Στις 18 Μαρτίου του 1939 ο Γιάννης Μαρκόπουλος είδε το πρώτο φως του ήλιου στο Ηράκλειο της Κρήτης. Και για τα επόμενα 84 χρόνια, μέχρι το 2023, θα ύφαινε τον δικό του μουσικό ήλιο, με τις κρητικές του ρίζες και τις ρηξικέλευθες νότες του.
Ο Γιάννης Μαρκόπουλος, από τα πρώτα χρόνια στην Ιεράπετρα της Κρήτης, όπου φοίτησε στο ωδείο και έμαθε βιολί και μαντολίνο, μέχρι και το τέλος έμεινε πιστός στην αγάπη του για τη μουσική μας παράδοση, έμεινε πιστός στο ταλέντο του να κρατιέται από τις ρίζες για να πρωτοπορεί. Δεν δίστασε μισόν αιώνα πριν να κάνει αυτό που και στις μέρες μας ακόμα θεωρείται κάποιες φορές πρωτοποριακό: δεν δίστασε να βάλει δίπλα δίπλα το φλάουτο με το κλαρίνο, το τσέλο με τη λύρα (ποντιακή και κρητική), το λαούτο δίπλα στην ηλεκτρική κιθάρα, δεν δίστασε να δώσει τον πρώτο λόγο ή μάλλον τον πρώτο ήχο στο σαντούρι και στο νταούλι.
Μελοποίησε, ή όπως προτιμούσε ο ίδιος να λέει, προσέγγισε μουσικά την ποίηση του Διονύσιου Σολωμού, του Γιώργου Σεφέρη, του Οδυσσέα Ελύτη, του Μιχάλη Κατσαρού, του Μανόλη Αναγνωστάκη, του Νίκου Καρούζου, του Γιώργου Χρονά. Και με τον Κώστα Γεωργουσόπουλο και τον Μάνο Ελευθερίου μας έδωσε τραγούδια διαμάντια.
«Επιστροφή στις ρίζες σημαίνει σχεδιασμός του μέλλοντος και επιστροφή στο αιώνιο, στο αληθινό», έλεγε ο Γιάννης Μαρκόπουλος. Στις δύσκολες εποχές που έρχονται, τα τραγούδια του Γιάννη Μαρκόπουλου θα μας χρειαστούν…
Επιμέλεια – Παρουσίαση: Ειρήνη Λαλάκη