Οι δρόμοι που κινούμαστε καθημερινά αποτελούν αναμφίβολα διόδους επικοινωνίας μεταξύ απομακρυσμένων σημείων στον χάρτη, όμως έχουν ως περιβαλλοντική επίπτωση το ότι αποκόπτουν και κατατέμνουν τα ενδιαιτήματα, δημιουργώντας μικρά και ασυνεχή τεμάχια φυσικών οικοτόπων.
Η έννοια «κατάτμηση οικοτόπων» αναφέρεται στις αλλαγές που υφίσταται ένας συνεχής οικότοπος με αποτέλεσμα τον χωρικό διαχωρισμό του και τη δημιουργία μικρών και απομονωμένων μεταξύ τους τμημάτων οικοτόπου.
Πολλές ανθρωπογενείς πρακτικές όπως η αστικοποίηση, η επέκταση των γεωργοκτηνοτροφικών εκτάσεων και η αποψίλωση δασών προκάλεσαν μια δραματική και ραγδαία διαφοροποίηση του φυσικού τοπίου, οδηγώντας στην κατάτμηση των οικοτόπων που συντελεί, σε παγκόσμιο επίπεδο, στη μείωση της βιοποικιλότητας και στη διαταραχή των βιοφυσικών πόρων.
Σύμφωνα με διάφορες μελέτες, η κατάτμηση των οικοτόπων μπορεί να προκαλέσει μείωση στην αφθονία των ειδών, αφού ευνοείται η διάσπαση των πληθυσμών σε μικρούς υποπληθυσμούς.
Επιπλέον, η κατάτμηση των οικοτόπων παρεμποδίζει τη φυσική διασπορά των ειδών, μειώνοντας έτσι τη γενετική ποικιλότητα. Η κατάτμηση των οικοτόπων αναγνωρίζεται σήμερα ως ένα σημαντικό περιβαλλοντικό πρόβλημα. Η κατάτμηση των οικοτόπων αντιμετωπίζεται με την ανάπτυξη διαδρόμων διασύνδεσης των κατατμημάτων, μέσω δημιουργίας οικολογικών γεφυρών.
Η δημιουργία υπόγειων σηράγγων κατά την κατασκευή δρόμων, αντί της κατάτμησης των οικοτόπων, είναι άλλη μια λύση. Ωστόσο, στην Κύπρο αυτή η περιβαλλοντική προσέγγιση, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εφαρμόστηκε σε μία μόνο περίπτωση.
Έρευνα-Παρουσίαση:
Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι,
Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού