Τον Μάιο του 1864 έφτασε στο Παρίσι, στο μουσείο του Λούβρου, ένα μαρμάρινο κορίτσι τρία μέτρα ψηλό με τεράστια φτερά. Έφτασε στο Λούβρο σε κομμάτια…
Έναν χρόνο πριν, τον Απρίλιο του 1863, στη Σαμοθράκη, αυτό το τεράστιο μαρμάρινο κορίτσι βγήκε ξανά στο φως του ήλιου, ποιος ξέρει μετά από πόσους αιώνες. Σκάβοντας σε μια χαράδρα, εκεί στα αρχαία που είχε εντοπίσει η γαλλική αρχαιολογική αποστολή, με επικεφαλής τον Γάλλο πρόξενο στην Αδριανούπολη Σαρλ Σαμπουαζό, ένας εργάτης ξαφνικά φώναξε: «Κύριε, εύραμεν μία γυναίκα!». Η γυναίκα δεν ήταν παρά μια Νίκη, θεόρατη, με φτερά, από εκείνες τις Νίκες που οι αρχαίοι απεικόνιζαν σε αγγεία ή τις έκαναν γλυπτά για να θυμίζουν το κλέος και τη δόξα κάποιας μεγάλης τους νίκης.
Η Νίκη της Σαμοθράκης μεταφέρθηκε σε 200 κομμάτια με καράβι, με τελικό προορισμό το Παρίσι και το μουσείο του Λούβρου. Μεσολάβησαν πολλά, ώσπου τελικά να συναρμολογηθεί και να εκτεθεί πάνω στην πλώρη του καραβιού, όπως τη φιλοτέχνησε ο μέχρι σήμερα άγνωστος σ’ εμάς γλύπτης της.
Με τα φτερά της ανοιχτά, ελαφρώς γερμένη μπροστά, με τον χιτώνα της να ανεμίζει κόντρα στον αέρα και στις εποχές, η Νίκη της Σαμοθράκης, εκτός από αριστούργημα, είναι πια και παγκόσμιο σύμβολο ελευθερίας. Μαζί με τα άλλα δύο διάσημα κορίτσια του Λούβρου, την Ιταλίδα Μόνα Λίζα και την Αφροδίτη της Μήλου, η Νίκη της Σαμοθράκης αγέρωχη και πανέμορφη, στέκεται στους αιώνες πασίγνωστη, σιωπηλή και νικηφόρα.
Επιμέλεια – Παρουσίαση: Ειρήνη Λαλάκη