Τα οστά που φαίνονται σε φωτογραφίες δημοσιεύματος είναι πλαστικός σκελετός που χρησιμοποιείται για εκπαιδευτικούς σκοπούς, ενώ τα κασόνια σε άλλες φωτογραφίες είναι παντελώς άδεια, απαντά η Επίτροπος Προεδρίας, Επικεφαλής για ανθρωπιστικά θέματα αγνοουμένων και εγκλωβισμένων, Άννα Αριστοτέλους σε δημοσίευμα του “Πολίτη”, στο οποίο αναφερόταν ότι πρόκειται για οστά αγνοουμένων σε αποθήκη της Κρατικής Έκθεσης.
Σε γραπτή της απάντηση στο ΚΥΠΕ, η κ. Αριστοτέλους απαντά κατηγορηματικά ότι “η φωτογραφία που δείχνει και υπάρχει ισχυρισμός ότι δήθεν πρόκειται για οστά αγνοουμένων ξεκαθαρίζω ότι είναι πλαστικός σκελετός που χρησιμοποιείται για εκπαιδευτικούς σκοπούς και σε καμία περίπτωση δεν είναι από τα οστά τα οποία φυλάσσονται αυστηρώς σε οστεοφυλάκιο στο Ανθρωπολογικό Εργαστήριο και είναι καταγεγραμμένα. Τα κασόνια στις άλλες φωτογραφίες είναι παντελώς άδεια”.
Σημειώνει ότι “είναι κρίμα ένα κατ’ εξοχή ανθρωπιστικό θέμα να τυγχάνει αυτής της παραπληροφόρησης” και προσθέτει “σκεφτείτε ένα συγγενή αγνοουμένου πώς νιώθει να βλέπει αυτά τα πράγματα και την αναστάτωση που του προκαλείται με αυτή την παραπληροφόρηση, που κάποιοι δυστυχώς όχι μόνο εξάγουν αυθαίρετα συμπεράσματα, προβαίνουν και σε ταυτοποιήσεις πλαστικών οστών, λέγοντας, μάλιστα, πως πρόκειται για οστά αγνοουμένων του 1963 ή του 1974. Είναι λυπηρό δυστυχώς να τυγχάνουν εκμετάλλευσης τέτοια αμιγώς ανθρωπιστικά θέματα”.
Υπογραμμίζει ότι τα οστά είναι φυλαγμένα σε οστεοφυλάκια, σε κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο, είναι καταγεγραμμένα και η πρόσβαση γίνεται μόνο κατόπιν ειδικής εξουσιοδότησης και σε καμία περίπτωση δεν είναι πεταγμένα.
Η Επίτροπος προσθέτει, ακόμα, ότι οι φωτογραφίες που είδαν το φως της δημοσιότητας, δεν προέρχονται από τα οστεοφυλάκια που φυλάγονται στο Ανθρωπολογικό Εργαστήριο αλλά αποτελούν πλαστικό σκελετό. “Είναι λυπηρό αλλά και τραγικό να μεταδίδονται πληροφορίες που ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα, ιδιαίτερα για ένα θέμα που εδώ και 50 χρόνια παραμένει πληγή για την Κύπρο και οι οικογένειες περιμένουν μέσω αυτής της μεθόδου να ενημερωθούν για την τύχη των δικών τους ανθρώπων”.
Επαναλαμβάνει ότι “σε καμία περίπτωση δεν υπάρχουν πεταγμένα οστά και η Υπηρεσία μας επιδεικνύει τον απαιτούμενο σεβασμό”. Σημειώνει ότι η διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων είναι ύψιστη προτεραιότητα και προς αυτή την κατεύθυνση έχουν επιταχυνθεί και απλοποιηθεί οι διαδικασίες, αξιολογείται κάθε πληροφορία που ενδεχομένως να συμβάλει στην ανεύρεση οστών αγνοουμένων και η προσέγγιση που ακολουθείται είναι ανθρωποκεντρική.
Η κ. Αριστοτέλους προσθέτει στην απάντησή της ότι λόγω των διαδικασιών που έχουν αλλάξει, προκύπτουν θετικότερα αποτελέσματα, σημειώνοντας ότι τον τελευταίο χρόνο έχουν γίνει 15 ταυτοποιήσεις οστών.