Από τα τεκταινόμενα και το τι συζητιέται σε επίπεδο ΟΑΥ, φαίνεται να υπάρχει κίνδυνος να «βάλει χέρι» κάποιος στο ταμείο του ΓεΣΥ, δήλωσε σήμερα το πρωί ο Πρόεδρος της ΟΣΑΚ, Χαράλαμπος Παπαδόπουλος, στο πλαίσιο της διάσκεψης Τύπου στα γραφεία της Ομοσπονδίας. Παρουσιάζοντας τις θέσεις της ΟΣΑΚ εκ μέρους του Διοικητικού της Συμβουλίου, ο κ. Παπαδόπουλος επεσήμανε ότι δεν δεχθούν «να βάλει κανένας χέρι στο ταμείου του ΓεΣΥ».
Παράλληλα, ο κ. Παπαδόπουλος κάλεσε να γίνεται ορθός έλεγχος, ώστε να παρέχονται ποιοτικές υπηρεσίες υγείας στους δικαιούχους. Εξάλλου, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με το ενδεχόμενο παρέμβασης στο ταμείο του ΓεΣΥ, ο Μίλτος Μιλτιάδους, μέλος του ΔΣ και εκπρόσωπος της ΟΣΑΚ στο ΔΣ του ΟΑΥ, σημείωσε ότι φέτος ήταν η δεύτερη διαδοχική χρονιά κατά την οποία το Υπουργείο Οικονομικών πρότεινε μείωση του προϋπολογισμού του ΟΑΥ. «Με το να δίνεται μειωμένη εισφορά του κράτους προς τον ΟΑΥ, σημαίνει ότι ο Οργανισμός δε θα μπορεί να χρησιμοποιήσει τα λεφτά που ήδη έχει στο ταμείο του», εξήγησε.
Εξάλλου, όπως υπενθύμισε ο κ. Παπαδόπουλος στην παρουσίαση των θέσεων και αιτημάτων της ΟΣΑΚ, «πέρσι είχε ζητηθεί μείωση του προϋπολογισμού κατά €100 εκατομμύρια και στη συνέχεια έτρεχε ο ΟΑΥ να λάβει έγκριση για συμπληρωματικό προϋπολογισμό για να χρησιμοποιήσει τα δικά του λεφτά».
Ο κ. Μιλτιάδους πρόσθεσε πως φαίνεται τα πράγματα να οδηγούν προς τη δημιουργία ενός μεγάλου αποθεματικού ταμείου και εξήγησε ότι η πρόθεση της ΟΣΑΚ είναι να προλάβει τη δημιουργία ενός νέου ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων. «Φαίνεται να υπάρχουν υπάρχουν κύκλοι στο Υπουργείο Οικονομικών, που βλέπουν τον τομέα της υγείας με καθαρά λογιστικό τρόπο», συνέχισε ο κ. Μιλτιάδους, απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων.
Σημείωσε, βέβαια, ότι η υπάρχουσα νομοθεσία περιορίζει τη χρήση των χρημάτων από το ταμείο του ΓεΣΥ μόνο για παροχή υπηρεσιών υγείας και όχι για άλλο λόγο. «Η έγνοια μας είναι ότι στο μέλλον, με τη δημιουργία ενός τεράστιου αποθεματικού, θα ανοίξει η όρεξη σε κάποιους για να προχωρήσουν σε μία πιθανή νομοθετική ρύθμιση που θα επιτρέπει την αξιοποίηση του ποσού αυτού σε οποιοδήποτε άλλο σκοπό», εξήγησε.
«Δεν θα δεχθούμε σε καμία περίπτωση κάποιοι να ενισχύουν εντέχνως τα αποθέματα του Ταμείου του ΓεΣΥ με στόχο να μας πουν σε κάποια στιγμή, ότι αφού υπάρχουν χρήματα, ας τα χρησιμοποιήσουμε για να εξυγιάνουμε τα δημόσια οικονομικά. Φαινόμενα Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν θέλουμε να ξαναδούμε», υπογράμμισε εξάλλου ο Πρόεδρος της ΟΣΑΚ. Παρέπεμψε, δε, σε στοιχεία της ΕΕ, σύμφωνα με τα οποία, ενώ οι δαπάνες υγείας σε ολόκληρη την Ένωση βρίσκονται στο 11% του ΑΕΠ, στην Κύπρο βρίσκονται στο 9.4%.
«Είμαστε πλέον πεπεισμένοι ότι υπάρχει σκοπιμότητα πίσω από τα όσα ο Μάκης Κεραυνός κατά καιρούς αναφέρει και αφορούν το ΓεΣΥ», σημείωσε ο κ. Παπαδόπουλος εκ μέρους του ΔΣ της Ομοσπονδίας. Επεσήμανε, ότι στη Βουλή, κατά τη συζήτηση των προϋπολογισμών του 2024, ο Υπουργός Οικονομικών παρουσίασε το ΓεΣΥ ως τον δεύτερο μεγαλύτερο κίνδυνο για τα δημόσια οικονομικά, ενώ παράλληλα ο ΟΑΥ εξασφάλιζε την επικαιροποιημένη αναλογιστική μελέτη που δείχνει αποθέματα εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ και πλεονάσματα δεκάδων εκατομμυρίων μέχρι το 2031.
Σε ερώτηση για τη διασύνδεση της συζήτησης του προϋπολογισμού του ΟΑΥ με τη βιωσιμότητα του ΓεΣΥ, ο κ. Μιλτιάδους επεσήμανε ότι η συζήτηση περί βιωσιμότητας έχει σκοπιμότητες. «Με βάση τις αναλογιστικές μελέτες είναι βιώσιμο σε ορίζοντα δεκαετίας». «Αυτό αποδεικνύει ότι βρισκόμαστε σε σταθερή πορεία σε σχέση με το ταμείο του ΓεΣΥ, κάτι που αφήνει να εννοηθεί ότι αυτές οι παρεμβάσεις και κατά καιρούς δηλώσεις περί βιωσιμότητας του ΓεΣΥ, όντως έχουν άλλους σκοπούς», είπε.
«Στόχος είναι ένα βιώσιμο ΓεΣΥ, το οποίο βεβαίως θα αυξήσει την παραγωγικότητα και την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας και παράλληλα θα καταπολεμήσει τις καταχρήσεις, ώστε το ταμείο να κατανέμεται με πιο ορθολογιστικό τρόπο σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας», σημείωσε ο κ. Μιλτιάδους, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν πρέπει να γίνεται λόγος για κίνδυνο βιωσιμότητας.
«Η πρόθεση της Κυβέρνησης, όπως διαπιστώνεται, δεν είναι να ενισχύσει το ΓεΣΥ. Δεν θα έκοβαν από τον προϋπολογισμό του τις 56 θέσεις που περιέλαβε ο ΟΑΥ», ανέφερε, εξάλλου, ο κ. Παπαδόπουλος, υπενθυμίζοντας ότι «πριν από ένα μήνα, η ίδια κυβέρνηση ζήτησε από τη Βουλή την έγκριση πέραν των 700 νέων θέσεων για τον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα».
«Πέραν αυτών, πρέπει να τονίσουμε ότι είμαστε πλέον πεπεισμένοι ότι δεν υπάρχει καμία πρόθεση για ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης στον τομέα της Υγείας», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι η μεταρρύθμιση προέβλεπε τη λειτουργία μιας ανεξάρτητης Εθνικής Αρχής Ασθενοφόρων, τη λειτουργία του θεσμού του Συνηγόρου του Ασθενή, τη δημιουργία Εθνικού Κέντρου Κλινικής Τεκμηρίωσης κλπ.
Αναφορικά με την εθνική αρχή ασθενοφόρων, ο κ. Παπαδόπουλος είπε ότι το νομοσχέδιο είναι εγκλωβισμένο εδώ και μήνες στο Προεδρικό και προσθέτει ότι δέχθηκε «παρεμβάσεις από την Κυβέρνηση προκειμένου να αποδεχθούμε ρυθμίσεις που θα ξήλωναν τους σχεδιασμούς για λειτουργία ανεξάρτητης Εθνικής Αρχής Ασθενοφόρων».
Σημείωσε, ακόμα, ότι «το Υπουργείο Οικονομικών θέλει να λειτουργούν τα ασθενοφόρα υπό ένα πάροχο και να εξυπηρετούν όλους τους παρόχους», προσθέτοντας ότι δέχθηκε παρεμβάσεις για διορισμό «εφόρου» ασθενοφόρων στο υπουργείο Υγείας και παραμονή της υπηρεσίας ασθενοφόρων στον ΟΚΥπΥ.
«Ενημερωθήκαμε επίσης ότι η Κυβέρνηση προτίθεται να προωθήσει ρυθμίσεις τις οποίες, τόσο εμείς ως ΟΣΑΚ, όσο και άλλοι κοινωνικοί εταίροι και εμπλεκόμενοι φορείς έχουμε απορρίψει από το 2020», είπε ο κ. Παπαδόπουλος.
