Του Γιάννη Κωστακόπουλου

Είναι στιγμές που χάνεις το μυαλό σου. Πώς γίνεται; Γιατί πετούν τα αγγελούδια πριν ακόμη βγάλουν φτερά; Γιατί τα συντροφεύουν κάποτε στο ταξίδι τους οι πιο δικοί τους άνθρωποι;

Μια νέα οικογένεια έφυγε αναπάντητα. Διπλανοί άνθρωποι της βιοπάλης. Διπλανοί άνθρωποι μιας ζωής που ξεκίνησαν και δεν έζησαν. Τους πρόλαβε η φωτιά.

Δεν ήταν μόνο η κακή στιγμή. Δεν ήταν η σύμπτωση. Ήταν τα σαθρά θεμέλια, που ο καθένας στην ανάγκη του ελπίζει πως θα τον κρατήσουν στέρεο στην κάθε αναποδιά. Το απόκοσμο πρόσωπο της κοινωνίας που ανέχεται απλώς ό,τι πέφτει από τον μέσο όρο της λεγόμενης ευημερίας της. Κι ας δείχνει ότι θρηνεί μετά… Ήταν όλα αυτά!

Σηκώνεις τις παλάμες σου κλειστές. Κρύβεις το πρόσωπό σου. Πέντε νέοι άνθρωποι, μια οικογένεια, τρία ανήλικα, να φύγουν; Έτσι πρόωρα; Να καούν όλοι ζωντανοί; Χωρίς καμιά βοήθεια;

Κι αν κλάψεις τώρα τι έγινε δηλαδή; Αν παραδοθείς στις τύψεις σου ποιον άραγε μπορείς να σώσεις; Κι αν ακόμα αποπέμψεις τις ενοχές σου, ως μακρινός παρατηρητής και κριτής όσων οδυνηρών στοιβάχτηκαν στην αυλή μας ποιόν βοηθάς;

Ένα νεαρό ζευγάρι με τρία παιδιά χάθηκαν στη φωτιά. Σ΄ ένα σπίτι χωρίς πόρτα διαφυγής. Σε μια κοινωνία χωρίς διέξοδο.
-Πριν τη φωτιά, είπαν οι ειδικοί, τους δηλητηρίασαν οι αναθυμιάσεις.

Και «ποιόνε να κλάψω πρώτονε» θα λέγανε κάποια «τυχερά παιδιά» για τους γονείς τους, ή κάποιοι «τυχεροί γονείς» για τα παιδιά τους.

 

Οι απόψεις εκφράζουν τον συντάκτη τους και δεν αντιπροσωπεύουν κατ’ ανάγκην την άποψη του Καναλιού 6