Στην πρώτη μείωση των βασικών της επιτοκίων, κατά 25 μονάδες βάσης, ύστερα από 10 αυξήσεις των επιτοκίων που ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 2022, προχώρησε την Πέμπτη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), τονίζοντας ότι «οι προοπτικές για τον πληθωρισμό έχουν βελτιωθεί σημαντικά» και προειδοποιώντας παράλληλα ότι «ο πληθωρισμός είναι πιθανόν να παραμείνει πάνω από τον στόχο (του 2%) για μεγάλο διάστημα του επόμενου έτους, επίσης».
Η ΕΚΤ αναθεώρησε προς τα πάνω την πρόβλεψη για τον γενικό πληθωρισμό για το 2024 σε 2,5%, από 2,3% προηγουμένως, και για το 2025 στο 2,2%, από 2,0%. Προς τα πάνω αναθεώρησε και τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης για το 2024, αναμένοντας τώρα να επιταχυνθεί σε 0,9%, από 0,6% προηγουμένως, ενώ υποβάθμισε την εκτίμησή της για την ανάπτυξη το 2025 σε 1,4%, από 1,5%. Για το 2026 αναμένει ρυθμό ανάπτυξης 1,6%.
Συγκεκριμένα, κατά τη συνεδρία του την Πέμπτη, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε να μειώσει τα τρία βασικά επιτόκια της τράπεζας κατά 25 μονάδες βάσης. Κατά συνέπεια, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης, καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα μειωθούν σε 4,25%, 4,50% και 3,75% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 12 Ιουνίου του 2024.
Επικαλούμενο επικαιροποιημένη αξιολόγηση όσον αφορά τις προοπτικές για τον πληθωρισμό, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική, το ΔΣ της ΕΚΤ κρίνει τώρα «ενδεδειγμένο να μετριαστεί ο βαθμός συσταλτικής μεταβολής της νομισματικής πολιτικής έπειτα από εννέα μήνες διατήρησης σταθερών επιτοκίων».
«Από τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου τον Σεπτέμβριο του 2023 και μετά, ο πληθωρισμός έχει μειωθεί κατά περισσότερες από 2,5 ποσοστιαίες μονάδες και οι προοπτικές για τον πληθωρισμό έχουν βελτιωθεί σημαντικά», τονίζει σε ανακοίνωση η ΕΚΤ.
Αναφέρει ότι «ο υποκείμενος πληθωρισμός έχει επίσης υποχωρήσει, ενισχύοντας τις ενδείξεις ότι οι πιέσεις στις τιμές έχουν εξασθενήσει και οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό έχουν μειωθεί σε όλους τους ορίζοντες» και ότι «η νομισματική πολιτική έχει διατηρήσει περιοριστικές τις συνθήκες χρηματοδότησης».
«Ο περιορισμός της ζήτησης και η σταθεροποίηση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό έχουν συμβάλει σημαντικά στην επαναφορά του πληθωρισμού σε χαμηλότερα επίπεδα», υπογραμμίζει.
Ωστόσο, η ΕΚΤ αναθεώρησε προς τα πάνω την εκτίμηση της για τον γενικό πληθωρισμό και τον βασικό πληθωρισμό για το 2024 και το 2025 σε σύγκριση με τις προβολές του Μαρτίου.
Αναφέρει ότι οι εμπειρογνώμονες αναμένουν τώρα ότι ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,5% το 2024, σε 2,2% το 2025 και 1,9% το 2026.
Όσον αφορά τον πληθωρισμό χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής, προβλέπουν ότι θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,8% το 2024, 2,2% το 2025 και 2,0% το 2026.
Στην ανακοίνωση μετά τη συνεδρία του, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ τονίζει πως είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% και ότι «θα διατηρήσει τα επιτόκια πολιτικής επαρκώς περιοριστικά για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο για την επίτευξη αυτού του στόχου».
Επίσης, το Διοικητικό Συμβούλιο της Τράπεζας αναφέρει πως θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που βασίζεται στα εκάστοτε διαθέσιμα στοιχεία και να λαμβάνει αποφάσεις από συνεδρίαση σε συνεδρίαση για τον καθορισμό της κατάλληλης έκτασης και διάρκειας της συσταλτικής μεταβολής της νομισματικής πολιτικής.
Συγκεκριμένα, αναφέρει πως οι αποφάσεις του για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών στοιχείων, για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και για την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.
Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν δεσμεύεται εκ των προτέρων για συγκεκριμένη πορεία των επιτοκίων.
Σε μια άλλη εξέλιξη, το Διοικητικό Συμβούλιο επιβεβαίωσε επίσης σήμερα ότι θα μειώσει τους τίτλους που διακρατεί το Ευρωσύστημα στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP) κατά 7,5 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο το β΄ εξάμηνο του τρέχοντος έτους και σημειώνει πως οι λεπτομερείς όροι της μείωσης αυτής θα είναι γενικά παρεμφερείς με εκείνους που ίσχυσαν για το πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP).
Η Πρόεδρος της ΕΚΤ θα αναλύσει τις σκέψεις που οδήγησαν στη λήψη αυτών των αποφάσεων στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, που θα πραγματοποιηθεί αργότερα σήμερα.
Πρόγραμμα APP και έκτακτο πρόγραμμα PEPP
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΚΤ, το χαρτοφυλάκιο APP μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει πλέον τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της τράπεζας αναφέρει ότι θα συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP κατά τη λήξη τους μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2024.
Αναφέρει επίσης ότι στη διάρκεια του β΄ εξαμήνου του έτους, θα μειώσει το μέγεθος του χαρτοφυλακίου PEPP κατά 7,5 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο και προσθέτει «σκοπεύει να τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP στο τέλος του 2024».
Επιπλέον, το Διοικητικό Συμβούλιο αναφέρει πως «θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP, καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπίζονται οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία».
Αναφορικά με τις πράξεις αναχρηματοδότησης, το ΔΣ της ΕΚΤ αναφέρει πως «καθώς οι τράπεζες αποπληρώνουν τα ποσά που δανείστηκαν στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης και η συνεχιζόμενη αποπληρωμή τους συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του».
Πηγή: ΚΥΠΕ