Στο 14,5% του διευρυμένου εργατικού δυναμικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (περιλαμβάνοντας τους εργαζόμενους από 15 έως 74 ετών) ανέρχετο, κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2021, το ποσοστό υποτονικότητας της αγοράς εργασίας, που περιλαμβάνει τους ανέργους, όσους μπορούν να εργαστούν αλλά δεν αναζητούν εργασία, όσους ζητούν εργασία και δεν μπορούν να εργαστούν αυτή τη στιγμή, καθώς και όσους έχουν καθεστώς μερικής εργοδότησης, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat.
 
Όπως σημειώνεται, ο κύριος παράγοντας όσον αφορά την υποτονικότητα στην αγορά εργασίας είναι η ανεργία, η οποία κατά το δεύτερο μισό του 2021, με 7,0%, κάλυπτε σχεδόν το μισό από το συνολικό ποσοστό υποτονικότητας.
 
Οι υπόλοιπες ομάδες που συνεισφέρουν στην υποτονικότητα της αγοράς εργασίας είναι τα άτομα που μπορούν να εργαστούν αλλά δεν αναζητούν εργασία (3,8% του διευρυμένου εργατικού δυναμικού), όσοι εργάζονται με καθεστώς μερικής απασχόλησης (2,9%) και όσοι αναζητούν εργασία και δεν μπορούν να εργαστούν αυτή τη στιγμή (0,8%).
 
Στην Κύπρο η υποτονικότητα της αγοράς εργασίας για την εν λόγω περίοδο καταγράφηκε στο 16,7%, πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, με την ανεργία να καλύπτει περίπου το μισό ποσοστό (8,7%) και τα άτομα με καθεστώς μερικής απασχόλησης να αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα με 4,7%.
 
Η μεγαλύτερη υποτονικότητα μεταξύ των κρατών μελών καταγράφηκε στην Ισπανία (25,1%), την Ιταλία (23,6%) και την Ελλάδα (23,2%). Τα χαμηλότερα ποσοστά υποτονικότητας καταγράφηκαν στην Τσεχία (4,6%), τη Μάλτα (5,8%) και την Πολωνία (6,2%).
 
Η ανεργία ήταν το μεγαλύτερο κομμάτι της υποτονικότητας της αγοράς εργασίας κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2021 σε όλα τα κράτη μέλη με εξαίρεση την Ιταλία και την Ολλανδία.
 
Στην Ιταλία, το μεγαλύτερο ποσοστό ήταν αυτό των ατόμων που μπορούν να εργαστούν αλλά δεν αναζητούν εργασία (11,5%), ενώ στην Ολλανδία το μεγαλύτερο ποσοστό ήταν αυτό όσων εργοδοτούνται με καθεστώς μερικής απασχόλησης (6,0%).

Πηγή: ΚΥΠΕ