Αρκετοί εργαζόμενοι που εργάζονται σε κτήρια με τεχνητά συστήματα εξαερισμού αλλά και ένοικοι πολυκατοικιών (νεόκτιστων κάποιες φορές), παραπονιούνται για παρατεταμένες διαταραχές οι οποίες εμφανίζονται χωρίς κάποια προφανή αιτία και περιλαμβάνουν ερεθισμούς και φλεγμονές των ματιών, της μύτης και του φάρυγγα, βήχα και βραχνάδα, πονοκεφάλους, κόπωση κλπ. Το φαινόμενο αυτό έχει παρατηρηθεί εδώ και αρκετά χρόνια, στρέφοντας την ιατρική κοινότητα στην αναζήτηση της πιθανής αιτίας και κάπως έτσι γεννιέται η έννοια «Σύνδρομο του άρρωστου κτηρίου».

Τι αποτελεί, όμως, το συγκεκριμένο σύνδρομο και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;

Το άρρωστο κτήριο αναγνωρίζεται από το σκοτεινό και υγρό περιβάλλον, τις σωληνώσεις που είναι χαλασμένες ή σκουριασμένες και τα συστήματα αερισμού και κλιματισμού τα οποία αναπτύσσουν πολλά μικρόβια, όπως βακτήρια και μύκητες. Όλο αυτό προσδίδει στο κτήριο έναν «άρρωστο» χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται μικροοργανισμοί και τοξίνες, που σε πολλές περιπτώσεις μεταδίδονται ραγδαία σε όλο το κτήριο.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προσδιορίζει το φαινόμενο και υιοθετεί τον όρο «Σύνδρομο του άρρωστου κτηρίου», υπολογίζοντας μάλιστα ότι το 10-30% των κτηρίων στον δυτικό κόσμο αντιμετώπιζαν προβλήματα με την ποιότητα του εσωτερικού αέρα του κτηρίου. Τα συμπτώματα προκύπτουν κυρίως από την κακή ποιότητα του αέρα εντός του άρρωστου κτηρίου και οφείλονται σε χημικούς, φυσικούς και βιολογικούς παράγοντες.

Συγκεκριμένα, στους χημικούς παράγοντες συμπεριλαμβάνονται η φορμαλδεΰδη που αποτελεί προϊόν καύσης των τσιγάρων και ρητίνης που εμπεριέχεται σε μονωτικά, έπιπλα, συνθετικά υφάσματα και μοκέτες κλπ., το μονοξείδιο του άνθρακα που απελευθερώνεται κατά την καύση τσιγάρων και κατά την ατελή καύση στα κεντρικά συστήματα θέρμανσης, τα οξείδια του αζώτου που απελευθερώνονται κατά τη χρήση μαγειρικών συσκευών, ο αμίαντος και οι τεχνητές ορυκτές ίνες που χρησιμοποιούνται σε μονωτικά, φούρνους, σόμπες κλπ. και μπορούν να διαφύγουν στην ατμόσφαιρα λόγω κακής συντήρησης και πολλές άλλες ενώσεις που προκαλούν επιβάρυνση στην υγεία του ατόμου.

Στους φυσικούς παράγοντες συμπεριλαμβάνεται το ραδόνιο, το οποίο απελευθερώνεται σε κλειστούς χώρους από τα κατασκευαστικά υλικά και το νερό.

Τέλος, στους βιολογικούς παράγοντες συμπεριλαμβάνονται βακτήρια, ιοί και μύκητες οι οποίοι αναπτύσσονται στα κλιματιστικά συστήματα και τους πύργους ψύξης και αποτελούν μολυσματικούς παράγοντες σε περίπτωση κακής συντήρησης.

Η ρύπανση του περιβάλλοντος, λοιπόν, μπορεί κάποιες φορές να ξεκινά από το εσωτερικό των κτηρίων. 

Έρευνα-Παρουσίαση:
Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι,
Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού