«…Και απ’ αυτών, των καρπών της σχινιάς, εκβάλλουσι κάλλιστον έλαιον προς τροφήν ενόσω είναι νωπόν, έτι δε μετά ταύτα και προς φωτισμόν…», γράφει ο Σακελλάριος το 1890 περιγράφοντας το πολύ κοινό φυτό της Κύπρου με την κοινή ονομασία Σχινιά. Τί γνωρίζουμε για το φυτό αυτό;
Η Σχινιά ή Pistacia lentiscus αποτελεί αειθαλή ρητινοφόρο θάμνο με σκουροπράσινα φύλλα και φλοιό με χρώμα ανοικτό καστανό. Τα καστανοπράσινα άνθη εμφανίζονται από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Μάρτιο. Η καρποφορία παρατηρείται από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο.
Παρουσιάζει ευρεία εξάπλωση τόσο στις μεσογειακές χώρες και σε νησιά του Ατλαντικού όσο και στην Κύπρο σε υψόμετρο μέχρι και 800 μ.
Στην Κύπρο, η Σχινιά συμμετέχει σε πολλούς διαφορετικούς οικοτόπους με χαρακτηριστική θαμνοειδή βλάστηση.
Παρόλο που δεν είναι ευρέως γνωστό, η Σχινιά αποτελεί το φυτό από ποικιλία του οποίου παράγεται η γνωστή μαστίχα της Χίου που χρησιμοποιείται ευρέως στη ζαχαροπλαστική, την αρτοποιία, την αρωματοποιία, τη φαρμακευτική και την κοσμετολογία.
Στο νησί μας καταγράφεται από την αρχαιότητα, αφού χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι υπολείμματα καρπών του φυτού εντοπίστηκαν στην Χοιροκοιτία την 6η χιλιετία π.Χ.
Επίσης, σημειώνεται ότι έχουν βρεθεί κείμενα της περιόδου της Αγγλοκρατίας στα οποία γίνεται αναφορά σε προσπάθειες ανάπτυξης βιομηχανίας παραγωγής μαστίχας στην Κύπρο αντίστοιχη με την υπάρχουσα βιομηχανία της Χίου. Οι Κύπριοι από νωρίς αντιλήφθηκαν και εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο τις αρωματικές ιδιότητες της Σχινιάς.
Τα κλαδιά χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα για τον υποκαπνισμό αλλαντικών ενώ παλαιότερα, στην ευρύτερη περιοχή της Καρπασίας χρησιμοποιούνταν για υποκαπνισμό φύλλων καπνού.
Το ξύλο αποτέλεσε βασική πηγή για παραγωγή ξυλοκάρβουνων, ενώ οι νεαροί βλαστοί χρησιμοποιήθηκαν για δέσιμο παραδοσιακών σαρκών, αφού είναι ιδιαίτερα ανθεκτικοί και εύκαμπτοι.
Παράλληλα, οι καρποί χρησιμοποιούνται ευρέως στην παραγωγή λουκάνικων και σσ’ιννόπιτων. Οι καρποί χρησιμοποιούνται επίσης ως αρωματικό για το μαγείρεμα ειδών κυνηγιού, ενώ μπορούν και να καταναλωθούν νωποί ή καβουρδισμένοι ως συνοδευτικό ποτών.
Ακόμη, από το φυτό εξάγεται το σχινέλαιο, το οποίο χρησιμοποιείται ως θεραπευτικό κατά δερματικών παθήσεων. Το σχινέλαιο είναι ιδιαίτερα στυπτικό, χαλαρωτικό και καταπραϋντικό για τον πόνο του αυτιού. Παράλληλα, το σχινέλαιο εφαρμοσμένο σε μικρούς πασσάλους χρησιμοποιήθηκε ως πρώτη ύλη για δημιουργία δάδων για φωτισμό, ενώ σε κάποιες περιοχές αποτελούσε βρώσιμο υλικό.
Έρευνα-Παρουσίαση:
Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού