Τα ερπετά που μπορεί να συναντήσει κανείς στην Κύπρο διακρίνονται σε τρεις βασικές κατηγορίες: τις χελώνες, τα φίδια και τις σαύρες. Παρόλο που οι σαύρες προκαλούν φόβο στους ανθρώπους, στην πραγματικότητα ο μεγαλύτερος αριθμός τους είναι ακίνδυνος. Ένα πολύ ξεχωριστό χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι ότι αποσπώνται από το σώμα τους όταν παγιδευτούν κάπου, ως τρόπος να αμυνθούν και να προστατευτούν. Έτσι, έχουν την ικανότητά να αποκόπτουν την ουρά τους, με σκοπό να ελευθερωθούν και στην συνέχεια μπορούν να την αναπτύξουν ξανά.

Το πλήρες λατινικό όνομα της σαύρας αυτής είναι Mediodactylus kotschyi ή Cyrtodactylus kotschyi. Το είδος αυτό ανήκει στην οικογένεια Gekkonidae και συμπεριλαμβάνεται στα ενδημικά υποείδη του νησιού. Το όνομα του αποτελείται από τη λατινική λέξη medio, που στα ελληνικά  σημαίνει μισός και την ελληνική λέξη δάκτυλο. Η ονομασία του προέρχεται από το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που φέρει ο μισιαρός, ο οποίος έχει πολύ στενά δάκτυλα, τα οποία καταλήγουν σε καλά ανεπτυγμένο νύχι [5].

Ο μισιαρός είναι σαύρα μικρού μεγέθους με σώμα που δε ξεπερνά τα 10cm μαζί με το μέγεθος της ουράς του. H κόρη των ματιών του είναι κάθετη, χωρίς βλέφαρα και φέρει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: κατά τη διάρκεια της νύχτας διαστέλλεται για να διευκολύνει όραση του ή όταν έχει μειωμένη ορατότητα. Το σώμα του έχει συνδυασμό γκρίζου με ανοικτό καφέ χρώμα και στην πλάτη του εντοπίζονται σκούρα σχέδια σε σχήμα «V». Το κάτω μέρος της κοιλιακής του περιοχής φέρει χρώμα κιτρινωπό ή πορτοκαλί [1,2]. Ο σκουρόχρωμος χρωματισμός του σώματός του σε συνδυασμό με τη συνήθειά του να παραμένει ακίνητος, του επιτρέπουν να είναι σχεδόν αθέατος. Ακόμα, αυτό οφείλεται και στο ότι έχει τη δυνατότητα να αποκτά πιο σκούρους ή πιο ανοικτούς τόνους χρώματος, ανάλογα με το υπόστρωμα στο οποίο βρίσκεται και τις συνθήκες φωτισμού που επικρατούν [5].

Επίσης, ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικά του μισιαρού είναι ότι έχει λεπτό σώμα και λεπτά άκρα, τα οποία φέρουν ειδικούς σχηματισμούς που λειτουργούν σαν βεντούζες και το βοηθούν να αναρριχάται ακόμα και στις πιο λείες επιφάνειες με μεγάλη ευκολία. Επίσης, η σαύρα αυτή παράγει ήχο, όταν επιθυμεί να το χρησιμοποιήσει ως κάλεσμα κατά την περίοδο της αναπαραγωγής ή για να υπερασπίσει το χώρο του [3, 4]. Η τροφή του είναι κυρίως μικρά αρθρόποδα, όπως αράχνες και μικρά έντομα.

Οι σαύρες του συγκεκριμένου είδους εντοπίζονται κυρίως σε ξηρές περιοχές και θαμνώνες ή σε βραχώδης περιοχές, όπου μπορεί να βρει κάλυψη κατά τη διάρκεια της ημέρας. Επίσης, συχνά βρίσκεται σε ερείπια σπιτιών, δομές και τοίχους. Είναι εξαπλωμένη σχεδόν σε όλο το νησί από την παραλία μέχρι και τις ψηλές κορυφές του Τροόδους. Είναι νυχτόβιο ερπετό, οπότε είναι πιο εύκολο για κάποιον να τη συναντήσει το βράδυ, ειδικά κατά τις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού, αλλά συναντάται και κατά τη διάρκεια της ημέρας κυρίως κατά τους χειμωνιάτικους κρύους μήνες που έχει σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες. Όταν νιώσει ότι απειλείται, υποχωρεί και βρίσκει καταφύγιο σε πυκνή βλάστηση, σε βραχώδεις περιοχές και συνήθως προσκολλάται στην κάτω επιφάνεια βράχων [2].

Όσο αφορά την αναπαραγωγή, ο θηλυκός μισιαρός γεννά 1-2 αυγά συνήθως κάτω από πέτρες και τα οποία εκκολάπτονται ένα μήνα περίπου μετά την ωοαπόθεση. Η αναπαραγωγή τους ξεκινά από την περίοδο της άνοιξης και μπορεί να συνεχιστεί και μέχρι το φθινόπωρο.

Ο μισιαρός προστατεύεται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία και συγκεκριμένα από την ειδική νομοθεσία σχετικά με τον «περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής νόμο». Οι σαύρες και γενικότερα η ερπετοπανίδα του τόπου μας είναι συνήθως οι πιο παρεξηγημένες κατηγορίες ζώων που οφείλεται στην αμάθεια και την έλλειψη ορθής εκπαίδευσης των περισσοτέρων για το ακίνδυνο της συμπεριφοράς τους και συμβίωσης με τους ανθρώπους. Ο φόβος και ο πανικός που δημιουργείται στην παρουσία τους έχει ως επακόλουθο τη θανάτωσή τους. Ενώ, θα ήταν χρήσιμο να λάβουμε υπόψη την οικολογική σημασία τους σχετικά με τη διατήρηση της ισορροπίας του περιβάλλοντος, αφού οι σαύρες τρέφονται με μικρά ή/και βλαβερά έντομα και να ευαισθητοποιηθούμε ως προς την προστασία τους. Μπορούμε; 

Έρευνα-Παρουσίαση:
Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι, Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού