Μια βόλτα στο κέντρο των πόλεων αρκεί για να συνειδητοποιήσουμε την πληθώρα οικοδομημάτων, συνήθως την απουσία χώρων πρασίνου, τις συνθήκες άπνοιας και την παρουσία υψηλότερων θερμοκρασιών σε σχέση με τις περιαστικές περιοχές της πόλης.

Η τάση των κέντρων των πόλεων να παρουσιάζουν υψηλότερες θερμοκρασίες αέρα σε σχέση με τις περιαστικές περιοχές, ονομάζεται θερμική αστική νησίδα. Συνήθως η διαφορά αυτή είναι πιο έντονη κατά τις νυχτερινές ώρες, σε σχέση με την υπόλοιπη ημέρα.

Η διαφορά της θερμοκρασίας μπορεί να φτάσει ακόμα και τους 15οC. Κύριο αίτιο είναι η πυκνή και ψηλή δόμηση των πόλεων. Ανάμεσα στα κτίρια παγιδεύεται θερμότητα και δεν επιτρέπεται η γρήγορη ανανέωση του αέρα. Επίσης, το τσιμέντο και η άσφαλτος δεν επιτρέπουν την γρήγορη ψύξη του αστικού περιβάλλοντος μετά τη δύση του ήλιου, με αποτέλεσμα τη νύχτα να καταγράφονται ψηλότερες θερμοκρασίες. Επιπρόσθετα, αίτιο του φαινομένου αυτού αποτελεί και η απουσία πρασίνου.

Τα φυτά απορροφούν την ημέρα ηλιακή ενέργεια και αντλούν νερό, το οποίο αποδίδουν τη νύχτα υπό μορφή υγρασίας, ψυχραίνοντας την ατμόσφαιρα.

Η έντονη κυκλοφορία οχημάτων και οι εκπομπές ρύπων αποτελούν επίσης αίτια επιδείνωσης του φαινομένου αυτού. Το φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας παρατηρείται σε πάρα πολλές πόλεις και είναι μάλλον η πιο έκδηλη επίπτωση της αστικοποίησης.

Το φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις γενικότερες κλιματικές συνθήκες της περιοχής που βρίσκεται η πόλη, καθώς και το ανάγλυφο της περιοχής, γι’ αυτό και παρουσιάζει συνεχείς μεταβολές στον χρόνο και στον χώρο.

 

Έρευνα-Παρουσίαση:

Δρ Ανδρέας Χατζηχαμπής & Δρ Δήμητρα Παρασκευά-Χατζηχαμπή, Βιολόγοι – Περιβαλλοντολόγοι,

Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (www.kykpee.org) Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού