των πιο πάνω αποφάσεων από δημοσίευμα στον ημερήσιο Τύπο με τίτλο «Πρωτοφανής υπόθεση σε δύο Θανατικές Ανακρίσεις στη Λεμεσό, σύγκρουση Δικαστών, αλλοίωση πορισμάτων», ημερ. 17.5.2025”.
Σημειώνεται πως “με αφορμή το πιο πάνω δημοσίευμα απεστάλησαν από το Ανώτατο Δικαστήριο στην κα Βαρωσιώτου δύο επιστολές ημερ. 27.5.2025 και 28.5.2025 (Παραρτήματα Κ και Λ), στις οποίες απάντησε με τις επιστολές της ημερ. 28.5.2025 και 2.6.2025 (Παραρτήματα Μ και Ν)”.
“Η επιλογή της κ. Βαρωσιώτου να προβεί στις πιο πάνω διαδικασίες που δεν προβλέπονται από τον Νόμο δεν μπορεί να αποδοθεί σε άγνοια. H προγενέστερη τριβή της με θανατικές ανακρίσεις, η ισχυρή της θέση στις κατ’ ισχυρισμό πιέσεις του Προέδρου και οι υποδείξεις της προς αυτόν αναφορικά με τη διαδικασία, επικαλούμενη μάλιστα την αρχή πως μετά την έκδοση του πορίσματος του, ο Θανατικός Ανακριτής καθίσταται «functus officio», δεν έχει δηλαδή οποιαδήποτε αρμοδιότητα στην υπόθεση, αναδεικνύουν ότι είχε αποκρυσταλλωμένη θέση ως προς το τι ισχύει μετά την έκδοση πορίσματος”, αναφέρεται.
Ακόμη σημειώνεται πως “από την απόφαση της να δρομολογήσει τις εν λόγω διαδικασίες αποκαλύπτεται ότι πραγματικός της σκοπός δεν ήταν να λάβει τις απόψεις των μερών, αλλά στο πλαίσιο «δικαστικής διαδικασίας», που η ίδια επινόησε, να δημοσιοποιήσει την προσέγγιση του Προέδρου, όπως την αντιλήφθηκε, για να αναδείξει ότι η ίδια είχε δίκαιο και ότι o Πρόεδρος είχε ενεργήσει εσφαλμένα, ακόμη και αθέμιτα”.
“Δεν είναι η πρώτη φορά που η εν λόγω Δικαστής προβαίνει σε σοβαρά σφάλματα χειρισμού σε τέτοιου είδους υποθέσεις. O χειρισμός και τοποθετήσεις της κας Βαρωσιώτου, ως καταγράφονται στο πόρισμα της ημερ, 10.5.2024, στη Θανατική Ανάκριση 104/2006, τα σοβαρά νομικά σφάλματα και η ανακόλουθη στάση της κατά την εξέλιξη της διαδικασίας της εν λόγω Θανατικής Ανάκρισης, έχουν εντοπιστεί και καταγραφεί στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου, ημερ. 18.12.2024, στην Πολιτική Αίτηση αρ, 129/2024”, προστίθεται.
“Σφάλματα, τέτοιας μορφής και έντασης, που αποκαλύπτουν, από μόνα τους, πέραν από ανεπάρκεια στο χειρισμό της ενώπιον της διαδικασίας, ελλιπή από μέρους της νομική κατάρτιση και αντίληψη. Αναφερόμαστε στην απόφαση της να μην επιτρέψει σε συγκεκριμένο μάρτυρα να καταθέσει, παρά τις προηγηθείσες διαβεβαιώσεις της μέσω ενδιάμεσων αποφάσεων ότι θα του εδίδετο η ευκαιρία να καταθέσει”, επισημαίνεται.
Προστίθεται “η κ. Βαρωσιώτου, εντελώς αντινομικά, παραγνώρισε προηγηθέν διάταγμα του Θανατικού Ανακριτή, με το οποίο συγκεκριμένος μάρτυρας (ιατροδικαστής) εξουσιοδοτείτο σε περαιτέρω ενέργειες μετά την τελευταία εκταφή. Ήταν πρόδηλο πως έπρεπε να είχε επιτραπεί στον συγκεκριμένο μάρτυρα να καταθέσει ως εκ της αρχικής και, στη βάση του τελευταίου διατάγματος, εμπλοκής του στην υπόθεση. Τα πιο πάνω, θεμελιώδη και ανεπίτρεπτα για το επίπεδο Επαρχιακού Δικαστή σφάλματα και χειρισμός, ως διαπιστώθηκε στην εν λόγω απόφαση της Ολομέλειας, κατέστησαν την διαδικασία τρωτή”.
Απασχόλησαν, επίσης, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο θέματα συμπεριφοράς και αντιδράσεων της κ. Βαρωσιώτου, τα οποία εκπηγάζουν” από την αδυναμία της να αντιληφθεί τον ρόλο που θεσμικά οφείλει να ασκεί το Ανώτατο Δικαστήριο”, αναφέρεται.
Ακόμη γίνεται αναφορά στην επίσκεψη στις 28.6.2024, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, της Προέδρου και του Μέλους του Ανώτατου Δικαστηρίου που είναι υπεύθυνο για το εν λόγω Δικαστήριο. “Σε κατ’ ιδίαν συνάντηση που είχαν με την κα Βαρωσιώτου, έγινε αναφορά, μεταξύ άλλων, στο ορθό πλαίσιο συμπεριφοράς και χειρισμού διαδικασιών και, γενικά, στον τρόπο άσκησης των καθηκόντων που αναμένεται να επιδεικνύει Κάθε Δικαστής. Ακολούθησε επιστολή της κας Βαρωσιώτου, ημερ. 4.7.2024, προς την Πρόεδρο και τα Μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου (Παράρτημα Θ), από την οποία προκύπτει ότι, παντελώς αδικαιολόγητα παρερμήνευσε τα όσα της λέχθηκαν”, σημειώνεται.
Όπως αναφέρεται, στην επιστολή της ημερ. 4.7.2024 αναγνωρίζει ότι της αναφέρθηκε ότι τα λεχθέντα από την Πρόεδρο και το Μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου «δεν αφορούν την ουσία της απόφασης» στην ως άνω Θανατική Ανάκριση. “Παρά ταύτα, στην αμέσως επόμενη παράγραφο της ίδιας επιστολής, παρερμηνεύοντας αδικαιολόγητα τα όσα της είχαν λεχθεί, δεν διστάζει να αποδώσει στην Πρόεδρο και το Μέλος ότι ανεπίτρεπτα αναφέρονταν στην ουσία της υπόθεσης, καταλήγοντας ότι: ‘Με όλο τον σεβασμό, δεν ανέμενα από μέλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου με αυτόν τον επίσημο τρόπο να σχολιάζουν την απόφαση μου, έργο το οποίο ασφαλώς ανήκει σε αυτούς για να ασκήσουν δημόσια από τα έδρανα του Ανωτάτου Δικαστηρίου’», προστίθεται.
Όπως επισημαίνεται, το Ανώτατο Δικαστήριο, με επιστολή του, ημερ. 19.7.2024, της επεσήμανε ότι από το περιεχόμενο και το ύφος της επιστολής της προέκυπτε ότι δεν είχε αντιληφθεί τον σκοπό της εν λόγω συνάντησης και ότι είχε προβεί σε μια άνευ προηγουμένου διαστρέβλωση των γεγονότων. Η κα Βαρωσιώτου, με επιστολή της ημερ. 1.8.2024 επιφυλάχθηκε να επανέλθει στο ζήτημα μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας στην Πολιτική Αίτηση 129/2024. Δεν επανήλθε, αναφέρεται.
Σημειώνεται πως ενδεικτικό της αντίληψης της κας Βαρωσιώτου για τον ρόλο του Ανώτατου Δικαστηρίου αποτελεί και επιστολή που απέστειλε λίγους μήνες μετά τον διορισμό της προς την Πρόεδρο του Ανώτατου Δικαστηρίου, καλώντας την να ενεργήσει για «να επιλυθεί το ζήτημα», ως η «επιθυμία» της, να συμπεριληφθεί το όνομα της στις εμφανίσεις δικηγόρων σε υπόθεση που χειρίστηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, όταν ήταν δικηγόρος.
Στην τελευταία απαντητική επιστολή της ημερ. 23.6.2025, η κα Βαρωσιώτου αποδίδει στο Ανώτατο Δικαστήριο και το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο ότι διάκειται αρνητικά έναντι της λόγω του πορίσματος που είχε εκδώσει στη Θανατική Ανάκριση 104/2006 και της άρνησης της να εκτελέσει «την εντολή» του Διοικητικού Προέδρου κ. Θωμά. Να αλλάξει, δηλαδή, το πόρισμα της μετά την έκδοση του, προστίθεται.
Στη συνέχεια παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα από την επιστολή της: «Από το περιεχόμενο της επιστολής ημερομηνίας 17/06/2025 και όλων όσων έχουν προηγηθεί αναφορικά με τη θανατική ανάκριση του Θανάση Νικολάου, δημιουργείται έντονα η εντύπωση πως η στάση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου / Ανωτάτου Δικαστηρίου απέναντι μου οφείλεται στο πόρισμα ποι) εξέδωσα στην υπόθεση Θανάση Νικολάου και στην άρνηση μου να εκτελέσω την εντολή του Προέδρου κ. Θωμά, δηλαδή να αλλάξω το πόρισμα μου μετά την έκδοση του».
Αποδίδεται, κατά τρόπο ξεκάθαρο, στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο και το Ανώτατο Δικαστήριο ότι ενεργεί και συμπεριφέρεται με αλλότρια κίνητρα και εκδικητικά. H αναφορά της κ. Βαρωσιώτου ότι «δημιουργείται έντονα η εντύπωση πως» δεν υποβαθμίζει τη σοβαρότητα του ισχυρισμού που έχει προβάλει, αναφέρεται στην απόφαση.
Προστίθεται πως στη δυνατότητα που εδόθη στην κα Βαρωσιώτου να τοποθετηθεί επί των ζητημάτων που ετέθηκαν με την επιστολή του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου ημερ. 17.6.2025, αυτή απάντησε όχι μόνο κατά τρόπο που δεν διαφοροποίησε τα δεδομένα, αλλά έφτασε στο σημείο να αφήσει υπονοούμενα παρέμβασης του Ανώτατου Δικαστηρίου για να τροποποιηθεί το πόρισμα στη Θανατική Ανάκριση 104/2006. “Εντελώς, δε, αυθαίρετα σημειώνονται προς το τέλος της επιστολής της τα ακόλουθα: ‘Με λύπη μου θέλω να αναφέρω πως αισθάνομαι να επικρατεί στο Ανώτατο ένα ζοφερό κλίμα και αρνητική εντύπωση προς το πρόσωπο μου», αναφέρεται.
Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο σημειώνει περαιτέρω πως “για να επικυρωθεί ο διορισμός υπό δοκιμασία Δικαστή, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο πρέπει να ικανοποιηθεί ότι o υπό δοκιμασία δικαστής διαθέτει τόσο τις νομικές γνώσεις και την ικανότητα χειρισμού υποθέσεων με τρόπο ώστε να προάγει τους της δικαιοσύνης, όσο και την προσωπικότητα και το χαρακτήρα που πρέπει να χαρακτηρίζουν ένα Δικαστή”.
Τα όποια θετικά στοιχεία που εμπεριέχονται στις εκθέσεις που την αφορούν και τα οποία λαμβάνονται υπόψη, ουδόλως αναιρούν τη σοβαρότητα των πιο πάνω, προσθέτει.
“Υπό το φως των πιο πάνω, διαπιστώνουμε ότι η κ. Βαρωσιώτου διεξήγαγε δικαστικές διαδικασίες που δεν προβλέπονται από το νόμο (στις Θανατικές Ανακρίσεις 18/2018 και 71 / 2022) και δεν εξυπηρετούν την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Επίσης, παρουσίασε σοβαρές αδυναμίες στον χειρισμό της Θανατικής Ανάκρισης 104/2006 και στην ίδια υπόθεση υπέπεσε σε σοβαρά νομικά σφάλματα, ανεπίτρεπτα για το επίπεδο ενός Επαρχιακού Δικαστή. Περαιτέρω, διαπιστώνουμε ότι η κ. Βαρωσιώτου επέδειξε συμπεριφορά η οποία δεν συνάδει με την ιδιότητα του) Δικαστή και επέδειξε προς τον θεσμό του Ανώτατου Δικαστηρίου ανεπίτρεπτη για ένα Δικαστή συμπεριφορά. Κρίνουμε ότι η όλη στάση, συμπεριφορά και o χειρισμός δικαστικών διαδικασιών από πλευράς της κ. Βαρωσιώτου υπονομεύουν το κύρος της δικαιοσύνης”, σημειώνει το Συμβούλιο.
Ως εκ των ανωτέρω, κρίνουμε ότι η κ. Βαρωσιώτου δεν είναι κατάλληλη ώστε να επικυρωθεί ο διορισμός της στη μόνιμη θέση του Επαρχιακού Δικαστή. Συνεπώς, η υπηρεσία της τερματίζεται με τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, καταλήγει.
Πηγή: ΚΥΠΕ