Πηγή φωτογραφίας: clickatlife.gr
Είχαμε γνωριστεί στην Αθήνα και πολλές φορές έτυχε να πάω να τον δω να παίζει και να τραγουδά με την κιθάρα του, στα φοιτητικά μου χρόνια, σε μια μπουάτ που λεγόταν «Αυλαία» στην Πλατεία Κολιάτσου.
Ένα από τα «μικρά» μου όνειρα, ήταν κάποτε να τον φιλοξενήσω στην Κύπρο. Έγινε κατορθωτό στις 18 και 19 Απριλίου 2000, όταν εμφανιζόμουν στο Μουσικό Καφενείο «Ζάππειο», στην Πλατεία Ηρώων, στη Λεμεσό.
Αναλαμβάνοντας να παρουσιάσω μια σειρά εκδηλώσεων, ο Λάκης Παππάς ήταν από τους καλλιτέχνες που ήθελα πολύ να «μοιραστώ» με το κοινό, που διψούσε κυριολεκτικά να «ζήσει» μια αυθεντική βραδιά μπουάτ. Κι έτσι έγινε. Όσοι βρέθηκαν εκείνα τα δύο βράδια στο «Ζάππειο», απόλαυσαν την μαγεία που προσφέρει μια «συναυλία» απόλυτης σιωπής και ευλαβικής ακρόασης.
Μια κιθάρα, μια φωνή και το ανάλογο ρεπερτόριο, του Νέου Κύματος και των μπουάτ της Πλάκας. Βλέπαμε και ακούγαμε αυτόν, για τον οποίο είχε μιλήσει με τα καλύτερα λόγια ο Χατζιδάκις το 1957 όταν έγραφε τα εννιά τραγούδια στο «Παραμύθι χωρίς όνομα» του Ιάκωβου Καμπανέλλη.
Η θεατρική παράσταση τότε δεν είχε βγάλει τα έξοδα της, ο Χατζιδάκις από τις 8.000 δραχμές που έπρεπε να πάρει, πήρε μόνο 4.000 και θυμόταν ότι ενώ επί σκηνής θα εμφανιζόταν ο κλασσικός κιθαρίστας και δάσκαλος Γεράσιμος Μηλιαρέσης, την τελευταία στιγμή δεν μπόρεσε και έστειλε έναν μαθητή του.
Τον Λάκη Παππά, ο οποίος συντήρησε στη μνήμη του όλες τις μελωδίες αυτές μιας και τις κατείχε και με τη θαμπή κι αισθαντική φωνή του, κέρδιζε το ψωμί του σε μικρά ταβερνάκια. Οι μελωδίες του «Παραμυθιού» του έδιναν ψωμί. Ο Χατζιδάκις δείχνει ενδιαφέρον για να συναντήσει τον Παππά παρόλο που όπως λέει κι ο ίδιος, δεν θυμόταν καλά-καλά το πρόσωπο του.
Έτσι, λοιπόν, ένα χειμωνιάτικο απόγευμα του Γενάρη του 1962 τον προσκαλεί στο σπίτι του και ηχογραφούν πρόχειρα όλο τον κύκλο τραγουδιών. Ίσαμε εκείνη τη στιγμή, ποτέ του δεν τον είχε ακούσει. Λίγο αργότερα, αφότου τον ακούει, λέει… «Απίθανη φωνή μες στη θαμπάδα της, ζεστή κι ευαίσθητη σαν ακριβό έγχορδο, εκφραστική και τραγική μαζί».
Το ’63 ο Χατζιδάκις θέλησε να ολοκληρώσει αυτό τον κύκλο κι άρχισε να ενορχηστρώνει και να ηχογραφεί πρώτα το μέρος της ορχήστρας.
Μα φάνηκε πως ούτε ο Παππάς, ούτε ο ίδιος ο Μάνος ήταν «ώριμοι» για να υπογράψουν τελειωτικά την ιστορία του «Παραμυθιού». Ίσαμε που ‘ρθε ο Οκτώβρης του ’65… Η ιστορία τέλειωσε καλά. Μόνο το ΠΑΡΑΜΥΘΙ (λέει χαριτολογώντας ο Χατζιδάκις) έμεινε οριστικά «ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ».
Εκείνα τα δύο βράδια, όσοι βρέθηκαν στο «Μουσικό Καφενείο «Ζάππειο», πραγματικά απόλαυσαν το ρεπερτόριο μιας μπουάτ, που δεν θέλει τίποτε άλλο, από προσεκτική ακρόαση και συμμετοχή.
Να ακούς και να τραγουδάς με τον καλλιτέχνη το «Έλα μαζί μου», «Πάει κι αυτή η Κυριακή», «Μην κουραστείς να μ αγαπάς», «Κι ύστερα μου μιλάς».
Να βγαίνει «εκτός» ρεπερτορίου και να ερμηνεύει το «Να μ αγαπάς» του Παύλου Σιδηρόπουλου και το «Πάλιωσε το σακάκι μου» του Βασίλη Τσιτσάνη σε δικές του «ακουστικές» καθαρά, διασκευές και εκτελέσεις.
Να τραγουδά τόσο παραστατικά μιμούμενος τον ίδιο τον Μίκη Θεοδωράκη την «Επιστολή».
Να ακούς μια άψογη παιγμένη κλασσική κιθάρα και μια φωνή άφθαρτη κι ανέγγιχτη από τον χρόνο.
Να βλέπεις έναν καλλιτέχνη, ο οποίος ποτέ δεν έκανε άλλη δουλειά, να παίρνει το αεροπλάνο και να έρχεται χωρίς δισταγμούς και συζητήσεις, να παρουσιάσει αυτό που έμαθε να κάνει μια ζωή.
Να παίζει και να τραγουδά με την κιθάρα του. Τα ίδια τραγούδια, το ίδιο πάντα ρεπερτόριο, το ίδιο μουσικό ύφος ερμηνευμένο όμως, με την ίδια αγάπη και ζεστασιά.
Αυτό που βλέπεις και ακούς να μην αισθάνεσαι ότι είναι δουλειά ή επάγγελμα, αλλά ένα «χάρισμα» και ευτυχείς συγκυρίες που το έφεραν εδώ.
Σε ένα «Ματωμένο Γάμο» κι ένα «Παραμύθι χωρίς όνομα» που τον ακολουθούν μια ζωή.
Σταθμοί του Ελληνικού τραγουδιού που τους στήριξε με την φωνή, την απλότητα, την ευγένεια και προπάντων την αγάπη και τον σεβασμό που είχε στα έργα αυτά και σε όλο το ρεπερτόριο του!
Ο Λάκης (Ευάγγελος) Παππάς γεννήθηκε στην Πρέβεζα στις 9.1.1938 και έφυγε από τη ζωή στις 26.3.2014.
Οι απόψεις εκφράζουν τον συντάκτη τους και δεν αντιπροσωπεύουν κατ’ ανάγκην την άποψη του Καναλιού 6