Ακολούθως, αναφέρθηκε στην ίδρυση του θεσμού του «Συνήγορου του Ασθενή», λέγοντας ότι πληροφορείται πως «υπάρχει πρόθεση για «μισές δουλειές» και μεσοβέζικες λύσεις», καθώς και ότι, σύμφωνα με ανεπίσημη πληροφόρηση, μελετάται το ενδεχόμενο Συνήγορος του Ασθενή και Επίτροπος Εποπτείας του ΓεΣΥ να γίνουν ένα. Σημείωσε, ότι μία τέτοια εξέλιξη θα είναι «σαν να καταργούμε δηλαδή την Ελεγκτική Υπηρεσία και το Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως και να τα κάνουμε ένα».
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στο Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου, για το οποίο συμπεριλήφθηκε κονδύλι στον προϋπολογισμό, μετά από διαμαρτυρίες. Ο Μάριος Χαραλάμπους, μέλος του ΔΣ της ΟΣΑΚ, υπογράμμισε ότι για να προχωρήσει η διαδικασία χρειάζεται να προωθηθεί και σχετικό νομοσχέδιο. Ο κ. Χαραλάμπους είπε ότι επείγει να ετοιμαστεί η νομοθεσία και να κατατεθεί προς ψήφιση στη Βουλή, διαφορετικά θα είναι δώρο – άδωρο η πρόνοια για δημιουργία του Ινστιτούτου. Ο ίδιος επεσήμανε ότι το Ινστιτούτο θα καλύψει ένα πολύ σημαντικό κενό, καθώς σήμερα ο ρόλος της Εθνικής Επιτροπής Καρκίνου είναι μόνο συμβουλευτικός και δεν έχει καμία εκτελεστική αρμοδιότητα.
Όσον αφορά το Εθνικό Κέντρο Κλινικής Τεκμηρίωσης, η ΟΣΑΚ ανέφερε ότι παρασκηνιακά πληροφορείται ότι για σκοπούς εξοικονόμησης γίνονται σκέψεις ώστε και αυτός ο θεσμός να ενταχθεί στο Υπουργείο Υγείας και να μην είναι ανεξάρτητος. «Κάποιος πρέπει να ξεκαθαρίσει τις προθέσεις της Κυβέρνησης. Θέλει ανεξάρτητους θεσμούς που θα παράγουν με διαφάνεια έργο ή θέλει περισσότερα πισωγυρίσματα στον τομέα της Υγείας για λόγους οικονομικούς;», διερωτάται η οργάνωση.
Όσον αφορά τη λειτουργία ΟΑΥ και ΟΚΥΠΥ, η ΟΣΑΚ διαπιστώνει ότι «ότι το Υπουργείο Οικονομικών θεωρεί πως η λειτουργία του ΟΚΥπΥ πρέπει να περάσει στο ταμείο του ΓεΣΥ ακόμα και για τις υπηρεσίες εκείνες που δεν αφορούν το Σύστημα».
Προσφάτως ΟΑΥ και ΟΚΥπΥ συμφώνησαν, όπως έπρεπε να γίνει, ότι τα κρατικά νοσοκομεία θα λαμβάνουν γύρω στα €40 εκατομμύρια από το Ταμείο του ΓεΣΥ για τις μοναδικές, εξειδικευμένες και Υπηρεσίες Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος που προσφέρουν στους δικαιούχους του ΓεΣΥ. Παράλληλα, ο ΟΚΥπΥ μετά από διαβούλευση με το υπουργείο Υγείας θα λαμβάνει άλλα περίπου €70 εκατομμύρια για υπηρεσίες δημόσιας υγείας, καθώς και κονδύλια από άλλα Υπουργεία για τις υπηρεσίες που τους προσφέρει (νοσηλευτές στα σχολεία, νοσηλευτές στις φυλακές κ.α.)
Στο θέμα της κάλυψης εξόδων συνοδών ασθενών αναφέρθηκε ιδιαίτερα ο Μίλτος Μιλτιάδους, σημειώνοντας ότι είναι πρωτίστως θέμα αξιοπρέπειας των ασθενών και των οικογενειών τους. Όπως είπε, η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να συμπεριλάβει στον προϋπολογισμό κονδύλι €350.000 για τον σκοπό αυτό, «ποσό που δεν είναι αρκετό για να καλύψει ούτε ένα μικρό μέρος από τις πραγματικές ανάγκες», όπως είπε. Στη βάση υπάρχουσας μελέτης υπολογισμού των εξόδων αυτών, η Βουλή ζήτησε κονδύλι €4 εκατ. και γι’ αυτό η κυβέρνηση παρέπεμψε σε συμπληρωματικό προϋπολογισμό, κατόπιν εκπόνησης νέας μελέτης.
«Δεν θα δεχθούμε μεσοβέζικες λύσεις του στυλ «έφορος ασθενοφόρων», «ταμείο ασθενοφόρων», διεμήνυσε τέλος ο Πρόεδρος της ΟΣΑΚ, προεκτείνοντας τη θέση αυτή και σε ό,τι αφορά στη λειτουργία του Εθνικού Κέντρου Κλινικής Τεκμηρίωσης και στο θέμα του Συνήγορου του Ασθενή.
«Δεν θα δεχθούμε να βάλει κανένας χέρι στο ταμείο του ΓεΣΥ. Διεκδικούμε όπως γίνεται ορθός έλεγχος και χρήση του ταμείου του ΓεΣΥ ώστε να παρέχονται στον μέγιστο βαθμό ποιοτικές υπηρεσίες υγείας προς τους πολίτες», πρόσθεσε.
Κάλεσε τα κόμματα «να σταματήσουν να αντιμετωπίζουν τον τομέα της υγείας ως μια πηγή θεμάτων για αντιπολίτευση και λαϊκισμό», υπενθυμίζοντας ότι η ευθύνη για την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης στον τομέα της Υγείας βαραίνει και τα κόμματα. Αναφέρθηκε, δε, ότι διαπιστώνει «πλήρη άγνοια για ουσιώδη ζητήματα» κατά τις συνεδριάσεις των επιτροπών της Βουλής.
Κάλεσε, επίσης, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας «να αποδείξει ότι τα όσα είχε περιλάβει στο προεκλογικό του πρόγραμμα δεν ήταν μόνο γράμμα κενό με στόχο την εκλογή του». Εξάλλου, όπως ανέφερε ο κ. Παπαδόπουλος, η ΟΣΑΚ θα έχει μία νέα συνάντηση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στα μέσα Ιανουαρίου, κατά την οποία θα ζητήσουν να ενημερωθούν για κινήσεις που ανέμεναν να γίνουν, μετά από όσα είχαν συζητήσει κατά την τελευταία τους συνάντηση.
Έγιναν πολιτικές παρεμβάσεις στο νομοσχέδιο για τα κέντρα αποκατάστασης, είπε ο Δ. Λαμπριανίδης
Το νομοσχέδιο για τα Κέντρα Αποκατάστασης ήταν ένα από τα θέματα που είχαν τεθεί στην τελευταία συνάντηση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. «Διαπιστώνουμε κάποια καθυστέρηση στην Επιτροπή Υγείας της Βουλής να συζητηθεί και να προχωρήσει το θέμα, ώστε να ενταχθούν στο ΓεΣΥ όλα τα κέντρα αποκατάστασης που λειτουργούν στη χώρα μας και προσφέρουν ποιοτικές υπηρεσίες υγείας», ανέφερε ο Πρόεδρος της Οργάνωσης Παραπληγικών Κύπρου (ΟΠΑΚ), Δημήτρης Λαμπριανίδης, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου.
«Βλέπουμε ότι αυτή η καθυστέρηση σκοπό έχει να εξυπηρετήσει οικονομικά συμφέροντα, αντί τα συμφέροντα των ασθενών της Κύπρου», πρόσθεσε, ξεκαθαρίζοντας ότι επιθυμία των οργανώσεων ασθενών είναι η ένταξη στο ΓεΣΥ όλων των κέντρων. Σημείωσε, δε, ότι υπεύθυνοι για την καθυστέρηση είναι όλοι οι βουλευτές στην Επιτροπή Υγείας και όχι μόνο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Απαντώντας ακολούθως σε άλλη ερώτηση, διευκρίνισε ότι το νομοσχέδιο είχε αποσυρθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, γιατί έπρεπε να γίνουν μεταβατικές διατάξεις στο ΓεΣΥ, καθώς τα κέντρα δε θα μπορούσαν να συνεχίσουν να λειτουργούν, λόγω πολύ αυστηρών απαιτήσεων για τις κτιριακές εγκαταστάσεις. «Θεωρήσαμε και συμφωνήσαμε τότε ότι τα υφιστάμενα κέντρα θα πρέπει να συνεχίσουν να λειτουργούν και να προσφέρουν ό,τι πρόσφεραν, χωρίς να αναγκαστούν να κάνουν κτιριακές αλλαγές, στην έκταση που θα πρέπει να κάνουν και τα νέα κέντρα αποκατάστασης», είπε ο κ. Λαμπριανίδης.
«Διαπιστώσαμε ότι με παρεμβάσεις πολιτικές άλλαξαν πρόνοιες του νομοσχεδίου για να εξυπηρετήσουν νέα κέντρα αποκατάστασης, να εκμεταλλευτούν τις πρόνοιες για τα παλιά κέντρα», κατέληξε.
Πηγή: ΚΥΠΕ