Ολοένα και περισσότερο μη βιώσιμη θεωρεί την απουσία επίλυσης του Κυπριακού ο ΓΓ του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, όπως αναφέρει στην έκθεσή του για την Ειρηνευτική Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο (ΟΥΝΦΙΚΥΠ).
Ανεπίσημο αντίγραφο της έκθεσης για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ δόθηκε το απόγευμα της Παρασκευής στα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, ενώ το ΚΥΠΕ εξασφάλισε το προσχέδιο της έκθεσης των καλών υπηρεσιών το οποίο επίσης επρόκειτο να δοθεί στα μέλη του Συμβουλίου.
«Η έλλειψη διαπραγματεύσεων από τον Ιούλιο του 2017 δεν σημαίνει ότι η κατάσταση στο νησί παραμένει αμετάβλητη, είτε σε πολιτικό επίπεδο, είτε στη νεκρή ζωή», γράφει στα συμπεράσματα της έκθεσης για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ.
«Όπως περιγράφεται στις αρχές της πρωτοβουλίας μου Action for Peacekeeping, υπάρχει άμεση σύνδεση μεταξύ της ειρηνευτικής επιχείρησης και της επιβολής της ειρήνης και επομένως, μεταξύ των δραστηριοτήτων της ειρηνευτικής αποστολής ειρήνης και της αποστολής καλών υπηρεσιών στην Κύπρο. Σημειώνω με ανησυχία”, τονίζει ο κ. Γκουτέρες, “ότι μετά το κλείσιμο της Διάσκεψης για την Κύπρο στο Crans-Montana, οι εντάσεις στο νησί αυξήθηκαν προοδευτικά με την πάροδο του χρόνου, συμπεριλαμβανομένης αυτής της περιόδου, στην πρωτεύουσα Λευκωσία».
Ο ΓΓ του ΟΗΕ σημειώνει ότι «υπό το φως της συνεχιζόμενης συμβολής της στην ειρήνη και στη σταθερότητα και τη δημιουργία συνθηκών που ευνοούν μια πολιτική διευθέτηση, προτείνει στο Συμβούλιο Ασφαλείας να παρατείνει την εντολή της ΟΥΝΦΙΚΥΠ για έξι μήνες, έως τις 31 Ιανουαρίου 2021. Κοιτώντας μπροστά, η ΟΥΝΦΙΚΥΠ θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εξελισσόμενη κατάσταση και προσαρμόζει τις δραστηριότητές της για την αποτελεσματική εκτέλεση της εντολής της».
Στην έκθεση για τις καλές του υπηρεσίες, που καλύπτει το διάστημα από τις 31 Οκτωβρίου 2019 μέχρι τις 18 Ιουνίου 2020, σημειώνει ότι έχουν περάσει τρία χρόνια από τις εντατικές συνομιλίες στο Crans-Montana, καθιστώντας πιο δύσκολη την επανάληψη των διαπραγματεύσεων.
«Όπως ανέφερα μετά τη συνάντησή μας στο Βερολίνο, θα συνεχίσω να επεκτείνω τις προσπάθειές μου για την επίτευξη όρων αναφοράς για να χρησιμεύσουν ως συναινετικό σημείο εκκίνησης για σταδιακές, ουσιαστικές και προσανατολισμένες προς τα αποτελέσματα διαπραγματεύσεις, το συντομότερο δυνατό. Σε αυτό το πλαίσιο, δεσμεύτηκα να διερευνήσω με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη και τον Ελληνοκύπριο ηγέτη και με τις εγγυήτριες δυνάμεις τη δυνατότητα να συγκαλέσω μια άτυπη συνάντηση πέντε + του ΟΗΕ, στο κατάλληλο στάδιο. Υπογραμμίζω το σημείο ότι αυτή η φορά πρέπει να είναι διαφορετική», επισημαίνει.
Παρόλο που, όπως αναφέρει, συνεχίζει να ελπίζει ότι είναι δυνατή μια ολοκληρωμένη διευθέτηση στην Κύπρο, η αύξηση παγκοσμίως του COVID-19, δυστυχώς, έχει επιβαρύνει μια ήδη περίπλοκη κατάσταση εντός και γύρω από το νησί.
«Οι αυξανόμενες εντάσεις εντός και κατά μήκος της νεκρής ζώνης, οι ανησυχίες για παράνομη μετανάστευση και ροή προσφύγων τόσο στο νησί όσο και στην περιοχή, η τριβή σε σχέση με το πιθανό άνοιγμα των Βαρωσίων, την εξερεύνηση των υδρογονανθράκων και όλο και περισσότερο, την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, έχουν καταστήσει τεταμένες τις σχέσεις ανάμεσα στα μέρη του κυπριακού ζητήματος. Θα συνεχίσω να παρακολουθώ στενά τις εξελίξεις και να παροτρύνω όλα τα σχετικά μέρη να επιδείξουν συγκράτηση και να αποφύγουν την κλιμάκωση».
