Ως Πολιτεία και ως Κοινωνία οφείλουμε με πράξεις να σταθούμε απέναντι σε όλους τους ήρωες, πεσόντες, αιχμαλώτους, τραυματίες και συγγενείς των αγνοουμένων και τους διαβεβαιώνουμε ότι θα πράξουμε ό,τι μπορούμε για να απελευθερώσουμε τη χώρα μας, ανέφερε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης, στον χαιρετισμό του κατά τα αποκαλυπτήρια του Μνημείου Τιμής και Ανδρείας των ηρώων και αγνοουμένων του 120ού Λόχου Βαρέων Όπλων 1974, που πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή στην Κάτω Λακατάμεια.
Η χώρα, σημείωσε, «παίρνοντας δύναμη από όλους αυτούς που θυσιάστηκαν, εργάζεται για να ενισχύει, όχι με λόγια αλλά με πράξεις, το αποτύπωμά της, κάτι που θα βοηθήσει και στην προσπάθεια για την απελευθέρωση, για τον τερματισμό της κατοχής και την επανένωση».
Όπως τόνισε, η Πολιτεία και η Κοινωνία έχουν χρέος να αποδίδουν τον οφειλόμενο φόρο τιμής και να εκφράζουν με κάθε τρόπο την ευγνωμοσύνη τους με τον πρέποντα σεβασμό σε κάθε πολίτη που «υπερασπίστηκε την ακεραιότητα της πατρίδας, που αγωνίστηκε υπέρ της ελευθερίας και πρόταξε την ίδια του τη ζωή απέναντι σε κάθε εισβολέα».
«Είμαστε ευγνώμονες απέναντι σε κάθε συμπολίτη μας που έθεσε με πνεύμα αυτοθυσίας τον εαυτό του στην υπηρεσία της πατρίδας και ανταποκρίθηκε χωρίς δεύτερες σκέψεις στο κάλεσμα του καθήκοντος. Είμαστε διπλά ευγνώμονες στους συμπολίτες μας που πολέμησαν με σθένος και ηρωισμό και θυσίασαν την ίδια τη ζωή τους, για να κρατήσουν αυτόν τον τόπο ελεύθερο, για να είμαστε σήμερα όλοι εμείς εδώ ελεύθεροι, για να υπάρχει σήμερα Κυπριακή Δημοκρατία», πρόσθεσε.
Οπως ανέφερε, τέτοιοι αγωνιστές ήταν και οι οπλίτες του 120ού Λόχου Βαρέων Όπλων, η δράση, των οποίων, όπως είπε, ξεχωρίζει ανάμεσα στις ηρωικές και θρυλικές περιπτώσεις προασπιστών της ελευθερίας της χώρας κατά την τουρκική εισβολή του 1974.
«Γνωρίζοντας καλά τα δεδομένα των ημερών της εισβολής και τις αντίξοες και αρνητικές συνθήκες, οι άντρες του 120ού Λόχου αποτελούν παράδειγμα ηρωισμού και γνήσιου πατριωτισμού. Τόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής, όλοι, αξιωματικοί και οπλίτες, διακατέχονταν από απαράμιλλο θάρρος, αυτοπεποίθηση, γενναιότητα και τόλμη που όσο και αν προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε σήμερα μέσα από ένα λογικό πλαίσιο δεν μπορούμε να το πράξουν, γνωρίζοντας ποια ήταν τα δεδομένα της εποχής. Αντιμετώπισαν κατάματα τον εχθρό και κατέβαλαν υπέρμετρες προσπάθειες, τόσο για απόκρουση και αναχαίτιση της απόβασης των Τούρκων εισβολέων στην Κερύνεια όσο και για την προέλασή σε όλη τη μεθόριο. Οι μάχες που έδωσαν ήταν σκληρές, δύσκολες και δραματικές», ανέφερε.
Οι μαρτυρίες των επιζώντων, συμπλήρωσε, είναι συγκλονιστικές και αποκαλυπτικές της σκληρής πραγματικότητας του πεδίου των μαχών. «Με εντολές και οδηγίες, οι οποίες φανέρωναν, δυστυχώς, την έλλειψη οργάνωσης και πολύ περισσότερο την προδοσία, οι περήφανοι και ικανότατοι οπλίτες του Λόχου δεν λύγισαν στιγμή και πέτυχαν σημαντικά πλήγματα στις δυνάμεις του εισβολέα και αν δεν βρίσκονταν εκεί ενδεχομένως σήμερα τα δεδομένα να ήταν σαφώς πιο αρνητικά. Παρά το άνισο των δυνάμεων και της υπεροχής του τουρκικού στρατού, είναι αδιαμφισβήτητο ότι τα πλήγματα θα ήταν πολύ περισσότερα και διαφορετική θα ήταν η εξέλιξη της απόβασης των Τούρκων, αν οι εντολές και οι οδηγίες προς τον Λόχο ήταν άλλες, πιο έντιμες, έγκαιρες, στοχευμένες και σίγουρα όχι σκόπιμα περιοριστικές», είπε.
«Οι οπλίτες του 120ού Λόχου Βαρέων Όπλων μέσα στην κόλαση του 1974, αντιμετώπισαν τον Τούρκο εισβολέα ατρόμητα και πολλές φορές στήθος με στήθος, δυστυχώς, όχι χωρίς απώλειες. Μετρώντας 15 ήρωες πεσόντες και άλλους 11 αγνοούμενους, ο Λόχος πλήρωσε με βαρύ τίμημα το χρέος του προς την πατρίδα», ανέφερε στη συνέχεια ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης, προσθέτοντας απευθυνόμενος προς τους συγγενείς και στους συμπολεμιστές των πεσόντων ότι τους τιμά η απόφαση του Συνδέσμου Εφέδρων του Λόχου για ανέγερση Μνημείου προς τιμήν τους, «ειδικά εδώ, στην πρώτη έδρα του Λόχου, στη Λακατάμεια».
«Από σήμερα, ο χώρος αυτός λαμβάνει ιστορική και συμβολική σημασία και την ίδια στιγμή, αυτό είναι το πιο σημαντικό, στέλνει ένα ηχηρό μήνυμα προς πολλές κατευθύνσεις, προς όλα τα Σώματα στρατού, σε κάθε Κύπριο πολίτη. Στέλνει το μήνυμα ότι η υπεράσπιση της πατρίδας και οι εθνικοί αγώνες δεν είναι απλά και μόνο συνθήματα και, όπως κάποιοι ενδεχομένως να τα προσεγγίζουν, εθνικοί ρομαντισμοί. Είναι αγώνες αίματος και θυσίας, αγώνες που απαιτούν μεγάλα αποθέματα ψυχής, προσήλωση στους στόχους, είναι αγώνες με μεγάλο προσωπικό κόστος για αυτούς που έφυγαν, για αυτούς που έμειναν, για όλους τους συγγενείς, αγώνες πάνω και πέρα από τα ανθρώπινα όρια, αγώνες που τις περισσότερες φορές, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα της εποχής, ξεπερνούν τα όρια της όποιας λογικής εξήγησης ή προσέγγισης μπροστά στην υπέρμετρη αγάπη για την πατρίδα και στην παρακαταθήκη των ηρώων τούτου του τόπου», τόνισε επ’ αυτού.
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η ανέγερση ενός μνημείου συντελεί τα μέγιστα στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης ενός λαού, μιας πατρίδας, ειδικά στην περίπτωση της Κύπρου που εδώ και 50 χρόνια βρίσκεται υπό κατοχή, «πόσω μάλλον όταν πρόκειται για μνημεία που αντανακλούν τη θυσία και την προσφορά ηρώων της σύγχρονης ιστορίας της χώρας, σε ένα κόσμο και σε μια εποχή, με πολλές ανακατατάξεις και ραγδαίες εξελίξεις.
Πρόσθεσε πως η χώρα, «παίρνοντας δύναμη από όλους αυτούς που θυσιάστηκαν, εργάζεται για να ενισχύει, όχι με λόγια αλλά με πράξεις, το αποτύπωμά της, κάτι που θα βοηθήσει και στην προσπάθεια για την απελευθέρωση, για τον τερματισμό της κατοχής και την επανένωση».
«Ως Πολιτεία και ως κοινωνία οφείλουμε με πράξεις να σταθούμε απέναντι σε όλους τους ήρωες, πεσόντες, αιχμαλώτους, τραυματίες και συγγενείς των αγνοουμένων. Γνωρίζουμε τη μεγάλη μας ευθύνη, και τους διαβεβαιώνουμε, όχι με λόγια, ότι θα πράξουμε ό,τι μπορούμε, με σεβασμό πρώτα σε όλους αυτούς που θυσιάστηκαν, και την ίδια στιγμή, όμως, με αυτοπεποίθηση, με διεκδικητικό ρεαλισμό για να απελευθερώσουμε τη χώρα μας», υπογράμμισε ακολούθως.
«Τηρώντας το παράδειγμα των οπλιτών του 120ού Λόχου, δεν καταθέτουμε τα όπλα ούτε αποστρατευόμαστε από τη μεγάλη προσπάθεια, όποιες και αν είναι οι προκλήσεις και οι δυσκολίες. Απεναντίας, θεωρώ ότι μπορούμε, παρόλο ότι είμαστε ένα μικρό κράτος υπό κατοχή, να κάνουμε πολύ περισσότερα, να ενισχύσουμε ό,τι πιο σημαντικό έχουμε σήμερα, που υπάρχει λόγω της θυσίας των αγωνιστών, μας, την Κυπριακή Δημοκρατία και να οδηγηθούμε στη νέα εποχή με ένα τόπο απελευθερωμένο, χωρίς στρατεύματα κατοχής, χωρίς εγγυήσεις. Είναι το ελάχιστο που χρωστούμε σε όλους αυτούς που θυσιάστηκαν αλλά και σε όλους τους συγγενείς που εδώ και 50 χρόνια δεν έζησαν ποτέ μια κανονική μέρα. Η κανονικότητα τους είναι να σκέφτονται και να αναμένουν καρτερικά τους δικούς τους ανθρώπους. Αιωνία τους η μνήμη», κατέληξε.
Πενήντα χρόνια από τη θυσία των ηρώων μας γινόμαστε σήμερα μάρτυρες μιας απαράδεκτα θλιβερής κατάστασης, της ανοχής και της λήθης του συμβιβασμού με την κατοχή, ανέφερε στη δική του ομιλία ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Γεώργιος, προσθέτοντας ότι «δεν είναι αρκετό να τιμούμε με μνημεία και πανηγυρικούς λόγους τη μνήμη των ηρώων και των αγωνιστών μας, αλλά και με έργα να αποδεικνύουμε ότι είμαστε αντάξιοί τους» και ότι «εφόσον η τουρκική κατοχή συνεχίζεται στη νήσο μας, δεν μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι».
«Αντλώντας δύναμη από την ιστορία και από το παράδειγμά τους, έχουμε χρέος να συνεχίσουμε τον αγώνα μας μέχρι την ημέρα της απελευθέρωσης και της δικαίωσης. Ο αγώνας θα πρέπει να έχει ως στόχο την εξεύρεση μιας ορθής και δίκαιης λύσης, χωρίς ξένα στρατεύματα και εποίκους, μιας λύσης που θα διασφαλίζει στο διηνεκές, την ελευθερία και την εθνικοθρησκευτική επιβίωση του λαού μας, την απελευθέρωση δηλαδή του τόπου μας», σημείωσε, προσθέτοντας ότι δεν πρέπει να λησμονείται ποτέ ότι το Κυπριακό πρόβλημα είναι καθαρά πρόβλημα εισβολής και κατοχής.
Συμπλήρωσε ότι η Κύπρος στη μακραίωνη ιστορία της βρέθηκε πολύ συχνά στο στόχαστρο κατακτητών που προέρχονταν άλλοτε από την Ανατολή και άλλοτε από τη Δύση, δοκιμάστηκε από αλλεπάλληλες εισβολές και πολυκύμαντες κατοχές, πληγώθηκε με τρομερές λεηλασίες, αλλά άντεξε «γιατί οι πρόγονοί μας δεν σαγηνεύτηκαν από τις υποσχέσεις των κατακτητών, ούτε και κάμφθηκαν από τις απειλές τους, αλλά έμειναν προσηλωμένοι παρά τις κακουχίες και τους εξανδραποδισμούς. σ στις αξίες και στα ιδανικά της πίστης και της πατρίδας μας».
«Το χρέος μας είναι και σήμερα ξεκάθαρο. Οφείλουμε να αντέξουμε, να ανακτήσουμε την εθνική αξιοπρέπειά μας που παραμελήσαμε από καιρό. Τελούμε λοιπόν τα αποκαλυπτήρια του μνημείου των ηρώων μας για να υπενθυμίζει σε όλους τη θυσία τους προς διαφύλαξη της ελευθερίας της πατρίδας μας από τους Τούρκους εισβολείς και να διαιωνίζει την αθάνατη μνήμη τους, αλλά και για να υπενθυμίζει το δικό μας χρέος. Αιωνία τους η μνήμη», κατέληξε.
Ομιλίες ανέγνωσαν επίσης ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εφέδρων 1974 του 120 Λόχου Βαρέων Όπλων Απόστολος Αποστόλου και ο πρώην Υπολοχαγός του 120 ΛΒΟ Κωνσταντίνος Αργυρόπουλος.
Ακολούθησε σύντομο καλλιτεχνικό πρόγραμμα και κατάθεση στεφάνων εκ μέρους της Εθνικής Φρουράς, της ΕΛΔΥΚ, της Πρεσβείας της Ελλάδας στην Κύπρο, πολιτικών κομμάτων, τοπικών αρχών και συγγενών των τιμώμενων πεσόντων και αγνοουμένων και άλλων οργανώσεων.
πηγή ΚΥΠΕ