Πηγή φωτογραφίας: Εφημερίδα Καθημερινή Κύπρου
Στις 14 Αυγούστου του 1974 ξημέρωσε μέρα ολέθρου. Η εισβολή συνεχίστηκε, η προδοσία ολοκληρώθηκε και ο πόλεμος, για μια ακόμη φορά, λάβωσε ανεπανόρθωτα ζωές, μνήμες, συνειδήσεις.
Στις 14 Αυγούστου του 1974 ο ελληνισμός ζούσε το μεγαλύτερο δράμα της νεότερης ιστορίας του, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, και η Κύπρος ζούσε την κατάρα του πολέμου. Πατρίδες χάθηκαν, στρατιώτες σκοτώθηκαν, άνθρωποι φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και βιάστηκαν, παιδιά ορφάνεψαν, αγνοούμενοι εξαφανίστηκαν. Μια σταλιά τόπος πνίγηκε στο αίμα. Η προσφυγιά διέλυσε ζωές, οι προδότες κρύφτηκαν, όπως πάντα, στα φουστάνια της εξουσίας και οι πρωταίτιοι έμειναν ατιμώρητοι να κοιμούνται με την ανύπαρκτη συνείδησή τους αλέκιαστη.
Μέχρι το απόγευμα της 16ης Αυγούστου, οι Τούρκοι είχαν καταλάβει το 37% του κυπριακού εδάφους. Μέσα σε λιγότερο από τρεις ημέρες ολοκλήρωσαν την κατάληψη της οροσειράς του Πενταδακτύλου. Κατέλαβαν την πεδιάδα της Μεσαορίας και την Καρπασία. Από τον κόλπο της Μόρφου μέχρι τον κόλπο της Αμμοχώστου η Κύπρος πλέον ήταν και είναι υπό κατοχή.
Σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, 200.000 Ελληνοκύπριοι και σε 65.000 Τουρκοκύπριοι έγιναν πρόσφυγες μέσα στην ίδια τους την πατρίδα. Οι 1.619 αγνοούμενοι, ακόμη κι αν δεν είναι ακριβώς τόσοι, στοιχειώνουν ακόμη τις οικογένειές τους που έχασαν μέσα σε μια στιγμή τους ανθρώπους τους, δεν τους ξαναείδαν ποτέ, και δεν μπόρεσαν ούτε καν να τους θάψουν.
Μισόν αιώνα μετά, η Κύπρος είναι ακόμα μισή και λαβωμένη, με όλες τις πληγές της ανοιχτές και κακοφορμισμένες. Δεν καταφέραμε να διορθώσουμε τα λάθη, δεν καταφέραμε να πάμε ούτε μισό βήμα πιο μπροστά οι άνθρωποι…
Επιμέλεια – Παρουσίαση: Ειρήνη Λαλάκη