Η ισορροπία οφέλους και κινδύνου από τον εμβολιασμό ατόμων ηλικίας 16 και 17 ετών κατά της COVID-19, με εμβόλια τεχνολογίας mRNA, προσομοιάζει πάρα πολύ με αυτή των ενηλίκων, δήλωσε σήμερα στο ΚΥΠΕ, η Λέκτορας Παιδιατρικής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου και μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Υπουργείου Υγείας, Ζωή Δωροθέα Πανά.
Κληθείσα να σχολιάσει την αυριανή έναρξη των εμβολιασμών ατόμων ηλικίας 16 και 17 ετών κατά της COVID-19, με εμβόλια τεχνολογίας mRNA, που ανακοίνωσε το Υπουργείο Υγείας, η κ. Πανά είπε πως το κομμάτι του εμβολιασμού για 16 με 18 εμπίπτει στην έγκριση, που έχει ληφθεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ) και από τον Αμερικάνικο Οργανισμό Φαρμάκων (FDA) εδώ και πολύ καιρό, για τα mRNA εμβόλια αποκλειστικά.
Όπως είπε η κ. Πανά «έχουμε δεδομένα από τους εμβολισμούς 16 με 18 και από τις ΗΠΑ και από το Ισραήλ, αλλά και από άλλες χώρες, που έχουν ξεκινήσει την εμβολιαστική τους κάλυψη σε αυτές τις ηλικίες, με το δεδομένο ότι τα παιδιά αυτά έχουν και αυξημένη κοινωνική δραστηριότητα και προσομοιάζει η παθοφυσιολογία τους την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των ενηλίκων βάσει κλινικών μελετών και των πραγματικών δεδομένων, που έχουμε συλλέξει μέχρι στιγμής».
Άρα, ανέφερε, «η ισορροπία του οφέλους και του κινδύνου προσομοιάζει πάρα πολύ με αυτό των ενηλίκων και αυτός είναι και ο βασικός λόγος, που η Παιδιατρική Εταιρεία της Κύπρου έχει δώσει συστάσεις εδώ και καιρό για εμβολιασμό των μεγαλύτερων ηλικιών των παιδιών και αυτό ακολουθούν και τα περισσότερα κράτη μέλη».
Σημείωσε πως «από εκεί απορρέει και η σύσταση που γίνεται πάντοτε -όπως ισχύει για όλους τους εμβολιασμούς των παιδιών- σε αμιγώς εθελοντική βάση και πάντοτε με τη συγκατάθεση των γονέων που δεν είναι κάτι καινούργιο για την Covid, αλλά είναι κάτι το οποίο γίνεται κατά κόρον στον εμβολιασμό των παιδιών, δηλαδή να έχεις τη συγκατάθεση των γονέων για να προβείς σε μία παρέμβαση».
Αναφερόμενη περαιτέρω στο θέμα, η Δρ Πανά εξέφρασε την εκτίμηση ότι «προχωράμε και είναι κοινή η προσπάθεια που έχουμε να κάνουμε στο να αυξήσουμε την εμβολιαστική μας κάλυψη και τη θωράκιση του πληθυσμού σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, που δύναται βάσει εγκρίσεως από τον ΕΜΑ, να εμβολιαστούν».
«Από τη στιγμή που έχει λάβει την επίσημη έγκριση και η επίσημη έγκριση δεν δίνεται εύκολα, γιατί γίνεται μετά από αξιολόγηση, νομίζω ότι αυτό ήταν και ο λόγος για τον οποίο έτρεξε η όλη διαδικασία για τα μεγαλύτερα παιδιά», επισήμανε.
Από εκεί και πέρα, είπε, «οι μεμονωμένες περιπτώσεις μυοκαρδίτιδας που αναφέρθηκαν νομίζω πως αξιολογούνται περαιτέρω». Αλλά, πρόσθεσε, «δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αντίστοιχες επιπτώσεις και αντίστοιχη επιδημιολογία μυοκαρδίτιδας παρατηρείται ούτως ή άλλως από άλλους ιούς, όχι εμβόλια. Αναφορά έκανε επίσης και σε παιδιατρικά περιστατικά που εμφανίζουν το πολυφλεγμονώδες σύνδρομο στο οποίο υπάρχει και μυοκαρδιακή συμμετοχή.
Άρα, σημείωσε η Δρ Πανά, «τα αντισταθμίζεις και βλέπεις», προσθέτοντας ότι «εκεί είναι το όφελος και ο κίνδυνος που σας προανέφερα».
Σε ερώτηση πως θα πειστούν οι γονείς να προχωρήσουν σε εμβολιασμό των παιδιών τους και αν τους προτρέπει να το πράξουν η Λέκτορας Παιδιατρικής εξήγησε ότι «πάντοτε θέλει συνεχή και ενδελεχή αξιολόγηση από όλους τους εμπειρογνώμονες και τα άτομα που εμπλέκονται σε αυτό το κομμάτι».
Είναι, σημείωσε, «επαναλαμβάνω, ένας κοινός αγώνας που πρέπει να αφουγκραστούμε τις ανησυχίες τους, τους προβληματισμούς τους και να ανοίξουμε ένα συνεχή διάλογο, όλοι εμείς, έτσι ώστε να εξηγήσουμε στους γονείς τη σημασία και την αξία του εμβολιασμού έναντι της Covid-19».
Αυτό είναι κάτι που πρέπει να γίνει ως πρωτοβουλία και να γίνει άμεσα έτσι ώστε, ανέφερε η ίδια, «όπως προανέφερα, να αφουγκραστούμε και να καταλάβουμε και τις εύλογες ανησυχίες των γονιών, να δούμε τα δεδομένα και να τα αξιολογήσουμε διαχρονικά και να εξηγήσουμε ακριβώς για ποιο λόγο δόθηκε αυτή η έγκριση, όπως δόθηκε και σε πολλές άλλες χώρες».
Ήδη, επισήμανε, «το Ισραήλ συζητάει για εμβολιασμούς από 6 μηνών και άνω, λόγω της μετάλλαξης Δέλτα». Πρόσθεσε ότι «τρέχουν» κλινικές μελέτες για βρέφη και στις ΗΠΑ.
«Υπάρχει γενικότερα μια στόχευση από την ευρωπαϊκή επιστημονική κοινότητα να δώσουμε γρήγορα κάποιες απαντήσεις όσον αφορά την ανόσια των παιδιών, όσον αφορά το πόσο διαρκεί, ποιες είναι οι δόσεις και νομίζω ότι προχωρώντας σιγά σιγά μαζί θα καταφέρουμε την επίτευξη του στόχου για υψηλό τείχος ανοσίας», σημείωσε.
Εξήγησε επίσης ότι «στην Ευρώπη υπάρχει μια ανησυχία ότι έχουν εμβολιαστεί οι ενήλικες και έχει μείνει ανεμβολίαστη η παιδική ηλικία, πράγμα που σημαίνει ότι διάμεσου της παιδικής ηλικίας θα ανακυκλώνεται ο ιός και οι διάφορες μεταλλάξεις». Δυστυχώς, είπε η Δρ Πανά, «όσον αφορά τη μετάλλαξη Δέλτα έχουμε περιπτώσεις νεαρότερων ατόμων που προσβάλλονται και προκαλείται συμπτωματική νόσος».