Σε σχέση με τα Βαρώσια, ο ΓΓ του ΟΗΕ επαναλαμβάνει ότι η θέση των Ηνωμένων Εθνών παραμένει αμετάβλητη. «Τα Ηνωμένα Έθνη εξακολουθούν να καθοδηγούνται από τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και είναι διαθέσιμα για να βοηθήσουν στην εφαρμογή οποιωνδήποτε μέτρων που είναι σύμφωνα με αυτά τα ψηφίσματα. Εξακολουθώ επίσης να τονίζω ότι οι φυσικοί πόροι που βρίσκονται εντός και γύρω από την Κύπρο, θα πρέπει να αποτελέσουν ισχυρό κίνητρο για την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής διευθέτησης του Κυπριακού, χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση. Προτρέπω όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να ανανεώσουν τον διάλογο και να διερευνήσουν τις δυνατότητες περιφερειακής συνεργασίας και καλώ να καταβληθούν σοβαρές προσπάθειες για την εξάλειψη των εντάσεων».
Ελαφρώς διαφορετική η διατύπωση του ιδίου ζητήματος στην έκθεση για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ, όπου σημειώνεται ότι οι εντάσεις στην περιοχή και ιδίως σε σχέση με τους υδρογονάνθρακες ήταν αισθητές για άλλη μια φορά σε αυτήν την υπό αναφορά περίοδο.
«Έχω τονίσει επανειλημμένα ότι οι φυσικοί πόροι που βρίσκονται μέσα και γύρω από την Κύπρο θα πρέπει να ωφελούν και τις δύο κοινότητες και να αποτελούν ισχυρό κίνητρο για όλα τα μέρη να βρουν μια αμοιβαία αποδεκτή και διαρκή λύση στο Κυπριακό. Έχοντας υπόψη ότι όλα τα μέρη έχουν εκφράσει τη δέσμευσή τους για αυτόν τον στόχο, επαναλαμβάνω το κάλεσμά μου για σοβαρές προσπάθειες για την αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης και για την εξάλειψη των εντάσεων», σημειώνει.
Αναφορές για τα θέματα που προέκυψαν με την πανδημία, υπάρχουν και στις δύο εκθέσεις. Στην έκθεση των καλών υπηρεσιών, ο ΓΓ χαιρετίζει το γεγονός ότι καταργούνται περιοριστικά μέτρα στο νησί λόγω της ενθαρρυντικής επιδημιολογικής κατάστασης, με τον αριθμό των συνολικών κρουσμάτων να παραμένει μέχρι στιγμής μεταξύ των χαμηλότερων στην Ευρώπη και τη δημόσια υγεία να συνεχίζει να βελτιώνεται.
«Η λήψη αποφάσεων σχετικά με την αντιμετώπιση της πανδημίας και τη συνολική ανταπόκριση στη δημόσια υγεία θεωρήθηκε γενικά θετικά και στις δύο κοινότητες και συγχαίρω και τις δύο πλευρές για τις προσπάθειές και την επιμέλεια τους», σημειώνει.
Τονίζει, ωστόσο, πως παρά τις προσπάθειες αυτές, χάθηκαν ευκαιρίες για πιο απτές δικοινοτικές προσεγγίσεις και πρωτοβουλίες.
«Έχοντας επίγνωση της έκκλησής μου για παγκόσμια κατάπαυση του πυρός και έκκληση για ενότητα και αλληλεγγύη σε τόσο δύσκολες στιγμές, προτρέπω τις δύο κοινότητες να εμπλακούν σε πρόσθετο και αμοιβαία επωφελή συντονισμό και συνεργασία, μεταξύ άλλων μέσω ισχυρής πολιτικής και τεχνικής υποστήριξης στις δικοινοτικές τεχνικές επιτροπές, όπως αυτές που εργάζονται σε θέματα υγείας, οικονομικής, κρίσης και ανθρωπιστικών θεμάτων”, αναφέρει.
“Καθώς καταργούνται περιοριστικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των λιμένων εισόδου στο νησί, είναι σημαντικό να επιτρέπεται η κυκλοφορία εντός του νησιού μαζί με τα εισερχόμενα ταξίδια. Ενθαρρύνω τους ηγέτες, με την υποστήριξη της Τεχνικής Επιτροπής Υγείας και τη συνεργασία από τις αρμόδιες αρχές και των δύο πλευρών, να συνεργαστούν και να αναπτύξουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την πλήρη επανέναρξη όλων των σημείων διέλευσης», επισημαίνει.
Να σημειωθεί ότι στην έκθεση για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ, παρότι ο ΓΓ του ΟΗΕ αναγνωρίζει «τις εξαιρετικές περιστάσεις», σημειώνει ότι η απόφαση και των δύο πλευρών να περιορίσουν τη διέλευση στα οδοφράγματα λήφθηκε χωρίς διαβούλευση της μιας με την άλλη κοινότητα.
«Ωστόσο, προσθέτει, με ενθαρρύνει η κοινή απόφαση των ηγετών τον Μάιο να εργαστούν για το άνοιγμα των σημείων διέλευσης για ορισμένες κατηγορίες ατόμων, παρά την αναβολή της εφαρμογής της συμφωνίας από τις αρχές στο βορρά. Προχωρώντας προς τα εμπρός, προτρέπω τους ηγέτες να αναπτύξουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την πλήρη επανέναρξη των διελεύσεων».
Πάντως, στην έκθεση των καλών υπηρεσιών επισημαίνεται ότι παρά την κρίσιμη σημασία των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και άλλων μορφών συνεργασίας μεταξύ των κοινοτήτων, αυτά δεν μπορούν να αντικαταστήσουν μια βιώσιμη και ολοκληρωμένη διαπραγματευτική διαδικασία για την επίτευξη ειρηνικής διευθέτησης στην Κύπρο.
«Επαναλαμβάνω την έκκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας προς τις πλευρές και όλους τους εμπλεκόμενους συμμετέχοντες να ανανεώσουν την πολιτική τους βούληση και τη δέσμευσή τους για διευθέτηση υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών. Προσβλέπω σε έναν ανανεωμένο διάλογο για το Κυπριακό και προτρέπω τα μέρη να βρουν το δρόμο για μια συνολική διευθέτηση το συντομότερο δυνατό», αναφέρει.
Στην έκθεση για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ, με αφορμή τα όσα συγκεκριμένα επιτεύχθηκαν πέρυσι σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που είχαν ήδη συμφωνηθεί για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης, ο Γενικός Γραμματέας ενθαρρύνει τις πλευρές «να υποβάλουν προτάσεις και ιδέες με καλή πίστη σχετικά με πιθανά νέα μέτρα, ή να επανεξετάσουν προηγούμενες προτάσεις, ώστε να μπορέσουν να συνεχιστούν οι συζητήσεις και η πρόοδος”.
“Δεδομένου του τεταμένου περιφερειακού κλίματος και των επιπτώσεών του στην Κύπρο, καλώ επιπλέον τους σχετικούς περιφερειακούς παράγοντες να επιδιώξουν συγκράτηση, να εξερευνήσουν την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και να ακολουθήσουν εποικοδομητικές προσεγγίσεις στο Κυπριακό. Είναι σημαντικό τα μέρη να συνεχίσουν να επιδεικνύουν την καλή θέλησή τους και να καταβάλουν μεγαλύτερες προσπάθειες για τη δημιουργία συνθηκών που ευνοούν την επιτυχή διαπραγματευτική διαδικασία», σημειώνει.
Στην έκθεση για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ, ο ΓΓ του ΟΗΕ επαναλαμβάνει τις αναφορές στην συνεργασία των δύο κοινοτήτων και στα εμπόδια που συνδέονται με το θέμα της «αναγνώρισης».
«Στις προσπάθειές τους να προωθήσουν τη στενότερη συνεργασία μεταξύ των κοινοτήτων, τοπικοί και διεθνείς παράγοντες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν προκλήσεις και εμπόδια που συνδέονται με το στάτους του βορρά και ανησυχίες σχετιζόμενες με την ‘αναγνώριση’, ακόμη και σε αυτήν την εξαιρετική περίοδο. Ενώ διατηρείται η πολιτική των Ηνωμένων Εθνών για την Κύπρο και τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας επί του θέματος ισχύουν, οι ανησυχίες σχετικά με την αναγνώριση δεν πρέπει από μόνες τους να αποτελούν ανυπέρβλητο εμπόδιο στην αυξημένη συνεργασία. Καθώς οι πλευρές διερευνούν περαιτέρω ευκαιρίες για οικοδόμηση εμπιστοσύνης και συνεργασίας, τις παροτρύνω να επινοήσουν δημιουργικούς τρόπους για να ξεπεράσουν τα εμπόδια με σκοπό την επίτευξη ουσιαστικής προόδου και την παροχή απτών οφελών στις κοινότητές τους. Τα Ηνωμένα Έθνη παραμένουν πλήρως δεσμευμένα να τους παρέχουν την απαραίτητη διευκόλυνση και υποστήριξη», αναφέρει.
Ειδικά για το θέμα του στρατιωτικού μηχανισμού επαφής, ο ΓΓ χαιρετίζει τη δεδηλωμένη δέσμευση, όπως αναφέρει, των μερών για την καθιέρωσή του.
«Ελπίζω ειλικρινά ότι πέρα από τις γενικές δηλώσεις, μπορεί να αναληφθεί συγκεκριμένη δράση, μετά την κατάθεση από την Ειδική Αντιπρόσωπό μου μιας πρότασης την 1η Μαΐου. Παραμένω πεπεισμένος ότι η πρόοδος σε αυτό το ζήτημα θα επιτρέψει στα μέρη να μειώσουν αποτελεσματικά τις καθημερινές εντάσεις και θα ήταν ένα σημαντικό στρατιωτικό μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Προτρέπω τα μέρη να συνεργαστούν με την Ειδική Αντιπρόσωπό μου για τη δημιουργία αυτού του μηχανισμού, ικανοποιώντας έτσι τις προσδοκίες του Συμβουλίου Ασφαλείας», σημειώνει.
ΚΥΠΕ