Εκείνο το βράδυ του Νοεμβρίου το 1989, τα ειδησεογραφικά πρακτορεία μεταδίδουν απευθείας εικόνες κι εμείς βλέπουμε ανθρώπους να τραβάνε με τα χέρια τους άλλους ανθρώπους για να ανέβουν το τείχος και να περάσουν από την άλλη μεριά. Όλο το Βερολίνο είναι στους δρόμους και ξενυχτάει. Γνωστοί και άγνωστοι αγκαλιάζονται, τραγουδάνε, κλαίνε, γελάνε, γίνονται ένα. Με καλέμια, σφυριά, αξίνες, βαριοπούλες, με ό,τι έχουν, ακόμα και με τα νύχια τους, οι Βερολινέζοι εκείνο το βράδυ γκρεμίζουν το τείχος που χώριζε τις ζωές τους για 28 ολόκληρα χρόνια. Το τείχος που έχτισε ο πόλεμος, ο παραλογισμός των ηγετών και το συμφέρον. Το τείχος που σήκωσαν κυβερνήσεις και καθεστώτα. Στο όνομα τάχα της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Εκατέρωθεν xειρισμοί, αποφάσεις, συμφωνίες, ο ιμπεριαλισμός, ο κομμουνισμός, το Σιδηρούν Παραπέτασμα, το ΝΑΤΟ, το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, όχι εσύ φταις, όχι εσύ πρώτος αθέτησες τις συμφωνίες, όχι εσύ καταπατάς τις ελευθερίες, όχι εσύ άρχισες τους εξοπλισμούς, όχι εσύ έκανες αποκλεισμούς, ό,τι γίνεται πάντα για να κυριαρχεί τελικά η εξουσία που εξυπηρετεί τα συμφέροντά της και όχι εκείνα των λαών ως οφείλει, ό,τι γίνεται πάντα για να κυριαρχεί το χρήμα μέσω των όπλων, των πολέμων, της διαίρεσης των ανθρώπων και των πατρίδων. Κάτι μας θυμίζει, και ας έχουν περάσει από τότε σχεδόν 70 χρόνια…
Έτσι λοιπόν χτίστηκε το τείχος του Βερολίνου, που φυσικά δεν υπολόγισε ούτε για μια στιγμή τις ζωές των ανθρώπων. Όλα ξεκίνησαν ένα καλοκαιριάτικο βράδυ του 1961. Στις 12 Αυγούστου όταν οι Βερολινέζοι κοιμήθηκαν, ήξεραν πως κατοικούν σε μία πόλη. Την επομένη, στις 13 Αυγούστου του 1961, όταν ξύπνησαν, διαπίστωσαν ότι ξαφνικά το Βερολίνο ήταν δύο πόλεις που είχαν για σύνορα ένα συρματόπλεγμα. Από τη μια μέρα στην άλλη, αδέρφια, φίλοι, γείτονες, συνάδελφοι, ζωές ανθρώπων σκίστηκαν στα δυο. Και σε μια βδομάδα, εκεί που ήταν τα συρματοπλέγματα, άρχισαν να σηκώνονται από την ανατολική πλευρά προκάτ τσιμεντένιοι τοίχοι. Μέχρι τότε, οι Βερολινέζοι κινούνταν ελεύθερα στο Βερολίνο, που ήταν ωστόσο χωρισμένο σε ανατολικό και δυτικό, με ζώνες επιρροής, μια που οι νικητές του πολέμου δεν είχαν ξεκαθαρίσει ακόμα τα μερίδιά τους…
Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι Σφαίρες Επιρροής, το Σιδηρούν Παραπέτασμα, ο Ψυχρός Πόλεμος έγιναν η ορολογία μιας ολόκληρης εποχής. Και οι ηγέτες των υπερδυνάμεων αποτύπωσαν το πιο ντροπιαστικό τους πρόσωπο, σε ένα τείχος του αίσχους, στην καρδιά της Ευρώπης, που το συντήρησε και το άντεξε μέχρι το 1989! Για 28 χρόνια διαβάζω πως διέτρεχε το Βερολίνο ένα τείχος 155 χιλιομέτρων, με 302 φυλάκια επιτήρησης, με 11.000 στρατιώτες σε επιφυλακή, με 3.000 σκυλιά, και με 55.000 νάρκες εντός της περιμέτρου του διπλού τείχους. Σκοτώθηκαν άνθρωποι προσπαθώντας να περάσουν από τη μία μεριά της πόλης στην άλλη…
Το τείχος του Βερολίνου ούτε χτίστηκε ούτε γκρεμίστηκε από τη μια μέρα στην άλλη. Ο παραλογισμός του πολέμου, της βίας, της επιβολής, του συμφέροντος φαίνεται πως πάντα βρίσκει τον χρόνο και τον χώρο του για να απλωθεί στις ζωές μας, κάθε φορά που εμείς το επιτρέπουμε, νομίζοντας πως το κακό δεν θα φτάσει ποτέ στη δική μας πόρτα… Και κάθε φορά η Ιστορία έρχεται -εκ των υστέρων- να μας διαψεύσει. Η Ευρώπη ξαναέχτισε και εξακολουθεί να χτίζει τείχη, φράχτες, στρατόπεδα συγκέντρωσης, γκέτο προσφύγων. Οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν ανεγείρει από τη δεκαετία του 1990 μέχρι σήμερα σχεδόν 1.000 χιλιόμετρα τειχών, δηλαδή έξι φορές το μήκος του τείχους του Βερολίνου, προκειμένου να εμποδίσουν την είσοδο εκτοπισμένων. Η Ευρώπη και ο κόσμος όλος γυρίζει τα μάτια αλλού και δεν βλέπει το Ισραηλινό φράγμα της Δυτικής Όχθης στην Παλαιστίνη. Η Ευρώπη και ο κόσμος όλος ανέχεται μια ευρωπαϊκή πόλη, τη Λευκωσία, χωρισμένη στα δύο, κλείνει τα μάτια και επωφελείται από εισβολές και διχοτομημένες πατρίδες… Και η Ιστορία γελάει σε βάρος μας, μια που φαίνεται πως οι άνθρωποι ξεχνάμε εύκολα…
Επιμέλεια – Παρουσίαση: Ειρήνη Λαλάκη

