
Στις 3 Αυγούστου του 1940, γεννήθηκε στην Αθήνα, στην Καισαριανή, στα προσφυγικά, ο Αντώνης Καλογιάννης. Από μικρός άκουγε μάνα και πατέρα να τραγουδούν σμυρναίικα. Από μικρός τραγουδούσε κι εκείνος. Σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» και στη Γιώτα Συκκά, το 2007, ο Αντώνης Καλογιάννης θυμάται: «Γεννήθηκα στην Καισαριανή. Εδώ που μένω. Εδώ γονείς, εδώ παιδιά, εδώ έφυγαν όλοι οι αγαπημένοι, από εδώ θα είναι το τελευταίο ταξίδι. Εδώ, στην Καισαριανή, εξοικειωθήκαμε νωρίς με τον θάνατο. Δεν τον προκαλώ αλλά του λέω περήφανα: ”Δε σε φοβάμαι. Έλα να φύγουμε και θα τα πούμε στο δρόμο…”»
Ο Αντώνης Καλογιάννης για να ζήσει, πουλούσε τσιγάρα, έγινε βοηθός υδραυλικού, δούλεψε σε κουρείο, και στα εννιά του έμαθε την τέχνη του τσαγκάρη. Ως τσαγκάρης δούλευε σε εργοστάσιο στη Δεξαμενή, στο Κολωνάκι, όταν μια μέρα ο Μίκης Θεοδωράκης περνούσε τυχαία από ΄κει και από το ανοιχτό παράθυρο τον άκουσε να τραγουδάει. Και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα…
Μαζί με τη Μαρία Φαραντούρη, ο Αντώνης Καλογιάννης θα τραγουδήσει στο εξωτερικό τα τραγούδια του Μίκη, συμβάλλοντας στον αντιδικτατορικό αγώνα και μετά την αποφυλάκιση του συνθέτη θα δώσουν περισσότερες από 500 συναυλίες σε Ευρώπη, Αμερική και Αυστραλία, κάνοντας γνωστή την κατάσταση που επικρατούσε τότε στην Ελλάδα.
Είναι τα χρόνια που ο Αντώνης Καλογιάννης θα τραγουδήσει στα ενενηκοστά γενέθλια του Πικάσο, θα γνωρίσει τον Αράμ Χατζατουριάν, έναν από τους σημαντικότερους συνθέτες της Σοβιετικής Ένωσης, θα συναντηθεί με τους Beetles, θα γνωρίσει τον Λουί Αργκόν, θα βρεθεί στη σκηνή με τον Υβ Μοντάν τραγουδώντας Γιώργο Σεφέρη.
Ο Αντώνης Καλογιάννης τραγούδησε Γιάννη Ρίτσο, Άγγελο Σικελιανό, Μάνο Ελευθερίου Δημήτρη Χριστοδούλου. Τραγούδησε Δημήτρη Λάγιο, Μίμη Πλέσσα, Ηλία Ανδριόπουλο, Σταύρο Κουγιουμτζή, Μάριο Τόκα. Και για 85 χρόνια πορεύτηκε στη ζωή του και στο τραγούδι μένοντας πάντα δίπλα σε εκείνα που πίστευε.
Επιμέλεια – Παρουσίαση: Ειρήνη Λαλάκη