Του Μιχάλη Πουργουρίδη

Ο Νίκος Καββαδίας δεν είναι ο ποιητής της θάλασσας, αλλά η θάλασσα είναι η αφορμή για να εκφέρει τον γεμάτο συναισθηματισμό, πύρινο και υπερρεαλιστικό του λόγο.

Έχουν περάσει 78 χρόνια από την έκδοση της πρώτης του ποιητικής συλλογής (Μαραμπού-1933), 46 χρόνια από τη μελοποίηση του πρώτου του ποιήματος (Τρίτη Ανθολογία-Γιάννης Σπανός-1975) και 42 χρόνια από την πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά που εκδόθηκε, γραμμένη πάνω στο έργο του (Σταυρός του Νότου-Θ.Μικρούτσικος-1979).

Μέσα, κυρίως, από τις τρεις ποιητικές του συλλογές που προέκυψαν τα περισσότερα τραγούδια (Μαραμπού-1933, Πούσι-1947 και Τραβέρσο-1975) προκαλεί στην ουσία τους ανθρώπους, να ξεπεράσουν τις καταγεγραμμένες τους δυνατότητες. Μέσα από το ποίημα του «Γυναίκα» ξεχωρίζουμε τη φράση «χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία», αντιλαμβανόμενοι ότι μας παρακινεί στην επίτευξη του «αδύνατου». Αυτό προκαλεί τους νέους -κυρίως- ανθρώπους να κατακτήσουν.

Ο Θάνος Μικρούτσικος επιχειρεί με την μελοποίηση του, μέχρι πρότινος όχι και τόσο γνωστού ποιητή, να προτείνει κάτι πολύ διαφορετικό στο κοινό, που μέχρι τότε, άκουγε μόνο τραγούδια της μεταπολίτευσης.

Η άποψη του συνθέτη όσον αφορά την ποίηση, έγκειται στο ότι, «αν παραμένει η ίδια, μετά την μελοποίηση, τότε η μελοποίηση αποτυγχάνει».

Καταφέρνει, όμως, να «περάσει» το έργο που «παραδίδει» στο κοινό και το υλικό που έχει στα χέρια του, ως ένα τελικό προορισμό και μία δισκογραφική πρόταση, που δεν είναι η ίδια με καμία άλλη. Ο Θάνος Μικρούτσικος ασχολήθηκε με πάθος, με τον λόγο μεγάλων ποιητών και αξιοποίησε με ξεχωριστές μελωδίες τη «φωνή» και την ενόραση στοχαστών και διανοουμένων, οι οποίοι υπήρξαν εμβληματικές μορφές.

Κωνσταντίνος Καβάφης, Γιάννης Ρίτσος, Μανώλης Αναγνωστάκης, Νίκος Καββαδίας, Μπέρτλολτ Μπρεχτ, Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι, Ναζίμ Χικμέτ, Φρανσουά Βιγιόν είναι μερικά μόνο πρόσωπα με τα οποία ο Μικρούτσικος «αναμετρήθηκε» δημιουργικά και έγραψε ιστορία.

Στους δίσκους που ακολουθούν, o συνθέτης μας συναρπάζει όταν αγγίζει την ποίηση. Φαίνεται η λεπτότητα και η δυναμική της σύζευξης (ποιήματος και μελωδίας), που παρουσιάζει και του αποτελέσματος που είναι τα ίδια τα τραγούδια. Εμβολιάζει την διάλεκτο μας, και την συνδυάζει με ένα δικό του προσωπικό απόθεμα εμπειρίας και γνώσης.

«Πολιτικά τραγούδια» (1975), «Μουσική πράξη στον Μπρεχτ»(1978), «Σταυρός του Νότου» (1979), «Καντάτα για τη Μακρόνησο» (1976), «Τραγούδια της λευτεριάς» (1978), «Ο γέρος της Αλεξάνδρειας» (1983).

Πρώτη, όμως, μελοποίηση Καββαδία τη βρίσκουμε στην Τρίτη Ανθολογία του Γιάννη Σπανού το 1975. Ο συνθέτης με τις ξεχωριστές του ευαισθησίες, «ανοίγει διάπλατα» τους ορίζοντες του κοινού που τον ακολουθεί από την δεκαετία του ’60.

Διαλέγει το “Mal du depart” και το παρουσιάζει σε μια καθαρά πιανίστικη εκτέλεση και μια εκφραστική -μέχρι σπαραγμού- ερμηνεία από τον Κώστα Καράλη. Με αυτό τον τρόπο σηματοδοτεί, καθορίζει, προσωποποιεί, κυριολεκτικά και μεταφορικά, τον κάθε «ιδανικό κι ανάξιο εραστή των μακρυσμένων ταξιδιών και τον γαλάζιων πόντων».

Τα ποιήματα του Καββαδία δεν είναι τα ίδια μετά την μελοποίηση τους και ο ίδιος ποτέ του δεν σκέφτηκε ότι τον βραχίονα του που έγραφε με πένα ή μελάνι σε λευκό χαρτί, θα τον «ακουμπούσαν» κάποτε ο Σπανός, ο Μικρούτσικος, η Μαρίζα Κωχ, οι Ξέμπαρκοι, ο Δ.Ζερβουδάκης, ο Χ. και Π. Κατσιμίχας και η Αρλέτα.

Τα ποιήματα του Καββαδία «μεταμορφώνονται» και απαγκιστρώνονται από την αντικειμενικότητα, την υποκειμενικότητα του «χώρου» που γράφονται και του χρόνου δημιουργίας τους. Ταξιδεύουν, εγκαθίστανται και ριζώνουν στα προσωπικά και συναισθηματικά βιώματα όσων τα ακολουθούν.

Παρά να είναι μια ακόμα αναφορά ως ένα πιθανό βραβείο Νόμπελ καταχωρημένο σε ένα σκονισμένο τόμο σε μια βιβλιοθήκη, γίνεται το βίωμα που περνά από τη μια γενιά στην άλλη.

Σημαντικά έργα του Νίκου Καββαδία θεωρούνται επίσης τα πεζά: Bάρδια (Μυθιστόρημα-1954) και Λι (Αφήγημα-1987) και «Του πολέμου/Στο άλογο μου (Αφήγημα-1987).

Η «Βάρδια» είναι μυθιστόρημα, ποίημα και αναμνήσεις συγχρόνως. Μέσα στο βιβλίο υπάρχει καταρχάς η ιστορία ενός ταξιδιού. Στη θάλασσα της Κίνας, ένα παμπάλαιο φορτηγό, σαραβαλιασμένο -ένα από κείνα τα σαπιοκάραβα που είχαν ήδη πουληθεί για παλιοσίδερα και που οι Έλληνες εφοπλιστές τα πήγαιναν για επιδιόρθωση στο Ρότερνταμ και ύστερα τα ‘βαζαν να γυρίζουν τις θάλασσες για χρόνια ακόμα- έχει βάλει πλώρη για το Σαντούν. Αλλά το ουσιώδες έγκειται στις συνομιλίες. Σ’ αυτές ακριβώς θεμελιώνεται το έργο. Στις ατελείωτες ώρες της βάρδιας, οι ναυτικοί -ο θερμαστής, ο καπετάνιος ή ο ασυρματιστής, όπως ήταν ο συγγραφέας- αναμασούν από κοινού την κατάστασή τους.

Το «Λι» είναι ένα μικρό διήγημα στο οποίο ο συγγραφέας περιγράφει την περιπέτειά που έζησε στο Χόνγκ Κογκ όταν ταξίδευε το 1968, σαν ασυρματιστής, στα καράβια. Λι είναι το όνομα ενός δεκάχρονου κοριτσιού μέσα από τα μάτια του οποίου, ο Καββαδίας γνωρίζει τον ασιατικό πολιτισμό.

Ο Νίκος Καββαδίας έγραψε το αυτοβιογραφικό αφήγημα «Του πολέμου/Στο άλογο μου», που συνδέεται με όλα όσα έζησε κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου (1940-41), στον οποίο και συμμετείχε. Το συγκινητικό αυτό «επιστολικό» κείμενο είναι αφιερωμένο –όπως δείχνει και ο τίτλος του– στο άλογο που χρησιμοποιούσε για να μεταφέρει από το μέτωπο τους τραυματίες.

Ολόκληρη η ζωή του ποιητή και πεζογράφου Νίκου Καββαδία χαρακτηρίζεται από μια απέραντη αγάπη προς τη θάλασσα η οποία ταυτοποιείται κυρίως μέσω της ποίησης. Η διάχυτη νοσταλγία, ο ερωτισμός, η περιπέτεια, ο εξωτισμός, η αγωνία της ύπαρξης και ο φόβος του θανάτου χαρακτηρίζουν τον ποιητικό του λόγο.

Ο Νίκος Καββαδίας, δυστυχώς, έχει αφήσει στη λογοτεχνική παραγωγή του τόπου μας ένα περιορισμένο αριθμό έργων, μόλις τρεις ποιητικές συλλογές, ένα μυθιστόρημα και δύο πεζά, αλλά η ποιότητα και η αξία τους είναι εφάμιλλη έργων πολυγραφότατων σύγχρονων του ποιητών, της λεγόμενης Γενιάς του 1930.

Ο Νίκος Καββαδίας γεννήθηκε στις 11.1.1910 στο Χαρμπίν της Μαντζουρίας από γονείς Κεφαλονίτες και έφυγε από τη ζωή τη Δευτέρα 10.2.1975 στη κλινική «Άγιοι Απόστολοι» στην Αθήνα, από εγκεφαλικό επεισόδιο.

 

Οι απόψεις εκφράζουν τον συντάκτη τους και δεν αντιπροσωπεύουν κατ’ ανάγκην την άποψη του Καναλιού 6